28/10/15

ΠανηγυρικόςΛόγος Αν. Επάρχου Κερύνειας κ. Ανδρέα Λουκά

ΠανηγυρικόςΛόγος Αν. Επάρχου Κερύνειας κ. Ανδρέα Λουκά
γιατην Εθνική Επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940


28ηΟκτωβρίου 1940. Μια επέτειος, ένας θρύλος, μια μνήμη κι ένα χρέος. Το έπος του ’40 είναι ένα μάθημα ιστορίας για κάθε επίδοξο δυνάστη λαών και ανθρώπων. Είναι ένα διαχρονικό μήνυμα, που έρχεται μέσα από τον αγώνα και τις θυσίες των προγόνων μας.
 Εκείνες τις μέρες του ’40, οι αριθμοί τσαλαπατιούνταν για πρώτη φορά. Έθνη πλούσια και πανένδοξα, με εκατομμύρια μαχητές, συντρίβονταν το ένα μετά το άλλο, μέσα σε λίγες μέρες. Διαλυμένη κι εξευτελισμένη η μέχρι χθες αήττητη Ευρώπη, σερνόταν μπροστά στην μπότα του Άξονα Βερολίνου – Ρώμης – Τόκιο.
Από τοΣεπτέμβριο του ’39, ο κόσμος ζούσε την τραγωδία ενός μεγάλου πολέμου. Από τον Ατλαντικό μέχρι τη Μεσόγειο αίμα, φρίκη και θάνατος. Μα σαν ξεχασμένη παρέμενε μια άκρη γης που δεν είχε ακόμη προσκυνήσει. Μια άκρη ασήμαντης γης που την κατοικούσαν μια χούφτα άνθρωποι, δεν είχε σκύψει ακόμη το κεφάλι.
ΟΙταλός δικτάτορας αποφασίζει να κατακτήσει τη μικρή και φαινομενικά αδύναμη να αντισταθεί Ελλάδα, σε ένα πόλεμο που ανέμενε να είναι πολύ σύντομος. Αρχίζει τις προκλήσεις, βυθίζοντας, στις 15 Αυγούστου 1940, το ελληνικό πολεμικό πλοίο «Έλλη».  Ακολούθως, στις μικρές ώρες της 28ης Οκτωβρίου 1940, ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα επιδίδει στον τότε Πρωθυπουργό της Ελλάδας, Ιωάννη Μεταξά, ένα προκλητικό τελεσίγραφο και απαιτεί «γήν και ύδωρ».
Ηαπάντηση δε θα μπορούσε να ήταν διαφορετική: ΟΧΙ. Ένα ηχηρό ΟΧΙ, βγαλμένο περήφανα από τα βάθη της Ελληνικής Ιστορίας, που οδήγησε μεμιάς τις   αγουροξυπνημένες ελληνικές ψυχές απέναντι στις αστραφτερές Ρωμαϊκές λόγχες.
Θύματατης αλαζονείας τους, ο Μουσολίνι και οι στρατηγοί του είχαν υποτιμήσει τον αντίπαλό τους. Είχαν λησμονήσει πως σε μια αναμέτρηση ζωής και θανάτου, όπως ήταν αυτή για τους Έλληνες, δεν αγωνίζονται μόνο τα μηχανικά μέσα και οι αριθμοί. Αγωνίζονται ψυχές, με όλο το ηθικό τους υπόβαθρο, με το φρόνημά τους να λειτουργεί σαν ασπίδα και σαν όπλο μαζί, αψηφώντας τον κίνδυνο, έτοιμες να θυσιαστούν στο βωμό της ελευθερίας. Χωρίς να λογαριάσουν την υπεροπλία του αντιπάλου, ενωμένοι οι Έλληνες ακολούθησαν το προσκλητήριο της ηγεσίας τους και όρμησαν στα πεδία της μάχης, πιστοί στις προσταγές της Ιστορίας τους.
