Στη
μικρή ή μεγάλη ιστορία ενός λαού και ενός έθνους προβάλλουν κάποιοι
σταθμοί και κάποια ορόσημα που ανακεφαλαιώνουν με τη μορφή και το
περιεχόμενο τους την ηθική ομορφιά του λαού, και διαμορφώνουν με την
έκταση και την ένταση τους την ιστορική μοίρα του έθνους.
Μέσα στην ατελεύτητη ροή του χρόνου, η μνήμη
των λαών ανατρέχει σε αυτούς τους ιστορικούς σταθμούς και σταματά μια
στιγμή σε αυτά τα ορόσημα για να καταθέσει ένα στεφάνι τιμής στους
γνωστούς και άγνωστους δημιουργούς τους και να επαναφέρει στο προσκήνιο
της ζωής την ουσία της διαχρονικής υπόστασης τους. Πέρα από τα ορατά
γεγονότα και τις συγκριτικές πράξεις, που συνθέτουν και συμπληρώνουν τις
προνομιούχες ιστορικές ώρες του εθνικού βίου, αναδύεται από το βάθος
στην επιφάνεια το αιώνιο μήνυμα και το αξεθώριαστο νόημα αυτών των ωρών,
αναζητώντας φορείς για να το μεταφέρουν μέσα στον χρόνο και πομπούς για
να το αναμεταδίδουν πέρα από τον χρόνο.
Στη μεγάλη αυτή διαδρομή των απανταχού
Ελλήνων ορόσημο αποτελεί ο Απελευθερωτικός Αγώνας της ΕΟΚΑ 1955-1959, η
Άλκιμος Νεολαία και η ΟΧΕΝ. Η
ανάληψη δράσης την 1η Απριλίου του 1955 σηματοδοτεί τη ημέρα που
σταμάτησαν τα ειρηνικά και άκαρπα διαβήματα για αυτοδιάθεση. Την ημέρα
που αρχίζει πλέον η ιστορία να γράφει τις σελίδες της κυπριακής
ελευθερίας με αίμα ηρώων.
Ο ένοπλος αγώνας της ΕΟΚΑ δεν υπήρξε τίποτα
άλλο παρά η έμπρακτη κορύφωση του προαιώνιου λυτρωτικού πόθου των
Κυπρίων για Ένωση. Ο αγώνας που έμελλε να σημαδέψει το μέλλον του
κυπριακού Ελληνισμού. Έτσι,
λοιπόν, στις 22 Αυγούστου του ’54, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ορκίζει τον
κυπριακό Ελληνισμό από τον άμβωνα της Παναγίας της Φανερωμένης και οι
εξελίξεις φαντάζουν προδιαγεγραμμένες.
Λίγους μήνες αργότερα, το καΐκι της ελευθερίας αρμενίζει για την Κύπρο μεταφέροντας το πρώτο πολεμικό υλικό,
και μαζί του τον στρατιωτικό αρχηγό της οργάνωσης. Ο Γεώργιος Γρίβας
αναλαμβάνει τη διοίκηση του αγώνα και καταστρώνει το τελειότερο, ίσως,
σχέδιο ανταρτοπόλεμου της σύγχρονης παγκόσμιας ιστορίας.
Η απαράμιλλη φιλοπατρία και αυτοθυσία που
χαρακτηρίζουν αυτούς που πρώτοι ανταποκρίνονται στο προσκλητήριο
σάλπισμα του Διγενή και στελεχώνουν τον ένοπλο αντιαποικιακό αγώνα, δεν
εκπλήσσουν. Η Ορθόδοξος Χριστιανική Ένωσις Νέων, η ΟΧΕΝ, με πρωτομάστορα
από το 1946 τον ιερέα της Παναγίας Φανερωμένης αείμνηστο Παπασταύρο
Παπαγαθαγγέλου, υπήρξε, πολύ προηγουμένως, το εκκολαπτήριο φλογερών
πατριωτών, λαμπρών νέων με αδάμαστη θέληση για απελευθέρωση της Κύπρου
από τον αγγλικό ζυγό και Ένωση με τη μητέρα Ελλάδα. Οι πρώτοι, κυρίως,
αγωνιστές της ΕΟΚΑ, προερχόμενοι από τις τάξεις της ΟΧΕΝ, διακρίνονται
για την αδαμάντινη τους πίστη στον Χριστό και την προσήλωση στα
ελληνοχριστιανικά ιδανικά.
