Ο
Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης προήδρευσε σήμερα στο Προεδρικό
Μέγαρο συνεδρίας του Εθνικού Συμβουλίου.
Μετά
τη λήξη της συνεδρίας, ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος κ. Χρήστος Στυλιανίδης δήλωσε
στους δημοσιογράφους ότι «η σημερινή συνεδρία απαρτιζόταν ουσιαστικά από δύο
μέρη.
Το
πρώτο μέρος περιελάμβανε την πλήρη και ενδελεχή ενημέρωση από πλευράς του
Προέδρου της Δημοκρατίας για όλες τις εξελίξεις που συνέβησαν από την τελευταία
συνεδρία του Εθνικού Συμβουλίου. Ειδικά επικεντρώθηκε στη γνωστή απόρριψη εκ
μέρους της τουρκοκυπριακής πλευράς της τελευταίας μας εισήγησης σε ό,τι αφορά
τη διαμόρφωση του κοινού ανακοινωθέντος.
Ο
Πρόεδρος ενημέρωσε τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου ότι μετά και από αυτή την
απόρριψη πάρθηκε η απόφαση και εστάλη επιστολή προς τον ΓΓ του ΟΗΕ στις 2
Ιανουαρίου, 2014 η οποία παρέθετε πλήρως όλα τα συμβάντα και γεγονότα και
κατέθετε τη θέση της πλευράς μας για την προοπτική επανέναρξης ενός ουσιαστικού
διαλόγου.
Η
επιστολή αναγνώστηκε στα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου. Έγινε συζήτηση και σε
ό,τι αφορά το περιεχόμενο της επιστολής αλλά και για περαιτέρω χειρισμούς. Η συζήτηση
δεν ολοκληρώθηκε, γι’ αυτό ορίστηκε νέα συνάντηση του Εθνικού Συμβουλίου για
συζήτηση επί των περαιτέρω χειρισμών στο Κυπριακό στις 24 Ιανουαρίου.
Στο
δεύτερο μέρος, η συζήτηση περιελάμβανε ουσιαστικά τις εισηγήσεις, προτάσεις και
μέτρα από τη διακομματική Επιτροπή, που είναι υποεπιτροπή του Εθνικού
Συμβουλίου, η οποία κατέθεσε έγγραφο που αφορά μέτρα αποτροπής των
Ελληνοκυπρίων ιδιοκτητών περιουσιών να καταφεύγουν στην επιτροπή αποζημιώσεων.
Είναι γνωστό το πόσο περίπλοκο είναι αυτό το θέμα, με πολλές νομικές διαστάσεις
και νομικά προβλήματα, ειδικά μετά τις γνωστές αποφάσεις από το ΕΔΑΔ στις
υποθέσεις Δημόπουλος και Αρέστη.
Είχαμε
πολλές ερωτήσεις και απαντήσεις και προς τους αρμόδιους Υπουργούς Οικονομικών,
Εσωτερικών και Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης που ήταν παρόντες. Παρόντες,
επίσης, ήταν ο Γενικός Εισαγγελέας και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας και άλλοι
εισαγγελείς και νομικοί σύμβουλοι. Ήταν μια πολύ ουσιαστική συζήτηση στην οποία
διαφάνηκε το περίπλοκο του προβλήματος.
Ο
Πρόεδρος της Δημοκρατίας με τη σύμφωνη γνώμη και των μελών του Εθνικού
Συμβουλίου πρότεινε όπως η διακομματική Επιτροπή συναντηθεί εκ νέου με τους
αρμόδιους Υπουργούς και τη Νομική Υπηρεσία, για να διεξέλθουν κάποια θέματα για
τα οποία υπάρχουν μέχρι στιγμής κάποια αναπάντητα ερωτήματα. Θα συνεχιστεί η
συζήτηση και ενδεχομένως να έχουμε κάποιες τελικές αποφάσεις και μέτρα γύρω από
αυτό το θέμα στις 24 Ιανουαρίου».
Ερωτηθείς
αν υπήρξε απάντηση από πλευράς του ΓΓ του ΟΗΕ στην επιστολή του Προέδρου της
Δημοκρατίας, ο κ. Στυλιανίδης είπε «όχι, ακόμη δεν έχουμε καμία απάντηση εκ
μέρους του ΓΓ του ΟΗΕ. Η επιστολή έχει κοινοποιηθεί σε όλα τα 15 μέλη του
Συμβουλίου Ασφαλείας και τις επόμενες μέρες θα κοινοποιηθεί και στους τρεις
θεσμικούς παράγοντες της ΕΕ, δηλαδή στον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στον
Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου».