Έτσι, ευθύςστην Πίνδο, η άμυνα γίνεται επίθεση. Υπέρ πίστεως και πατρίδος μαχόμενοι, οι Έλληνες αναχαιτίζουν τον εχθρό και τον καταδιώκουν από βουνοκορφή σε βουνοκορφή, πάνω στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου, από πόλη σε πόλη, στα μαρτυρικά χώματα της Βόρειας Ηπείρου. Μέσα σε δέκα μέρες, οι ιταλικές φάλαγγες, που είχαν ξεκινήσει με θεατρική παράταξη, μη περιμένοντας αντίσταση, λυγίζουν, σπάζουν, και σκορπούν στις πλαγιές.
Μπροστάστο μεγάλο αγώνα στον οποίο επιδίδεται ο Ελληνισμός, η Κύπρος δεν θα μπορούσε να μείνει αδρανής. Μόλις φτάνει η είδηση ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ιταλία, στην Κύπρο απλώνεται ένα παραλήρημα ενθουσιασμού. Τα απαγορευμένα από το 1931 ελληνικά σύμβολα, υψώνονται περήφανα σε κάθε γωνιά της Μεγαλονήσου και οι δρόμοι αντιλαλούν την ιαχή της βέβαιης νίκης. Οι Κύπριοι μαζεύουν χρυσάφι απ’ το υστέρημά τους, προσφέροντάς το στο ταμείο του αγωνιζόμενου Έθνους, ενώ χιλιάδες εθελοντές συγκεντρώνονται από το πρωί της 28ης Οκτωβρίου έξω από το Ελληνικό Προξενείο και την Αρχιεπισκοπή ζητώντας να στρατευθούν κάτω από τη γαλανόλευκη και ν’ αγωνιστούν για την Ελλάδα, για την ελευθερία.
Στηνελληνοϊταλική σύρραξη σπεύδουν, για να συμπορευθούν σε μια κοινή μοίρα με τους υπόλοιπους Έλληνες, γύρω στους 4.000 Κύπριους, ενώ άλλες 30.000 πολεμούν σε διάφορα άλλα μέτωπα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Οι Κύπριοι στρατιώτες, μάχονται με απαράμιλλο θάρρος για τη σωτηρία και τη δικαίωση της Ελλάδας. Δεν ξεχνούμε τους ηρωικά πεσόντες στα βουνά της Αλβανίας, στις μάχες, τους αιχμαλώτους, ούτε αυτούς που βρίσκονται σήμερα θαμμένοι μακριά απ’ την πατρώα γη, στο στρατιωτικό κοιμητήριο Αθηνών και στο συμμαχικό κοιμητήριο Παλαιού Φαλήρου, αφανείς ήρωες του χρέους. 
Στηνελληνοαλβανική μεθόριο, οι σοκαρισμένοι εισβολείς στέλνουν νέες δυνάμεις. Απέναντι σε αυτές φθάνουν οι Ηπειρώτες, γέροι, γριές, κορίτσια, γυναίκες και παιδιά. Φορτωμένοι τα ελάχιστα πολεμοφόδια καθώς και τραυματίες στην πλάτη τους, σκαρφαλώνουν άκρη-άκρη σε γκρεμούς, κάτω από τη βροχή, μέσα στο σκοτάδι, το ψύχος και τα χιόνια, ενώ η θριαμβευτική πορεία του ελληνικού στρατού συνεχίζεται σε Κορυτσά, Αγίους Σαράντα και Αργυρόκαστρο.
Τηνίδια ώρα, οι θαυμαστές γυναίκες της Κύπρου δίνουν και αυτές το «παρών» τους σε υπεύθυνες θέσεις στα μετόπισθεν. Πολλές ως εθελόντριες, στέκονται με αυταπάρνηση πλάι στους ηρωικούς τραυματίες των μαχών και δίνουν το δικό τους αγώνα για τη νίκη.
