Επιμνημόσυνος
λόγος Προέδρου της Βουλής στο μνημόσυνο
που
διοργανώνει ο Δήμος Κάτω Πολεμιδιών
Ο
Ιούλιος είναι ο αδυσώπητος μήνας της μνήμης. Αυτές οι μέρες, είναι μέρες μνήμης
αλλά και τιμής. Αυτές τις μέρες, λαός και ηγεσία, διασκελίζουμε 41 βασανιστικά
χρόνια και ξαναφέρνουμε μπροστά στον καθρέφτη της ιστορίας τα τραγικά γεγονότα
του Ιουλίου του 1974. Η δυσκολία του να μιλά κάποιος για τις μαύρες επετείους
του προδοτικού πραξικοπήματος και της βάρβαρης τουρκικής εισβολής του 1974 είναι
μήπως περιπέσει σε μια μουσειακή αναφορά στην αντίσταση του 1974 και στην
εκπλήρωση ενός επιφανειακού χρέους στο τελετουργικό τυπικό κάποιων επετείων.
Πόνος
και οδύνη είναι τα συναισθήματα όλων μας από αυτή την αναδρομή. Πονούμε όταν
παρελαύνουν μπροστά μας σαν εφιάλτης τα δεινά της τραγωδίας της Κύπρου, η
προσφυγιά, το δράμα των αγνοουμένων μας, οι καρτερικοί εγκλωβισμένοι μας.
Πονούμε από τη συνεχιζόμενη κατοχή πατρογονικών εδαφών και εστιών.
Όμως,
όσος κι αν είναι ο πόνος, όση κι αν είναι η οδύνη μας, οφείλουμε να στρέψουμε τα
βλέμματα πίσω. Το «Δεν Ξεχνώ» είναι το οξυγόνο για τη συντήρηση της ιστορικής
μνήμης. Και τα ιστορικά διδάγματα, που οφείλουμε όλοι να αντλούμε από το χθες
της ιστορίας μας, είναι η πυξίδα για την πορεία του σήμερα.
Η
πορεία ενός έθνους είναι πάντοτε ανάλογη με την καθαρότητα και το βάθος της
μνήμης του. Από αυτή αντλεί γνώση για τα επιτεύγματα ή τα σφάλματα του
παρελθόντος, από αυτή και τις αρχές που πρέπει να προσδιορίσουν την αποστολή του
μέσα στον χρόνο. Αλλά ιστορική μνήμη σημαίνει ιστορική συνείδηση. Και ιστορική
συνείδηση για μας τους Έλληνες της Κύπρου, σημαίνει συνείδηση της αδιάσπαστης
συνέχειας από τους ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα. Μια συνέχεια που ενισχύθηκε
με τις θυσίες γενεών. Και διατηρήθηκε χάρις στο πάθος μας για ελευθερία και
σταθερή πίστη στην ιερότητα και το δίκαιο του αγώνα μας.
Η
απόδοση τιμής σε ήρωες των αγώνων του λαού μας δεν είναι μια τυπική εκπλήρωση
χρέους. Ούτε μια πράξη υπόμνησης της μαρτυρικής αγωνιστικής πορείας ενός λαού,
που διερχόμενος δια πυρός και σιδήρου, συνεχίζει ακόμα τον αγώνα για τη φυσική
και εθνική του επιβίωσης.
Μνημόσυνα
όπως το σημερινό έχουν ως κύριο στόχο, πέρα από την απόδοση τιμής και
ευγνωμοσύνης στους ήρωες-μάρτυρες του λαού μας, να χρησιμεύουν για την άντληση
διδαγμάτων για τη συνέχιση και καταξίωση ενός αγώνα που δεν έχει ακόμα
δικαιωθεί.
Σαράντα
ένα χρόνια από το δίδυμο έγκλημα της προδοσίας και του εγκλήματος και οι μνήμες
ολοζώντανες. Το προδοτικό πραξικόπημα ενάντια στον Εθνάρχη Μακάριο, η μεγαλύτερη
προδοσία στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, ανοίγει την κερκόπορτα στον καραδοκούντα
Αττίλα.
Τα
γεγονότα κατέδειξαν ότι το πραξικόπημα υπήρξε η πρώτη φάση μιας δίδυμης
συνωμοσίας καλά σχεδιασμένης από ξένα συνωμοτικά κέντρα, που χρησιμοποίησε ως
όργανα την ελλαδική χούντα και την εγκληματική οργάνωση της ΕΟΚΑ Β’. Στόχος ήταν
ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και το δημοκρατικό κίνημα που αποτελούσαν εμπόδιο στην
επιβολή αντεθνικής λύσης στο Κυπριακό.
