29/11/13

Ομιλία του Υπουργού Άμυνας κ. Φ. Φωτίου σε διάλεξη για την ενεργειακή ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο





Tο Υπουργείο Άμυνας και το Κυπριακό Κέντρο Μελετών (ΚΥΚΕΜ) αποφάσισαν να διοργανώσουν από κοινού αυτήν την εκδήλωση, με γνώμονα την ανταλλαγή απόψεων αναφορικά με τις προοπτικές αλλά και τις προκλήσεις που διανοίγονται στον τομέα της Ενεργειακής Ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο, στο πλαίσιο της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


Με αυτήν την ευκαιρία, θα ήθελα να εκφράσω τις θερμές ευχαριστίες μου για την εδώ παρουσία σας, η οποία δεικνύει παράλληλα το αμέριστο ενδιαφέρον σας για το σημαντικό και επίκαιρο αυτό θέμα.

Προτού αναπτύξω τις βασικές πτυχές της ομιλίας μου θεώρησα χρήσιμο να αναφερθώ ακροθιγώς στις έννοιες της Ενεργειακής Ασφάλειας και της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ακολούθως, θα παραθέσω τη σχέση τους με την Ανατολική Μεσόγειο αναπτύσσοντας παράλληλα διάφορους συλλογισμούς και προβληματισμούς. Ολοκληρώνοντας, θα προσπαθήσω να σκιαγραφήσω το πεδίο των αρμοδιοτήτων του Υπουργείου Άμυνας στον ευρύ τομέα της ενεργειακής ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο σε εθνικό επίπεδο.

Αρχίζοντας, λοιπόν, με τον όρο Ενεργειακή Ασφάλεια, είναι προφανές ότι αυτός εμπερικλείει διάφορες ερμηνείες, οι οποίες ποικίλουν ανάλογα με την οπτική γωνία που εξετάζεται. Για παράδειγμα η ενεργειακή ασφάλεια για μια οικογένεια ή και μια επιχείρηση σημαίνει συνεχής παροχή φτηνού ηλεκτρισμού και καυσίμου. Αντίστοιχα για τις Ένοπλες Δυνάμεις μιας χώρας σημαίνει την επαρκή αποθήκευση, τη συνεχή παροχή καθώς και την αξιόπιστη διαθεσιμότητα των αναγκαίων καυσίμων σε όλα τα θέατρα επιχειρήσεων που εντέλλονται να αναπτυχθούν και να δράσουν.

Γενικότερα, θα λέγαμε ότι για ένα κράτος η ενεργειακή ασφάλεια διασφαλίζει την οικονομική του ανάπτυξη μέσα από την αδιάλειπτη παροχή ενεργειακών πόρων σε οικονομικά συμφέρουσα τιμή. Αν αυτή η διάθεση παρεμβάλλεται ή διακόπτεται, τότε οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές για την οικονομία, την ασφάλεια του κράτους καθώς και για την ίδια την κοινωνία.
Στη συνέχεια θα ήθελα να αναφερθώ επιγραμματικά στην Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία αποτελεί τον επιχειρησιακό βραχίονα της Ε.Ε. στον τομέα της διαχείρισης των διεθνών κρίσεων. Συγκεκριμένα πρόκειται για την ανάπτυξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων και μη στρατιωτικών αποστολών εκτός της Ένωσης. Ως παραδείγματα μπορούμε να παραθέσουμε τη ναυτική στρατιωτική Επιχείρηση στον Κόλπο του Άντεν για καταπολέμηση της πειρατείας, γνωστή ως «ΑΤΑΛΑΝΤΑ» και τη στρατιωτική εκπαιδευτική Αποστολή στο Μάλι για την ενδυνάμωση των νόμιμων δυνάμεων ασφαλείας της χώρας.

Γενικά αυτό που επιδιώκει η Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα από την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας είναι να συμβάλει στη διατήρηση της ειρήνης, στην πρόληψη των συγκρούσεων και στην ενίσχυση της διεθνούς ασφάλειας, σύμφωνα με τις αρχές του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Σε αυτό το σημείο να διευκρινίσω ότι η Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, δεν έχει αναπτύξει συγκεκριμένες αποστολές με σκοπό την ενίσχυση του τομέα της ενεργειακής ασφάλειας της Ένωσης.