Οανεφοδιασμός του ελληνικού στρατού γίνεται δραματικός. Η τροφή περιορίζεται στο ελάχιστο, τα ζώα αποδεκατίζονται, οι χιονοθύελλες δέρνουν τα υψώματα, αρπάζουν τα αντίσκηνα, τυφλώνουν τους άντρες, που γραπώνονται να κρατηθούν στις προφυλακές παραμένοντας ακλόνητοι στις θέσεις τους. Τα αυτιά τους έχουν κουφαθεί από τον πάταγο των κανονιών, τα δάχτυλα τους έχουν κοκαλώσει στη σκανδάλη του όπλου. Σπάνια η στρατιωτική ιστορία αναγράφει τέτοια παραδείγματα αυτοθυσίας και αυταπάρνησης.
Πόγραδετς,Ελβασάν, Τεπελένι, Πρεμετή, Τρεμπεσίνα, Αργυρόκαστρο, Χειμάρα, Κλεισούρα, Αυλώνα χαιρετίζουν τη γαλανόλευκη. Οι Ελληνικές δυνάμεις προελαύνουν νικηφόρα πέρα από τα σύνορα, την ίδια ώρα που οι Ιταλοί ρίχνονται στη θάλασσα. Οι Ελληνικές σημαίες κυματίζουν περήφανες σε κάθε ράχη, σε κάθε χωριό, σε κάθε πόλη.
Οεπικός αγώνας των Ελλήνων στα βουνά της Πίνδου παραμένει στην ιστορία ως σημείο αναφοράς και τιμής. Είναι χαρακτηριστική η φράση που φέρεται να είπε ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, έκθαμβος από το μεγαλείο της ψυχής και του ηρωισμού των Ελλήνων: «Από τώρα και στο εξής δε θα λέμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες αλλά ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες».
Σταβουνά της Αλβανίας, οι Έλληνες έδειξαν στην ανθρωπότητα ότι η υπεροχή ανήκει σ’ εκείνους που φλέγονται από αγάπη για την πατρίδα. Με την ελληνική λεβεντιά κατάφεραν να εξουθενώσουν μια ολόκληρη αυτοκρατορία μέσα από έναν άνισο αγώνα.
Εξοργισμένοςο Χίτλερ από την παταγώδη αποτυχία της ιταλικής εκστρατείας που κινδύνευε να ανατρέψει τα σχέδια του Άξονα στην ευρύτερη περιοχή, εισβάλει στην αποκαμωμένη Ελλάδα ταυτόχρονα μέσω της Βουλγαρίας και της Γιουγκοσλαβίας στις 6 Απριλίου του 1941.
Παράτην αδυναμία της να ανακόψει τα χιτλερικά στρατεύματα, η Ελλάδα ανατρέπει το σύνολο των σχεδίων της Γερμανίας, αφού την αναγκάζει να αναβάλει για έξι εβδομάδες την επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης, δημιουργώντας με την αυτοθυσία των στρατευμάτων της, την πρώτη μεγάλη καμπή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η λύσσα των μαχόμενων Ελλήνων αναγκάζει τον Χίτλερ, σε λόγο του στο Ράιχσταγ, στις 4 Μαΐου, να εξάρει τις αρετές τους, λέγοντας πως «από όλους τους αντιπάλους που αντιμετωπίσαμε, μόνο οι Έλληνες, πολέμησαν με ύψιστο ηρωισμό και ύψιστη περιφρόνηση προς το θάνατο».
Αυτήήταν, φίλες και φίλοι, η ιστορική παρακαταθήκη που μας κατέλειπαν οι πρόγονοί μας. Ένα συμβόλαιο ελευθερίας γραμμένο με το αίμα τους, που αναζητεί ελληνικές ψυχές για να το αναμεταδίδουν και να το συντηρούν μέσα στην πολυτάραχη ζωή και πορεία του έθνους.