Σήμερα,
41 χρόνια μετά, διακηρύσσουμε ότι ουδέποτε θα ανεχθούμε την πλαστογράφηση της
αλήθειας και την παραχάραξη της ιστορίας. Ασφαλώς οι κατοχικές συνθήκες
επιβάλλουν ενότητα και λαϊκή συμφιλίωση. Η ενότητα, όμως, πρέπει να στηρίζεται
στον σεβασμό της ιστορικής αληθείας, τη συντήρηση της ιστορικής μνήμης και να
θεμελιώνεται στην έμπρακτη καταδίκη της προδοσίας και των ενόχων και τη
διαφύλαξη των δημοκρατικών θεσμών.
Η
τουρκική εισβολή που ακολούθησε το πραξικόπημα, υπήρξε μια επιχείρηση που
στόχευε στην υποδούλωση του κυπριακού λαού και στην καταστροφή του κυπριακού
κράτους. Είναι φανερό ότι η αγριότητα των κατοχικών δυνάμεων, οι αδιάκριτοι
φόνοι γυναικόπαιδων, ο βίαιος εκτοπισμός του πληθυσμού είχαν ως στόχο την
ανακοπή της ιστορικής συνέχειας του Ελληνισμού στην Κύπρο.
Σήμερα,
41 χρόνια μετά την προδοσία και το έγκλημα ενάντια στην πατρίδα μας, τα τραγικά
αποτελέσματα εξακολουθούν να υπάρχουν και να απειλούν την Κύπρο και τον λαό της.
Οι πρόσφυγες, οι αγνοούμενοι, οι εγκλωβισμένοι εξακολουθούν να αποτελούν την
καθημερινή δραματική υπόμνηση της εθνικής συμφοράς και να μας υποδεικνύουν το
μέγα χρέος για απελευθέρωση της πατρίδας μας.
Στο
χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τα τραγικά γεγονότα του 1974, η Τουρκία με
μια σειρά ενέργειες κλιμάκωσε την προκλητική της στάση. Με την ανακήρυξη του
ψευδοκράτους, την ποσοτική και ποιοτική ενίσχυση των τουρκικών στρατευμάτων και
την ένταση της μεταφοράς εποίκων από την Τουρκία, με προφανή στόχο τη
δημογραφική αλλοίωση των πληθυσμιακών δεδομένων της Κύπρου.
Οι
απόψεις της τουρκικής ηγεσίας στις κατά καιρούς διαπραγματεύσεις προνοούν στην
πραγματικότητα ένα καθεστώς φυλετικών διακρίσεων, παραβιάζουν κάθε δημοκρατική
έννοια και κάθε διεθνή κανόνα. Παραβιάζουν τα ψηφίσματα, τις αποφάσεις και τον
ίδιο τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ.
Μπροστά
σε αυτή την κατάσταση, η ανάγκη πρόταξης της δικής μας αποφασιστικής αντίστασης,
αποτελεί υπέρτατο πατριωτικό καθήκον. Και δεν είναι θέμα επιλογής ανάμεσα σε
προσφερόμενες υπαλλακτικές πορείες. Είναι θέμα επιβίωσης του λαού και της
πατρίδας μας απέναντι στην απειλή για τη φυσική και εθνική μας επιβίωση. Και
κάθε τάση παραγνώρισης των υπαρκτών κινδύνων, κάθε τάση υποβάθμισης των ορατών
απειλών, οδηγεί με ακρίβεια στον παροπλισμό του λαού μας.
Σαράντα
ένα χρόνια από τότε. Και φέτος, όπως και πέρσι, όπως κάθε χρόνο, θυμόμαστε και
τιμούμε τους ηρωικούς μας νεκρούς. Με φορτισμένες μνήμες. Με οράματα
τραυματισμένα. Μέσα στους επάλληλους και φαύλους κύκλους της ανατροπής αξιών,
της διχοτόμησης και του άγους της κατοχής, της σύλησης των ιερών και των οσίων
μας, των προσφύγων που πεθαίνουν με το νόστο του γυρισμού, των αγνοουμένων που η
τύχη τους, προς δόξαν της διεθνούς υποκρισίας, παραμένει ανεξακρίβωτη, των
εγκλωβισμένων που ως ελεύθεροι πολιορκημένοι πολιορκούν τις ενοχές και τις
ευθύνες. Αλλά και της οικονομικής κρίσης και της βαριά τραυματισμένης
οικονομικής μας κυριαρχίας από ανάλγητες εντολές των δανειστών.
