στην
τελετή απονομής του Βραβείου του ΟΠΕΚ «Γιάννος Κρανιδιώτης»
στον
κ. Γ. Μαρκοπουλιώτη και Αλεξάνδρα Ατταλίδου
Αποτελεί
για μένα ιδιαίτερη η τιμή να απονείμω το Βραβείο Πρωτοποριακής Δημιουργίας
«Γιάννος Κρανιδιώτης» για το 2014, στον Γιώργο Μαρκοπουλιώτη –συνεργάτη και φίλο
του αείμνηστου Γιάννο- και στην Αλεξάνδρα Ατταλίδου, επικεφαλής των
αντιπροσωπειών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην
Κύπρο.
Θα
ήθελα να συγχαρώ τόσο τον Όμιλο Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της
Κοινωνίας (ΟΠΕΚ) όσο και την Επιτροπή Απονομής του Βραβείου που θέσπισαν τον
καταξιωμένο αυτό θεσμό προς τιμή του Γιάννου Κρανιδιώτη. Ενός, και είναι κοινώς
παραδεκτό, φωτισμένου πολιτικού και διπλωμάτη. Ενός οραματιστή Κύπριου και
Ευρωπαίου.
Ο
Γιάννος Κρανιδιώτης προσέφερε στην Κύπρο και την Ελλάδα ανεκτίμητες υπηρεσίες.
Αποκορύφωμα της προσφοράς του, ο καταλυτικός ρόλος που διαδραμάτισε στην
ενταξιακή πορεία της Κύπρου προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Θέλω
να συγχαρώ την Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και το Γραφείο του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Κύπρο και ιδιαιτέρως τον κ. Γιώργο Μαρκοπουλιώτη
και την κα Αλεξάνδρα Ατταλίδου, στο πρόσωπο των οποίων τιμάται σήμερα και το
συνολικό έργο, η μεγάλη προσφορά των δύο αντιπροσωπειών στην Κύπρο.
Είναι
κοινή η πεποίθηση πως από την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι
αντιπροσωπείες των δύο αυτών θεσμών διαδραμάτισαν ένα πολύ σημαντικό ρόλο στη
διάδοση στην κυπριακή κοινωνία των ευρωπαϊκών αρχών, αλλά και στην εμπέδωση των
δημοκρατικών αντιλήψεων και ευρωπαϊκών διαδικασιών.
Ανέπτυξαν
και αναπτύσσουν ποικιλόμορφη δράση, λειτουργώντας ενισχυτικά σε κάθε πρωτοβουλία
που τονώνει την ευρωπαϊκή διάσταση και διαδίδει την ευρωπαϊκή ιδέα.
Είναι
για αυτόν ακριβώς τον λόγο που θεωρώ ορθότατη και αντικειμενικά σοφή την απόφαση
της Επιτροπής Απονομής του Βραβείου Γιάννος Κρανιδιώτης και του ΟΠΕΚ που
επέλεξαν τους δυο αυτούς ευρωπαϊκούς θεσμούς, γιατί θεωρούν ότι οι δράσεις και
οι πρωτοβουλίες που αναπτύσσουν συμπίπτουν απόλυτα με τη φιλοσοφία, την πολιτική
αντίληψη και την εκσυγχρονιστική πολιτική πρακτική του Γιάννου Κρανιδιώτη. Μια
πολιτική δράση που εμπεδώνει την αντίληψη ότι η Κύπρος είναι μια χώρα που ανήκει
στον πολιτιστικό, πολιτικό, αλλά και οικονομικό πυρήνα της Ευρώπης. Και ως
τέτοια πρέπει να λειτουργεί.
Η
Κύπρος, ιστορικά, πολιτιστικά και πολιτικά όχι μόνο ανήκει στην Ευρώπη, αλλά
συνέβαλε στο μέτρο των δυνατοτήτων της και του πολιτισμού της δια μέσου των
αιώνων στη δημιουργία του πολιτισμού, πάνω στον οποίο εδράζεται γενικότερα η
ευρωπαϊκή ιδέα.
Με
την ένταξη της Κύπρου στην Ένωση, η Ευρώπη προσέλαβε τις πραγματικές
γεωπολιτικές διαστάσεις της στην περιοχή μας και επήλθε μια ιστορική
αποκατάσταση στην εύφλεκτη Ανατολική Μεσόγειο, που το είχε και έχει πάντοτε
ανάγκη.
Εντασσόμενη
στην ΕΕ, η Κύπρος αποκαταστάθηκε ιστορικά και πολιτικά και την ίδια ώρα απέκτησε
αξία απείρως μεγαλύτερη του μοναχικού και ανίσχυρου νησιού στη διασταύρωση
αλληλοσυγκρουόμενων, διαχρονικών, διεθνών, πολιτικών, οικονομικών και άλλων
συμφερόντων.