Κάποιος, βέβαια, εύλογα θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η ναυτική επιχείρηση στον Κόλπο του Άντεν αποτρέποντας, μεταξύ άλλων, και την πειρατεία πετρελαιοφόρων δεξαμενόπλοιων, συμβάλλει έστω και έμμεσα στην ενδυνάμωση της ενεργειακής ασφάλειας. Σε κάθε περίπτωση, όπως θα αναδειχθεί σε λίγο, διαφαίνεται ότι ο τομέας της ασφάλειας και της άμυνας προσλαμβάνει δυναμικές προεκτάσεις στο πεδίο αυτό.

Έχοντας προσδιορίσει την Ενεργειακή Ασφάλεια και την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πιστεύω ότι είμαστε σε θέση να εξετάσουμε αρχικά, την εν δυνάμει συσχέτιση αυτών των δύο όρων και ακολούθως να απαντήσουμε στο ερώτημα, πώς θα μπορούσε η Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας να συμβάλει στην ενδυνάμωση της ενεργειακής ασφάλειας και της ενεργειακής απόδοσης.  

  • Είναι φανερό ότι η αποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων και των αποστολών στον τομέα της διαχείρισης κρίσεων εξαρτάται και από την ενεργειακή ασφάλεια. Αυτή η παρατήρηση διαπιστώνεται εύκολα αφού δεν είναι δυνατό να νοηθεί η υλοποίηση τους χωρίς τη συνεχή και αξιόπιστη παροχή καυσίμων σύμφωνα με τις ανάγκες τους.
  • Επιπλέον, θα πρέπει να τονισθεί ότι η Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας, εκτός από τη διαχείριση κρίσεων συμπεριλαμβάνει και τη διαδικασία ανάπτυξης δυνατοτήτων όπου μέσα από την έρευνα και την τεχνολογία, τη βιομηχανία και την αγορά, στοχεύει στην ανάπτυξη οικονομικά βιώσιμων, ανταγωνιστικών, διαλειτουργικών και σύγχρονων δυνατοτήτων. Είναι στο πλαίσιο αυτό που βρίσκονται σε εξέλιξη διάφορα προγράμματα υπό την αιγίδα της Ένωσης, τα οποία συμβάλλουν, αν όχι άμεσα σίγουρα έμμεσα, στην περαιτέρω ενίσχυση του τομέα της ενεργειακής ασφάλειας.
-          Νομίζω αυτό το σημείο μπορεί να γίνει πιο κατανοητό μέσα από την παράθεση διάφορων παραδειγμάτων, όπως η ανάπτυξη δυνατοτήτων διττής χρήσης, δηλαδή στρατιωτικών και μη στρατιωτικών εφαρμογών. Τέτοιες δυνατότητες είναι οι δορυφορικές επικοινωνίες, τα τηλεκατευθυνόμενα μη επανδρωμένα αεροπορικά συστήματα, η κυβερνοάμυνα, καθώς και τα συστήματα θαλάσσιας επιτήρησης. Παράλληλα, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας αναπτύσσει προγράμματα, τα οποία αφορούν στην προστασία των κρίσιμης σημασίας εγκαταστάσεων και υποδομών, καθώς επίσης και στην «πράσινη» ενεργειακή ανάπτυξη στο στρατιωτικό τομέα. Απώτερη επιδίωξη είναι να μειωθεί η εξάρτηση από τις παραδοσιακές πηγές ενέργειας και να περιορισθούν οι δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον.

Όπως πολύ καλά γνωρίζετε, η Λιθουανία προεδρεύει αυτό το εξάμηνο του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατά τη διάρκεια λοιπόν της Προεδρίας της προσπάθησε να προσδιορίσει τη διάσταση της ενεργειακής ασφάλειας στο πλαίσιο της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας, στοχεύοντας στην ανάδειξη των τρόπων με τους οποίους θα μπορούσε η Ένωση να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις αναδυόμενες προκλήσεις στον τομέα της ενεργειακής ασφάλειας.