Αναζητώντας
συνειρμούς της ηρωικής τους θυσίας 41 χρόνια πριν, με το σημερινό μας καθήκον.
Που επιτάσσει να ξεφύγουμε οριστικά από το σύνδρομο της εθνικής ήττας του 1974,
να επανακαθορίσουμε τα μεγάλα οράματα και να επανασυνδέσουμε τα κομμένα νήματα
των προσπαθειών και των αγώνων του κυπριακού λαού. Να ολοκληρώσουμε λυτρωτικά
τον ιστορικό κύκλο που ξεκινά από την αγχόνη του αποικιοκράτη, φτάνει στη δική
τους ηρωική θυσία, εκτείνεται στην τραγωδία της εισβολής και ολοκληρώνεται,
πρέπει να ολοκληρωθεί, με πράξη μόνο μία. Πράξη απόσεισης της κατοχής. Πράξη
ελευθερίας.
Σήμερα
λοιπόν τους δίνουμε αναφορά και μήνυμα σε τούτο τον ετήσιο απολογισμό. Πως ποτέ
δεν θα συμφιλιωθούμε με τη στρέβλωση του νοήματος της υπέροχης θυσίας σας. Πως
θα διαφυλάξουμε την ιστορία την αληθινή και θα αντιμετωπίσουμε τις απόπειρες της
τυμβωρυχίας, της καπηλείας και της πλαστογράφησης.
Γιατί
το χρέος μας απέναντι στη θυσία τους είναι να συνεχίσουμε και σήμερα την
αντίσταση, να συνεχίσουμε τον αγώνα. Για τερματισμό της κατοχής και μια λύση που
θα ενώνει το κράτος, τον λαό, τους θεσμούς και την οικονομία. Που θα κατοχυρώνει
ανθρώπινα δικαιώματα και θεμελιώδεις ελευθερίες. Που θα τερματίζει τις
αναχρονιστικές εγγυήσεις του 1960.
Η
επανέναρξη των διαπραγματεύσεων σηματοδότησε 41 χρόνια μετά το δίδυμο έγκλημα
του 1974, μια ακόμα προσπάθεια για λύση του Κυπριακού και λύτρωση του λαού μας
από τα δεινά της κατοχής. Η ανάδειξη Ακιντζί στην ηγεσία της τουρκοκυπριακής
κοινότητας δημιούργησε ελπίδες και προσδοκίες δεδομένων των διαχρονικών του
θέσεων υπέρ της λύσης. Αυτό όμως δεν είναι αρκετό. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι το κλειδί της λύσης βρίσκεται στην Άγκυρα. Η
Τουρκία θα πρέπει να αποφασίσει αν θα συνεχίσει την επιδρομική και επεκτατική
της πολιτική ή αν επιτέλους θα συμφιλιωθεί με την ιδέα μιας λύσης στο Κυπριακό
που θα αποκαθιστά συνθήκες ασφάλειας και σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή της
Ανατολικής Μεσογείου. Μια λύση που θα αίρει τα εμπόδια και για την ικανοποίηση
των ευρωπαϊκών της φιλοδοξιών.
Είναι
γι’ αυτό που αντί εξάντλησης σε εσωτερικές πολιτικές συζητήσεις, θα πρέπει να
προχωρήσουμε σε κινητοποίηση διεθνώς και εντός ΕΕ, για να ασκηθούν πιέσεις και
για να αξιοποιηθούν δυνατότητες επιρροών πάνω στην Τουρκία. Να αναλάβουμε
πρωτοβουλίες για το κορυφαίο θέμα της ασφάλειας. Λύση με εγγυήσεις και εγγυητές
είναι αδιανόητη. Οι εγγυήσεις υπήρξαν η πηγή κακοδαιμονίας για την Κύπρο. Θα
πρέπει οριστικά να καταργηθούν και να μπουν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Η
συμμετοχή στον ΟΗΕ και την ΕΕ είναι επαρκές εγγυητικό πλαίσιο.