Κληθείς
να σχολιάσει δήλωση του ΓΓ του ΑΚΕΛ ότι χάθηκαν τέσσερεις μήνες με τη
διαδικασία που ακολουθήθηκε για επίτευξη κοινού ανακοινωθέντος, ο κ. Στυλιανίδης
είπε ότι «σε καμιά περίπτωση δεν αποδεχόμαστε ότι χάθηκε χρόνος σε ό,τι αφορά
την αναζήτηση ενός κοινού ανακοινωθέντος με στόχο μια ουσιαστική επανέναρξη των
συνομιλιών. Η δική μας πλευρά επιμένει ότι για μας στο Κυπριακό δεν υπάρχει
αδιέξοδο. Εμείς θα επιμείνουμε και δεν δεχόμαστε να μας επιρριφθεί ευθύνη ως
ελληνοκυπριακή πλευρά σε καμιά περίπτωση. Για αυτό και στέλλουμε αυτό το μήνυμα
προς όλους, ότι ναι, θα επιμείνουμε σε επανέναρξη διαλόγου με στόχο ουσιαστικό
διάλογο. Θα είμαστε πάντα έτοιμοι με στόχο να φτάσουμε σε αυτές τις ουσιαστικές
συνομιλίες. Αυτή είναι η βασική θέση της Κυβέρνησης και θα επιμένει και μέχρι
τώρα έχουμε την πεποίθηση ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά κάνει ό,τι περνά από το
χέρι της».
Σε
ερώτηση αν ο Ειδικός Σύμβουλος του ΓΓ του ΟΗΕ για το Κυπριακό κ. Αλεξάντερ
Ντάουνερ θα πιέσει τις δύο πλευρές ή αν η πίεση θα είναι ετεροβαρής προς την
πλευρά μας, ο κ. Στυλιανίδης είπε ότι «με την άφιξή του ο κ. Ντάουνερ θα έχει
συνάντηση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας το απόγευμα της προσεχούς Δευτέρας στο Προεδρικό Μέγαρο. Εμείς δεν
δεχόμαστε ότι υπάρχουν οποιεσδήποτε πιέσεις. Αντιλαμβάνεστε ότι στη βάση του
θεσμού και του καθεστώτος καλών υπηρεσιών του ΟΗΕ και ιδιαίτερα του Ειδικού
Συμβούλου, δεν τίθεται θέμα πιέσεων. Εδώ υπάρχει συνδιαβούλευση με τη βοήθεια
του ΟΗΕ, έτσι ώστε να καταλήξουμε όντως σε κάτι που θα μας βοηθήσει να μπούμε
σε ένα ουσιαστικό διάλογο που θα είναι ξεκαθαρισμένη η προοπτική κατάληξης και
η γνωστή βάση λύσης».
Ερωτηθείς
αν αναμένει ότι θα εκδηλώσει κάποια πρωτοβουλία ο κ. Ντάουνερ, ο οποίος φθάνει
στην Κύπρο στις 12 Ιανουαρίου, ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος είπε ότι «δεν έχουμε
τέτοια πληροφορία. Αναμένουμε την άφιξή του. Για μας είναι σαφές και ξεκάθαρο.
Η ελληνοκυπριακή πλευρά, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας που είναι ο βασικός
διαπραγματευτής, επιμένει ότι υπάρχει δυνατότητα επανέναρξης ουσιαστικού
διαλόγου με στόχο την προοπτική κατάληξης. Για μας η λύση του Κυπριακού είναι η
βάση της όλης πολιτικής φιλοσοφίας αυτής της Κυβέρνησης. Για αυτό δεν δεχόμαστε
οποιαδήποτε λογική επίρριψης ευθυνών όταν έχουμε αποδείξει στην πράξη ότι
κάνουμε το πάν για αυτή την έναρξη ουσιαστικού διαλόγου».
Κληθείς
να σχολιάσει δημοσίευμα στο οποίο αναφέρεται ότι ενδέχεται σύγκληση συνάντησης
των ηγετών των δύο κοινοτήτων στη Νέα Υόρκη από τον ΓΓ του ΟΗΕ, ο κ.
Στυλιανίδης είπε ότι «για μας ο στόχος είναι η επανέναρξη του διαλόγου, φτάνει
σε οποιαδήποτε μορφή ή διαδικασία επανέναρξης του διαλόγου να είναι ξεκάθαρη η
βάση λύσης και η δυνατότητα ουσιαστικού διαλόγου με προοπτική κατάληξης και όχι
διάλογος για χάρη διαλόγου».
Ερωτηθείς
αν σήμερα κατατέθηκαν κωδικοποιημένα μέτρα για αποτροπή προσφυγής στην επιτροπή
αποζημιώσεων, ο κ. Στυλιανίδης είπε ότι «δόθηκαν εισηγήσεις, οι οποίες έτυχαν
πολύ συστηματικής επεξεργασίας εκ μέρους των Υπουργείων Οικονομικών και
Εσωτερικών. Υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα, αλλά και από πλευράς Νομικής
Υπηρεσίας με θέσεις του Γενικού Εισαγγελέα και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα
διαφάνηκε ότι πάρα πολλές από τις εισηγήσεις θα πρέπει να τύχουν περαιτέρω
νομικής επεξεργασίας.
Το
θέμα είναι πολύ δύσκολο, είναι πολύ περίπλοκο. Μην ξεχνάτε ότι οι υποθέσεις
Δημόπουλος και Αρέστη έχουν δημιουργήσει τρομακτικά προβλήματα κάτι που
αποδεικνύει τα μεγάλα και τρομακτικά προβλήματα που δημιουργεί η παράταση του
χρόνου και της εκκρεμότητας».
____________________