Αυτό όμως που είναι ιδιαίτερα σημαντικό και θα ήθελα να το υπογραμμίσω, είναι το γεγονός ότι σε μερικές εβδομάδες το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο μετά από πέντε χρόνια θα ασχοληθεί για πρώτη φορά με θέματα ασφάλειας και άμυνας. Στο πλαίσιο αυτό αναμένεται ότι θα αναδείξει –μεταξύ άλλων- τη σημασία της ανταπόκρισης της Ένωσης στις ενεργειακές προκλήσεις στον τομέα της άμυνας. Εκτιμάται επίσης ότι θα δώσει έμφαση στην ανάγκη εξεύρεσης καινοτόμων λύσεων για προώθηση της ενεργειακής απόδοσης στις Ένοπλες Δυνάμεις των κρατών μελών, καθώς και των επιχειρήσεων διαχείρισης κρίσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ακολούθως θα ήθελα να σταθώ για λίγο στη Συνθήκη της Λισαβόνας, η οποία τέθηκε σε εφαρμογή την 1η Δεκεμβρίου του 2009. Συγκεκριμένα θα ήθελα να εξετάσουμε κατά πόσον παρέχεται η δυνατότητα σε θεσμικό επίπεδο της χρήσης στρατιωτικών μέσων για σκοπούς ενεργειακής ασφάλειας.

·         Το Κεφάλαιο για την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας στη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρέχει τη δυνατότητα στην Ένωση να αναπτύξει κοινές δράσεις αφοπλισμού, αποστολές πρόληψης συγκρούσεων και διατήρησης της ειρήνης, ή ακόμα και αποκατάστασης της ειρήνης σε μια χώρα ή περιοχή όπου επικρατεί κρίση λόγω ένοπλων συγκρούσεων, πειρατείας ή παραβίασης ανθρώπινων δικαιωμάτων. Επιπλέον δύναται μέσα από τις υποδομές αυτής της Πολιτικής, όπως το Δορυφορικό Κέντρο και το Κέντρο Ανάλυσης Πληροφοριών να συμβάλει στην έγκαιρη ενημέρωση και προειδοποίηση για αναδυόμενες κρίσεις. Όλες αυτές οι δυνατότητες είναι πιθανόν να αξιοποιηθούν σε ένα ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό, ο οποίος θα συμβάλλει και στην ενδυνάμωση της ενεργειακής ασφάλειας της Ένωσης και κατ’ επέκταση των κρατών μελών της, ειδικότερα όταν διακυβεύονται στρατηγικής σημασίας ενεργειακά συμφέροντα.

·         Επιπλέον η Ευρωπαϊκή Ένωση δύναται με βάση τη Ρήτρα Αλληλεγγύης, η οποία προβλέπεται από τη Συνθήκη για την Εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ανταποκριθεί στην ανάγκη ενός κράτους μέλους σε περίπτωση που υποστεί τρομοκρατική επίθεση ή πληγεί από φυσική ή ανθρωπογενή καταστροφή. Αυτή η πρόνοια θα μπορούσε να εξεταστεί σε σχέση με τις εγκαταστάσεις ή υποδομές ζωτικής σημασίας, όπως τις ενεργειακές. Αν και το άρθρο αυτό δεν εντάσσεται στον τομέα της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας διαφαίνεται η συσχέτισή του με αυτόν στο βαθμό που προβλέπεται η σχετική χρήση στρατιωτικών μέσων και υποδομών.

Αναντίρρητα, ο τομέας της ενεργειακής ασφάλειας είναι ιδιαίτερα ευρύς και οπωσδήποτε επεκτείνεται περάν ακόμα και από το πεδίο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, καθώς επίσης και από την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας. Ωστόσο, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η τελευταία συνιστά μέρος της ενεργειακής ασφάλειας στο βαθμό που άπτεται της διάστασης της εξωτερικής ασφάλειας της Ένωσης.

Ήδη από το 2008 η Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα από την Έκθεσή της σχετικά με την Εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφάλειας - Ασφάλεια σε ένα μεταβαλλόμενο κόσμο, ανέδειξε την ενεργειακή ασφάλεια μαζί με την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο και την κλιματική αλλαγή, ως νέες μορφές απειλών. Επιπλέον πρότεινε την εκπόνηση μιας ενεργειακής πολιτικής σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία θα πρέπει να συνδυάζει την εξωτερική και την εσωτερική διάσταση. Αυτή ακριβώς η διαπίστωση διανοίγει προοπτικές για αξιοποίηση των δυνατοτήτων της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας, στον τομέα της ενεργειακής ασφάλειας της Ένωσης.

Έχοντας αναδείξει τη σημασία αυτών των δύο όρων, δηλαδή της Ενεργειακής Ασφάλειας και της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας, μπορούμε να διερευνήσουμε με ποιο τρόπο η γεωγραφική περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου δύναται να συμβάλει στην περαιτέρω ενεργειακή απεξάρτηση και βιωσιμότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κατ’ επέκταση των κρατών μελών της.