Ανέκαθεν
πιστεύαμε στην ανάγκη αναβάθμισης της παρουσίας της Κύπρου στη διεθνή πολιτική
σκηνή σε μια προσπάθεια οικοδόμησης εκείνων των συμμαχιών και ερεισμάτων που θα
μπορούσαν με τη σειρά τους να διαμορφώσουν ευνοϊκό περιβάλλον για την επανένωση
της Κύπρου και την αποκατάσταση της ειρήνης, της σταθερότητας, της ασφάλειας και
της ευημερίας στη χώρα μας.
Η
ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτέλεσε το πρώτο πολιτικό γεγονός που μετέβαλε
τους συσχετισμούς δυνάμεων. Όπως θα θυμάστε, πριν την ένταξη βρεθήκαμε
αντιμέτωποι με τις τότε τουρκικές απειλές και τουρκικές αντιλήψεις «για
αντίδραση άνευ ορίων» σε περίπτωση που η Κυπριακή Δημοκρατία εντασσόταν στην ΕΕ
πριν από τη λύση του κυπριακού. Πολύ λίγοι πίστευαν τότε ότι η ένταξη της Κύπρου
στην ΕΕ ήταν εφικτή. Ακόμη και στους κύκλους της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η
συνετή και καλά μελετημένη εθνική στρατηγική από τη μια του οραματιστή Γιάννου
Κρανιδιώτη, αλλά και των Κυβερνήσεων Σημίτη – Κληρίδη μέσα από μια εθνική
στρατηγική του πολιτικού ρεαλισμού που ακολούθησαν, αλλά και η ομόψυχη στάση του
απανταχού του Ελληνισμού, απέδωσαν καρπούς. Κέρδισαν συμμάχους για την Κύπρο και
δεν επέτρεψαν στην Τουρκία να υλοποιήσει τις απειλές της.
Θέλω
όμως να τονίσω πως θα ήταν μέγα σφάλμα αν η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας
στην ΕΕ αντιμετωπιζόταν ανταγωνιστικά ή ακόμα και αντιπαραθετικά προς την
Τουρκία. Δεν πρόκειται για μια κίνηση που στόχο είχε να πλήξει ή να τιμωρήσει
την Τουρκία.
Ήταν
μια κίνηση δημιουργίας, ανάπτυξης και ενίσχυσης κινήτρων λύσης για όλες τις
πλευρές. Και για την ελληνοκυπριακή πλευρά βεβαίως, αλλά και για την
τουρκοκυπριακή και για την ίδια την Τουρκία. Θα θυμάστε όλοι το κίνημα που
αναπτύχθηκε στα κατεχόμενα υπέρ της ειρηνικής συνύπαρξης στο νησί. Ήταν θεωρώ
αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό της επίδρασης που έδινε η ευρωπαϊκή προοπτική στους
πολίτες αυτής της πατρίδας.
Η
εκτίμηση αυτής της δυναμικής ήταν που οδήγησε τόσο την Ελλάδα όσο και την Κύπρο,
να κάνουν τη μεγάλη στροφή στην εξωτερική τους πολιτική και να γίνουμε εκείνοι
που ζητούν πλέον την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αντί εκείνοι που
έθεταν βέτο.
Θέλω
με την ευκαιρία αυτή να απευθυνθώ στους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας και να
κάμω σαφές πως η ένταξη του συνόλου της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί
ένα προνόμιο που κερδίσαμε με τη διαπραγμάτευση και τον ενταξιακό μας αγώνα.
Είμαι
αποφασισμένος αυτό το προνόμιο, με ό,τι θετικό αυτό συνεπάγεται για τους πολίτες
αυτού του τόπου να το μοιραστούμε με τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας, με
όλους γενικότερα τους νόμιμους κατοίκους του νησιού μας.
Δεν
έχω την παραμικρή αμφιβολία πως η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση προσφέρει το
πλαίσιο –και είναι αυτό που αποτιμάται σήμερα δέκα χρόνια μετά-, πάνω στο οποίο
μπορούμε να οικοδομήσουμε την έντιμη κι αποτελεσματική λύση του Κυπριακού. Θα
πρέπει να το αξιοποιήσουμε.
Θα
πρέπει να κάνω μια αναφορά στο θετικό κλίμα που επικράτησε στο πρόσφατο δείπνο
με τον νέο Τουρκοκύπριο ηγέτη Μουσταφά Ακκιντζί. Μιλήσαμε, για πρώτη φορά
επιτέλους, τόσο ανοικτά, χωρίς δισταγμούς, χωρίς να αποφεύγουμε να επισημάνουμε
ό,τι ο καθένας θεωρούσε ως κρίσιμο. Μεταξύ άλλων, βεβαίως, και τη δυνατότητα
συμβουλών από την ΕΕ και τη συμβολή που μπορεί να διαδραματίσει η ΕΕ στη
διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των τεσσάρων ελευθεριών, γενικότερα πώς
θα ήταν δυνατόν αξιοποιώντας την ιδιότητα και την παρουσία μας στην Ευρώπη να
διασφαλίσουμε τον κάθε Κύπριο για να ξεπεραστούν οι φοβίες, οι ανησυχίες, οι
ανασφάλειες.