Από τον προθάλαμο της ΕΟΚΑ, την ένδοξη ΟΧΕΝ,
έχουν θητεύσει ορισμένα από τα μεγαθήρια της σύγχρονης κυπριακής
ιστορίας. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν ο Ιάκωβος Πατάτσος, ο Πέτρος Ηλιάδης, ο
Μιχαήλ Γεωργάλλας, ο Μάρκος Δράκος, ο Νίκος Γεωργίου, ο Στυλιανός
Λένας, ο Παναγιώτης Γεωργιάδης και πολλοί άλλοι. Ενώ τα κορίτσια της
ΟΧΕΝ βρίσκονταν πάντα στην πρώτη γραμμή σε όλες τις επαναστατικές
εκδηλώσεις της ΕΟΚΑ, πολυγραφούσαν φυλλάδια, αναρτούσαν πανό και
προμήθευαν τους αντάρτες με τρόφιμα και ρούχα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι νέοι αυτοί δεν
ήταν απόκοσμοι ούτε υπερφυσικοί. Ήταν κάτι περισσότερο από ανθρώπινοι.
Είχαν τις αδυναμίες τους όπως και οι σημερινοί νέοι. Ήταν ευαίσθητοι,
ερωτευμένοι με μια μικρή αγαπημένη να τους καρτερεί. Λάτρευαν τη μάνα,
τον πατέρα την οικογένεια, τη φύση. Είχαν εφόδια για τον κόσμο να
πορευτούν, να επιτύχουν και να διακριθούν. Ήταν πάνω απ’ όλα γνώστες, εντρυφητές και ενσαρκωτές των ιδεωδών, των παραδόσεων και των πεπρωμένων της φυλής.
Οδηγός και καθοδηγητής εκείνης της
λεβεντογενιάς ήταv o μυστικός χείμαρρος της ψυχής τoυ έθνους μας και η
εσωτερική δύναμη της φυλής μας. Αυτή η δύναμη δημιουργεί τoν γαλαξία
τωv ελληνικών θαυμάτων μέσα στo στερέωμα της ιστορίας. Αυτή η δύναμη
οδήγησε τα άλκιμα νιάτα της Κύπρου να γράψουν νέες σελίδες ένδοξης
ιστορίας.
Και επειδή, κατά τα λόγια του Αισχύλου, μόνο
εμείς, αντίθετα προς τους βαρβάρους, ποτέ δεν μετρήσαμε τον εχθρό στη
μάχη, οι Έλληνες αγωνιστές της Κύπρου νίκησαν. Γονάτισαν και ταπείνωσαν
μια αυτοκρατορία.
Αυτό ήταν, φίλες και φίλοι, το μήνυμα και
αυτό το δίδαγμα που μας κατέλιπαν οι πρόγονοι μας. Ένα συμβόλαιο
ελευθερίας γραμμένο με το αίμα τους, που αναζητεί ελληνικές ψυχές για να
το αναμεταδίδουν και να το συντηρούν μέσα στην πολυτάραχη ζωή και
πορεία του έθνους.
Ελληνίδες και Έλληνες,
Είναι με τη δέουσα συγκίνηση που βρισκόμαστε
σήμερα στον ιερό τούτο χώρο για να θυμηθούμε και να τιμήσουμε τους
ήρωες της κυπριακής ελευθερίας. Για να αποτίνουμε ιδιαίτερο φόρο τιμής
στους επτά αυτούς αγωνιστές του Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ στελεχών
της ΟΧΕΝ.
Για να αναστήσουμε το μεγαλείο των ηρώων
στις καρδιές μας, για να αντλήσουμε δύναμη από τη ζωή και τους αγώνες
τους και να φωτίσουμε την ψυχή μας με την ανταύγεια της δόξας τους.
Συγκεντρωθήκαμε σήμερα για να ατενίσουμε νοερά το μεγαλείο του ηθικού
και αγωνιστικού αναστήματος τους και να αναπροσαρμόσουμε το μήνυμα της
θυσίας τους σε χρόνο ενεστώτα.