Το θέμα αυτό μπορεί να αναλυθεί έχοντας κατά νου ότι ενεργειακή ασφάλεια για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η διασφάλιση της βιωσιμότητας, της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας σε σχέση με τις τιμές ενέργειας. Υπό αυτή την έννοια, η ενεργειακή ασφάλεια συμβάλλει καθοριστικά στην περαιτέρω καταπολέμηση της φτώχειας, στην προστασία των ευάλωτων καταναλωτών – νοικοκυριών, καθώς και στην οικοδόμηση εύρωστων και υγιών κοινωνιών. Δεδομένου ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολο της εξαρτάται από την προμήθεια ενέργειας από το εξωτερικό, είναι προφανές ότι η κοινή ενεργειακή πολιτική της θα πρέπει να βρίσκεται σε πλήρη συνοχή με την κοινή εξωτερική πολιτική της και να λαμβάνει υπόψη τις διάφορες προκλήσεις στο διεθνή χώρο.

Η κρίση του 2006, όταν η Ρωσία διέκοψε την παροχή φυσικού αέριου στην Ουκρανία επηρεάζοντας την παροχή στην Ευρώπη, κατέδειξε απερίφραστα το βαθμό ευπάθειας της Ένωσης στον ενεργειακό ανεφοδιασμό. Παράλληλα συνετέλεσε στη διαπίστωση της ανάγκης για λήψη μέτρων και ανεύρεσης νέων πηγών παροχής ενέργειας.

Υπό το φως αυτών των δεδομένων, πρέπει να θεωρηθεί σημαντικό το νέο νομοθετικό πλαίσιο που προνοεί η Συνθήκη της Λισαβόνας για εκπόνηση μιας κοινής ενεργειακής πολιτικής. Μιας πολιτικής που θα συμβάλει στη διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού της Ένωσης στην προώθηση της διασύνδεσης των ενεργειακών δικτύων, στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και στην εξοικονόμηση ενέργειας. Με άλλα λόγια θεμελιώνεται ο προσανατολισμός της Ένωσης για ενεργειακή απεξάρτηση, η οποία θα πρέπει ταυτόχρονα να είναι και πιο φιλική προς το περιβάλλον.

Η ενεργειακή ανασφάλεια στην Ευρώπη γίνεται ολοένα και πιο αισθητή αφού τα αποθέματα των ενεργειακών της πόρων λιγοστεύουν. Μάλιστα εκτιμάται ότι το 2030 η Ευρώπη θα εισαγάγει πέραν του 75% του πετρελαίου και του φυσικού αερίου που χρειάζεται. Παράλληλα, αναδυόμενες δυνάμεις, όπως για παράδειγμα η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία, συμβάλλουν στη συρρίκνωση των επιλογών για προμήθεια ενέργειας, αυξάνοντας ταυτόχρονα τον ανταγωνισμό. Αν στην εξίσωση αυτή προστεθεί και η παράμετρος των κλιματολογικών και περιβαλλοντικών αλλαγών που επηρεάζουν αρνητικά την παροχή ενέργειας, γίνεται πασιφανές ότι η Ένωση βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα ευρύ φάσμα προκλήσεων ενεργειακής ασφαλείας. Συνεπώς θα πρέπει να προχωρήσει στην προοδευτική ενεργειακή απεξάρτηση, μέσα από τη διερεύνηση άλλων πλεονεκτικότερων, εναλλακτικών ενεργειακών δικτύων.

Ακριβώς σε αυτό το σημείο είναι που η ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο σε συνδυασμό με την προοπτική δημιουργίας ενεργειακών δικτύων, θα μπορούσε να αναδείξει την περιοχή μας ως εναλλακτική και βιώσιμη επιλογή για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Εξάλλου η σημασία της Μεσογείου υποδεικνύεται και στην Έκθεση σχετικά με την Εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφάλειας του 2008, όπου γίνεται προτροπή περαιτέρω εμπλοκής της Ένωσης στη Μεσόγειο με σκοπό τη συνεργασία σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, όπως η θαλάσσια ασφάλεια, η ενέργεια, το νερό, η μετανάστευση και η τρομοκρατία. Επίσης η αξίας της Ανατολικής Μεσογείου αναγνωρίζεται ευκρινώς, αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι νέοι στρατηγικοί προμηθευτές για την Ένωση έχουν προσδιορισθεί στην Ανατολική Μεσόγειο, στη λεκάνη της Κασπίας Θάλασσας και στο Ιράκ.