Αν
είναι κάτι που με κάνει να νιώθω ευτυχής είναι ότι φαίνεται να μοιραζόμαστε το
ίδιο όραμα. Ένα όραμα που εστιάζεται σε ό,τι μέχρι σήμερα έχει συμφωνηθεί. Μια
γνήσια ομοσπονδία που καμία σχέση έχει με τη συνομοσπονδία ή τις φοβίες που
ακούγονται.
Μια
νέα κατάσταση πραγμάτων, μια λύση που οπωσδήποτε δεν θα παραγνωρίζει το
ευρωπαϊκό κεκτημένο, τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες, τα ανθρώπινα δικαιώματα,
μια λύση που θα δημιουργεί προοπτικές για όλους μας και θα αποτελεί με τη
συναπόφαση του συνόλου του λαού μέσα από το δημοψήφισμα, σταθεροποιητικό
παράγοντα στην περιοχή, κάτι που αναβαθμίζει και θα αναβαθμίσει ακόμα
σημαντικότερα το ρόλο της Κύπρου ως κράτους μέλους της ΕΕ.
Θέλω
να πιστεύω ότι οι επόμενοι των μηνών θα δημιουργήσουν όχι απλώς την αχτίδα
ελπίδας που σήμερα δημιουργείται αλλά την προοπτική της συντομότερης δυνατής
λύσης, μιας λύσης που θα λαμβάνει υπόψη τις ανησυχίες και των Ελληνοκυπρίων αλλά
και των Τουρκοκυπρίων, μιας λύσης που δεν θα δημιουργεί νικητές και δεν θα
αφήνει ηττημένους. Αν αυτό αποτελεί και θα αποτελέσει την κουλτούρα μας, δηλαδή
την ανάγκη επιτέλους να συνειδητοποιήσουμε ότι μόνο μέσα από την ειρηνική
συμβίωση μπορεί να υπάρξει ασφάλεια και μέλλον και προοπτική για τα παιδιά και
για όσες άλλες γενιές, στις οποίες χρωστάμε να δημιουργηθούν συνθήκες ασφάλειας
και προοπτικής, πιστεύω ακράδαντα ότι θα το επιτύχουμε. Αρκεί να υπάρχει
ενότητα, αρκεί να εγκαταλειφθεί η καχυποψία, αρκεί να υπάρξει επιτέλους η
αποφασιστικότητα. Και από δικής μας πλευράς, από δικής μου πιο συγκεκριμένα –και
θέλω να πιστεύω ότι το ίδιο όραμα μοιραζόμαστε με ένα πλειοψηφικό ρεύμα της
κοινωνίας και ότι θα γίνει κατορθωτό- είμαι αποφασισμένος να δουλέψω προκειμένου
να πετύχουμε την απαλλαγή της Κύπρου από τα κατοχικά στρατεύματα, να επιτύχουμε
την επανένωση της πατρίδας μας, να πετύχουμε να συγκροτήσουμε ένα κράτος
σύγχρονο, απόλυτα ευρωπαϊκό.
Πιστεύω
ότι η μεγάλη επιτυχία της ένταξης είναι ότι σήμερα έχουμε ένα κοινό έδαφος πάνω
στο οποίο συζητούμε. Έχουμε τις ασφαλιστικές δικλείδες και για τους
Τουρκοκύπριους και για μας, διότι το ευρωπαϊκό κεκτημένο δεν διακρίνει εθνοτική
καταγωγή ή κοινοτική καταγωγή ή διαχωρίζει τους πολίτες ανάλογα με το φύλο ή τη
φυλή. Αυτό είναι το μεγάλο επίτευγμα που έχουμε πετύχει ή το μεγάλο απόθεμα που
θα μας βοηθήσει και είναι αυτό που με κάνει αισιόδοξο επειδή μοιραζόμαστε και
αυτό με τον Μουσταφά Ακκιντζί, ένα όραμα που θα μας επιτρέψει, αξιοποιώντας τον
προστατευτικό ιστό που παρέχουν είτε οι αρχές είτε οι αξίες της ΕΕ, αλλά και οι
θεσμοί, να δημιουργηθούν οι συνθήκες που επιτέλους όλοι θα αισθανόμαστε ότι
δώσαμε αυτό που χρωστάμε στην πατρίδα μας.
Αυτά
είναι τα μηνύματα που θέλω να στείλω, ότι επιτέλους έφτασε η ώρα όλοι να
καταλάβουμε ότι υπάρχει μέλλον αν υπάρχει αποφασιστικότητα να ξεπεραστούν οι
διαχωριστικές γραμμές και ιδιαίτερα οι κίνδυνοι. Και οι κίνδυνοι είναι η
παράταση του απαράδεκτου αδιεξόδου. Αυτή θα ήταν ίσως και η ύψιστη τιμή και προς
τον Γιάννο Κρανιδιώτη, έναν οραματιστή, αλλά και ρεαλιστή και αυτό έχει μεγάλη
σημασία.
----------------------