Έλληνεςκαι Ελληνίδες,
Γιαμια τέτοια πατρίδα, δημοκρατική, ακέραιη και απαλλαγμένη από κατοχικούς στρατούς, έδωσαν τη ζωή τους οι Έλληνες μέχρι το τέλος της γερμανικής κατοχής. Διεκδίκησαν τα δίκαια και τις βασικές ανθρώπινες ελευθερίες που δικαιούται κάθε άνθρωπος σε τούτη τη γη.
Δενέχει σημασία που 75 χρόνια μετά, οι συνθήκες μέσα στις οποίες διεξάγουμε τον δικό μας αγώνα είναι πολύ διαφορετικές. Η Κύπρος μας σήμερα, με την ανοχή των τότε συμμάχων μας, εξακολουθεί να βιώνει για 41 χρόνια τις τραγικές συνέπειες της εισβολής και της κατοχής. Βιώνουμε, δυστυχώς, την αντίφαση μιας οδυνηρής πραγματικότητας, της διαιρεμένης μας πατρίδας, εντός της ενοποιημένης ευρωπαϊκής οικογένειας. Για να πετύχουμε σε αυτό τον εξίσου άνισο αγώνα, χρειάζεται ο ίδιος άδολος πατριωτισμός, η ίδια μαχητικότητα, η ίδια πίστη στο δίκαιο του αγώνα, το ίδιο πνεύμα ενότητας.
Χρέοςόλων μας είναι να συνεχίσουμε τον αγώνα μας για μια διαρκή και βιώσιμη λύση του κυπριακού προβλήματος που να αποκαθιστά τις βασικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων ανεξαίρετα των Κυπρίων, περιλαμβανομένης και της άσκησης του δικαιώματος της επιστροφής.
Στόχοςτης Κυβέρνησης είναι να ετοιμαστεί ένα συνολικό πλαίσιο προτάσεων, έτσι ώστε όχι μόνο να ζητούμε από τους άλλους τα πλαίσια μέσα στα οποία θα κινηθούμε, αλλά και εμείς να γνωρίζουμε τι είναι αυτό που διεκδικούμε. Βέβαια, έχουμε πλήρη συναίσθηση και γνώση πως το κλειδί για τη λύση του Κυπριακού βρίσκεται στα χέρια της κατοχικής δύναμης, της Τουρκίας. Όμως, δεν πρέπει να υποβαθμίζεται   από κανένα η σοβαρότητα της προσπάθειας που καταβάλλεται αυτή τη στιγμή για εξεύρεση αμοιβαίας αποδεκτής και συμφωνημένης λύσης, στη βάση των περί Κύπρου ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών, του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, των Συμφωνιών Υψηλού Επιπέδου του 1977 και 1979 για λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας και της Κοινής Δήλωσης Αναστασιάδη – Έρογλου της 11ης Φεβρουαρίου 2014.
Θέλουμεκαι επιδιώκουμε μια λύση δίκαιη, λειτουργική και βιώσιμη, που θα αντέξει στο χρόνο. Το χρωστάμε σε όσους έδωσαν το αίμα τους για να είμαστε ελεύθεροι, σε όσες γενεές έφυγαν με το όραμα της επιστροφής, αλλά ιδιαίτερα στις γενιές που έχουν το μέλλον μπροστά τους και θα πρέπει να τους το διασφαλίσουμε. Θα πρέπει να διασφαλίσουμε ένα ειρηνικό, ένα σύγχρονο, ένα αποτελεσματικό ευρωπαϊκό κράτος, στο οποίο να μπορούμε να συμβιώσουμε ειρηνικά και να προοδεύσουμε.
Η δόξατου 1940 ας αφυπνίζει, λοιπόν, την εθνική μας συνείδηση κι ας οδηγεί πάντα τις σκέψεις και τις ενέργειές μας η ακατάλυτη προσταγή των προγόνων μας «Απάντων Τιμιώτερον εστίν η Πατρίς», γιατί «από τη μητέρα και τον πατέρα και όλους τους άλλους προγόνους, απ’ όλους μαζί η πατρίδα είναι πράγμα πολυτιμότερο και σεβαστότερο και αγιότερο».

---------------------