Η ανακάλυψη επομένως σημαντικών ποσοτήτων υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο μπορεί να χρησιμεύσει ως καταλύτης για μια ευρύτερη συνεργασία σε περιφερειακό επίπεδο, συμβάλλοντας έτσι στην ειρήνη και στη σταθερότητα στην περιοχή. Επίσης, μπορεί να αποτελέσει μέσο στην ενίσχυση της περιφερειακής ενεργειακής ασφάλειας και στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων οι οποίες θα τονώσουν τις οικονομίες των χωρών της περιοχής. Είναι λοιπόν εύλογο ότι το θέμα ενέργεια αναδεικνύει τη σημασία της Κύπρου σε γεωστρατηγικό, γεωοικονομικό και γεωπολιτικό επίπεδο. Κατά συνέπεια η ενεργειακή συνεργασία μεταξύ Κύπρου, Ελλάδας και Ισραήλ προσδίδει ευοίωνες προοπτικές για κάλυψη μέρους των ενεργειακών αναγκών της Ευρώπης. Σε αυτό το πλαίσιο αποδίδουμε ιδιαίτερη σημασία στη διεύρυνση και εμβάθυνση της συνεργασίας μας με την Αίγυπτο και το Λίβανο.

Επιτρέψετε μου να αναφερθώ ακόμα λίγο στο ζήτημα αυτό, το οποίο όπως πολύ καλά γνωρίζετε διευρύνεται σε οριζόντιο επίπεδο σε διάφορα Υπουργεία και Υπηρεσίες. Πιστεύω, λοιπόν, ότι οι Άδειες Έρευνας Υδρογονανθράκων που έχουν ήδη δοθεί στις εταιρείες Noble Energy, Delek Drilling, Avner Oil Exploration, Eni, Kogas και Total επιβεβαιώνουν ότι τα λόγια με σχεδιασμό και σύνεση, μετουσιώνονται σε πράξεις, διανοίγοντας νέους ορίζοντες συνεργασίας και ευημερίας. Παράλληλα, η πρόθεση κατασκευής στο Βασιλικό, Τερματικού Σταθμού Υγροποίησης Φυσικού Αερίου (LNG), οι σχεδιασμοί για ανάπτυξη και σύνδεση ενεργειακών δικτύων καθώς και πόντισης ηλεκτρικού καλωδίου, αποτελούν απτά στοιχεία για την ενδυνάμωση της ενεργειακής ασφάλειας τόσο των Μεσογειακών χωρών όσο και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ενεργειακή απεξάρτηση αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες αναδυόμενες διεθνείς προκλήσεις και ως εκ τούτου η αντιμετώπιση της δεν μπορεί να γίνει μεμονωμένα. Αναμφίβολα στις δύσκολες οικονομικές περιόδους που βιώνουμε η ευόδωση αυτής της προσπάθειας θα συμβάλει στην ανακούφιση των καταναλωτών αφού πλέον θα μιλάμε για πιο προσιτή, ασφαλή και φτηνή ενέργεια.

Δράττομαι της ευκαιρίας να θυμίσω ότι μόλις πριν δύο μέρες στην κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο κ. Μπαρόσο εξέφρασε τη σθεναρή στήριξη της Επιτροπής στην Κύπρο και κατ' επέκταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ανακοίνωσε την πρόσθετη χρηματοδότηση της τάξης των 200 εκατομμυρίων για την Κύπρο σε μια προσπάθεια ενίσχυσης της χώρας μας σε επενδύσεις στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Ο κ. Μπαρόσο αναφέρθηκε ταυτόχρονα στο κυριαρχικό μας δικαίωμα όσον αφορά τους χειρισμούς μας για το φυσικό αέριο, το οποίο, όπως επισήμανε, θα συμβάλει στην ανάκαμψη της οικονομικής μας ανάπτυξης και στην ενδυνάμωση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού τόσο της Κύπρου όσο και ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το θέμα της ενεργειακής ασφάλειας αναδεικνύεται ως ένα πολύ σημαντικό ζήτημα για την Ένωση και τα κράτη μέλη της. Ανάλογη σημασία αποδίδεται και στη θαλάσσια ασφάλεια, η οποία συμβάλλει στην ενδυνάμωση της ενεργειακής ασφάλειας. Η Κύπρος μαζί με την πλειοψηφία των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποστηρίζει την ανάγκη εκπόνησης μιας Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για τη Θαλάσσια Ασφάλεια, της οποίας τα οφέλη θα καταστούν πολλαπλασιαστές ισχύος τόσο για την ευρωπαϊκή ασφάλεια και κατ’ επέκταση για την ασφάλεια της χώρας μας, όσο και για την οικονομική και εμπορική ανάπτυξη. Πριν λίγες ημέρες το Συμβούλιο αποφάσισε ότι μέχρι τον Ιούνιο του 2014 θα πρέπει να υιοθετηθεί μια Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τη Θαλάσσια Ασφάλεια. Προσδοκούμε ότι στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου θα δοθεί περαιτέρω ώθηση μέσα από κατευθυντήριες γραμμές για την ολοκλήρωση της εν λόγω Στρατηγικής.