Θα
πρέπει ακόμα η ΕΕ να αναλάβει τις ευθύνες της απέναντι στο πρόβλημα της
στρατιωτικής κατοχής μιας χώρας μέλους της από μια άλλη χώρα που ζητά να
ενταχθεί στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Η ενεργός επικουρική συνδρομή της ΕΕ στις
προσπάθειες για λύση είναι θεμελιακή της υποχρέωση. Για να είναι η λύση όχι
απλώς λειτουργική και βιώσιμη, αλλά και πλήρως συμβατή με τις αρχές, τις αξίες
και τους κανόνες λειτουργίας που ισχύουν στην Ευρώπη.
Θα
πρέπει επίσης να γίνει απολύτως σαφές ότι η λύση δεν μπορεί να αποτελέσει σε
καμιά περίπτωση πρωτογενές δίκαιο. Ούτε είναι νοητό να υπάρξουν μόνιμες
παρεκκλίσεις από το κοινοτικό κεκτημένο. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να το
καταστήσει σαφές στις συνομιλίες. Ιδιαίτερα, μετά τις δηλώσεις Ακιντζί για «λύση
πρωτογενούς δικαίου».
Σε
αυτή την κρίσιμη συγκυρία των κυπριακών εξελίξεων αποτελεί υπέρτατο χρέος και
ιστορική ευθύνη η διαμόρφωση συνθηκών μιας ελάχιστης εθνικής συνεννόησης στη
διαχείριση του Κυπριακού. Το Κυπριακό πρέπει να αποτελεί πεδίο ενότητας και όχι
αντιπαραθέσεων. Αυτή είναι η απαίτηση του λαού μας. Η μορφή και το περιεχόμενο
της λύσης έχουν καθοριστεί με την ομόφωνη απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου του
Σεπτεμβρίου του 2009. Να αποτελέσει θεμέλιο ευρύτατης πολιτικής και λαϊκής
ενότητας. Είναι ώρα ευθύνης για όλους και η συνείδηση αυτής της ευθύνης εθνικό
χρέος.
Επείγει,
ταυτόχρονα, η αξιοποίηση των νέων γεωστρατηγικών, γεωπολιτικών και
γεωοικονομικών δεδομένων που έχουν διαμορφωθεί στην περιοχή μας και ανέτρεψαν
παγιωμένες ισορροπίες δεκαετιών. Η παταγώδης αποτυχία της τουρκικής πολιτικής
στον αραβικό κόσμο, οι βαθύτατα τραυματισμένες της σχέσεις με το Ισραήλ, η
συνεργασία Κύπρου-Ισραήλ-Αιγύπτου και οι άριστες σχέσεις που διατηρεί η Κύπρος
τόσο με τον αραβικό κόσμο, όσο και με το Ισραήλ, σε συνδυασμό με το συγκριτικό
πλεονέκτημα των φυσικών μας πόρων στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της
Κυπριακής Δημοκρατίας, συνιστούν το νέο πεδίο, πάνω στο οποίο μπορεί να
οικοδομηθεί η εθνική μας στρατηγική. Για να οδηγηθούμε στη λύση που θα
τερματίζει οριστικά τα μαρτύρια του λαού μας και να δημιουργεί τις προϋποθέσεις
για την αρμονική συμβίωση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, σε μια κοινή πατρίδα.
Μόνο έτσι μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για τη σταθερότητα και την ειρήνη. Μόνο
έτσι μπορεί να αποκατασταθεί το δίκαιο και η ομαλότητα στην Κύπρο και την
περιοχή.
Σε
αυτή τη δύσκολη διεθνή και εθνική συγκυρία επαναβεβαιώνουμε τη δέσμευσή μας πως
θα συνεχίσουμε τον αγώνα όσος χρόνος κι αν χρειαστεί, όσες θυσίες κι αν
απαιτηθούν, για τη διασφάλιση του ειρηνικού και ελεύθερου μέλλοντος της πατρίδας
και ολόκληρου του λαού μας.
Τιμώμενοι
μάρτυρες της τραγωδίας του 1974,
Σήμερα
σας δίνουμε αναφορά και μήνυμα σε τούτο τον ετήσιο απολογισμό. Σας βεβαιώνουμε
ότι, με γνώση της ιστορικής αλήθειας και με επίγνωση του χρέους, θα κοιτάξουμε
μπροστά, για να διαγράψουμε πορείες λυτρωτικές για το μέλλον. Γιατί δεν μας
επιτρέπεται να αφήσουμε τα όνειρα, τα δικά σας όνειρα, να λεηλατηθούν και τις
προσδοκίες ενός ολόκληρου λαού να αναιρεθούν.
Τιμή
και δόξα στους αθάνατους ήρωες και μάρτυρες της αντίστασης κατά του
πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής του 1974.