Βέβαια δεν θα επεκταθώ άλλο, αφού είμαι σίγουρος ότι αυτό το θέμα θα αναπτύξει περιεκτικά σε λίγο ο φίλτατος Καθηγητής, Χρήστος Ιακώβου.

Πλησιάζοντας στην ολοκλήρωση της παρέμβασης μου, θα ήθελα να αναφερθώ στο ρόλο του Υπουργείου Άμυνας στο θέμα της ενεργειακής ασφάλειας, η οποία θα πρέπει να θεωρείται ως μέρος της εθνικής μας ασφάλειας. Στα λόγια του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, έχω την εντύπωση ότι συμπυκνώνεται η απαράμιλλη σημασία της ενεργειακής ασφάλειας, όταν αναφέρει ότι,  «Ένα έθνος που δεν μπορεί να ελέγξει τις ενεργειακές του πηγές, δεν μπορεί να ελέγξει το μέλλον του». Αυτό σημαίνει ότι ένα κράτος, θα πρέπει να προνοεί για την ενεργειακή του ασφάλεια, με τον ίδιο τρόπο που προστατεύει την εδαφική, την εναέρια, τη θαλάσσια του ασφάλεια, καθώς και αυτήν του κυβερνοχώρου.

  • Από πλευράς του Υπουργείου Άμυνας και σε συνεργασία με τα αρμόδια Υπουργεία, όπου αυτό απαιτείται, εκπονούνται στρατηγικοί σχεδιασμοί, αμυντικής και ενεργειακής διπλωματίας, στο πλαίσιο της ευρύτερης προστασίας του κράτους από εξωτερικούς κινδύνους και απειλές. Αυτός ο στρατηγικός σχεδιασμός εκτείνεται σε ένα ευρύ πλέγμα που σχετίζεται με την Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς και με διμερείς και πολυμερείς συνεργασίες με επιδίωξη την ενδυνάμωση της ενεργειακής ασφάλειας του κράτους.

  • Παράλληλα, όπως είναι γνωστό, το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε τη συγκρότηση Υπουργικής Επιτροπής  με στόχο την  εκπόνηση σχετικής μελέτης για την εξεύρεση τρόπων βελτίωσης της φυσικής ασφάλειας των κρίσιμης σημασίας ενεργειακών υποδομών και εγκαταστάσεων εκμετάλλευσης ενεργειακών πόρων, τόσο στη ξηρά όσο και στη θάλασσα.

  • Στο πλαίσιο της πολιτικής της κυβέρνησης για μια συνεκτική, εξωστρεφή και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική και αμυντική διπλωματία το Υπουργείο Άμυνας, σε συνεργασία με το Υπουργείο Εξωτερικών, εξετάζει την ενδεχόμενη συμμετοχή του σε διάφορες δράσεις, όπως την ενεργειακή ασφάλεια, τη θαλάσσια ασφάλεια, την κυβερνοάμυνα, τον έλεγχο και ασφάλεια των συνόρων, σε θέματα ανθρωπιστικής φύσης και διαχείρισης προσφύγων καθώς και στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, δια μέσου διμερών ή πολυμερών συνεργασιών, όπως για παράδειγμα το Πρόγραμμα για το Συνεταιρισμό για την Ειρήνη ή άλλων διεθνών εξειδικευμένων κέντρων.

  • Επιπλέον, προωθούμε την προμήθεια σύγχρονων μέσων, τα οποία θα ενισχύσουν τις δυνατότητες μας για επιτήρησης της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Πάντως, σας διαβεβαιώνω ότι μέλημα της κυβέρνησης είναι η αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων μέσων, δυνατοτήτων και επιλογών, καθώς και των εταιρικών συνεργασιών, προκειμένου να διασφαλισθεί η ενεργειακή ασφάλεια της χώρας και κατ' επέκταση όσων θα επωφελούνται από αυτήν.

Συνεπώς, θα ήθελα να υπογραμμίσω τη σημασία της συλλογικής προσπάθειας στην αντιμετώπιση των προκλήσεων και των απειλών στον τομέα της ενεργειακής ασφάλειας. Ειδικότερα, αν αναλογισθούμε ότι στο εγγύς μέλλον θα αυξηθεί η δυσκολία πρόσβασης στους ενεργειακούς πόρους του πλανήτη, ενώ παράλληλα θα αυξάνονται και οι προκλήσεις που θα προέρχονται από τις κλιματικές αλλαγές, τις φυσικές ή ανθρωπογενείς καταστροφές, καθώς και τις εμπόλεμες συγκρούσεις. Συνεπώς, η επιτυχής και περιεκτική αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων, προϋποθέτει την αγαστή συνεργασία τόσο μεταξύ των διαφόρων θεσμικών οργάνων και υπηρεσιών της Ένωσης, των κρατών μελών, των εταίρων, των ιδιωτικών και δημόσιων φορέων της, όσο και της βιομηχανίας αλλά και της κοινωνίας που την απαρτίζει.

Ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάζεται οδικό χάρτη για μετασχηματισμό του ευρωπαϊκού συστήματος ενέργειας για το 2050 προκειμένου να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις κλιματολογικές και οικονομικές προκλήσεις, καθώς και τις απειλές στον τομέα της ενεργειακής ασφάλειας. Ελπίζω στην ευρύτερη προσπάθεια της Ένωσης για ενδυνάμωση της ενεργειακής ασφάλειας να ληφθούν υπόψη και οι δυνατότητες που παρέχονται μέσα από την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας.

Το υπό διαμόρφωση γεωπολιτικό περιβάλλον στην εγγύς περιοχή και η νέα δυναμική που αναπτύσσεται, αναδεικνύουν τον αναβαθμισμένο ρόλο της Κύπρου ως παράγοντα ειρήνης, σταθερότητας και ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και ως ένα αξιόπιστο εταίρο ο οποίος, εφόσον παραστεί ανάγκη, θα είναι έτοιμος να συνεισφέρει τις υποδομές του για ανθρωπιστικούς σκοπούς. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να γίνει ξεκάθαρο προς όλες τις κατευθύνσεις ότι η αξιοποίηση του φυσικού μας υποθαλάσσιου πλούτου, αναφαίρετο κυριαρχικό μας δικαίωμα με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας, θα συντείνει στην ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εγχείρημα το οποίο θα πρέπει επιτέλους να αντιληφθεί η Τουρκία, η οποία επιθυμεί την ένταξή της στην Ένωση. Τα προσκόμματα, οι αντιδράσεις, οι απειλές και οι αμφισβητήσεις, πρέπει να σταματήσουν προκειμένου να οδηγηθούμε σε ανάπτυξη, ευημερία, ασφάλεια και πρόοδο στην ευρύτερη περιοχή μας.

Επιτρέψετε μου να καταλήξω, παραπέμποντας σε μια σημαντική αναφορά της «Πράσινης Βίβλου» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του 2006, όπου διατυπώνεται με σαφήνεια ότι, οι επιλογές κάθε κράτους μέλους της Ένωσης, όσον αφορά στις πηγές ενέργειας, αναπόφευκτα έχουν επίδραση στην ενεργειακή ασφάλεια των γειτόνων του και της Ένωσης στο σύνολό της καθώς και στην ανταγωνιστικότητα και στο περιβάλλον.

Είναι μέσα σε αυτό το πλαίσιο αλληλεξάρτησης και αλληλεγγύης που η Ένωση και τα κράτη μέλη της θα πρέπει να συνταιριάσουν τις εθνικές τους επιλογές με τις κοινοτικές. Τούτο αποτελεί ανάγκη έτσι ώστε να τεθούν οι προϋποθέσεις για ευόδωση μιας κοινής ενεργειακής πολιτικής στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία θα μπορεί να ενισχύεται, στο βαθμό που απαιτείται, από τις επιλογές που διαθέτει η Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας.

________________