Στρέφουμε τη μνήμη μας πίσω για να
συναντήσουμε εκείνες τις μορφές και εκείνα τα γεγονότα που συνέγραψαν
τις ωραιότερες σελίδες της κυπριακής ιστορίας, που αναβίωσαν με το
πνεύμα και τα ιδανικά τους τις πιο όμορφες στιγμές του εθνικού
παρελθόντος. Και διερωτόμαστε, αλήθεια, πόσο μέλλον έχει το παρελθόν
μας; Πόσο σημαντικό είναι για μας, σήμερα, να το αναδείξουμε και να το
προστατεύσουμε, όχι ως μνημείο ή μουσειακό έργο, αλλά ως ζώσα
πραγματικότητα, ως πρότυπο προς μίμηση;
Τα πενήντα οκτώ και πλέον χρόνια που πέρασαν δεν είναι μεγάλη χρονική απόσταση από την ημέρα
εκείνη. Δεν έχουν σβήσει ούτε τις ζωντανές μαρτυρίες της εποχής, ούτε
τις συγκινήσεις της ιστορικής εκείνης περιόδου. Ζουν ανάμεσα μας τα
ονόματα και οι θυσίες των ηρώων μας, στέκουν ακόμη οι τόποι που έπεσαν,
ακούγεται ακόμη ο θρήνος για τον χαμό τους και οι ζητωκραυγές για τη
δόξα τους. Όλοι και όλα φαίνονται τόσο κοντά και τόσο μακριά μας. Τόσο
κοντά μας, σαν να ’ταν χτες που έζησαν και έδρασαν, που πέθαναν και
πέρασαν στην αθανασία. Και τόσο μακριά, σαν να μετρούν αιώνες, τα όσα
μεσολάβησαν από το χτες, μέχρι την αδιαφορία και την απαξίωση του
σήμερα.
Η Κύπρος του σήμερα, δυστυχώς, δεν είναι
αυτή που οραματιστήκαμε, δεν είναι αυτή για την οποία αγωνίστηκαν τα
παλικάρια της ΕΟΚΑ και θυσιάστηκαν οι τιμώμενοι ήρωες μας. Οι θυσίες και
αγώνες των ηρώων μας κατά των Τούρκων το ’74, παραμένουν ακόμη
εκκωφαντικά αδικαίωτοι, ενώ το δράμα των συγγενών των αγνοουμένων
εξακολουθεί να συνεχίζεται.
Ο λαός μας σήμερα εξακολουθεί για 39 σχεδόν
χρόνια να βιώνει τις παρενέργειες του μιάσματος της κατοχής. Το σημερινό
μνημόσυνο είναι ευκαιρία για να σταθούμε με περίσκεψη απέναντι στην
τραγικότητα των στιγμών και να προσμετρήσουμε τις ιστορικές μας ευθύνες.
Να παραδειγματιστούμε, δηλαδή, από τα λάθη
της νεφελώδους ιστορίας μας και να εργαστούμε για τη δημιουργία
υπόβαθρου ενότητας που θα μας επιτρέψει να διέλθουμε τις τραγικές
συνέπειες της εισβολής, αλλά και τις συνέπειες μιας πρωτόγνωρης
οικονομικής κρίσης. Μιας οικονομικής κρίσης που θέτει σε άμεσο κίνδυνο
όχι μόνο το βιοτικό μας επίπεδο αλλά και τα θεμέλια της οικονομίας μας
και της κοινωνικής μας συνοχής. Και κατ’ επέκταση, τον αγώνα μας για
εθνική επιβίωση και δικαίωση.
Τα εθνικά μας ζητήματα απαιτούν συλλογική
διαχείριση. Πανεθνική κινητοποίηση και εθνική συνεννόηση. Απαιτούν να
αντιληφθούμε ότι τόσο το Κυπριακό όσο και οι συνέπειες της οικονομικής
κρίσης είναι ζητήματα φυσικής και εθνικής επιβίωσης του κυπριακού
Ελληνισμού, και δεν μπορεί παρά να αποτελούν υπόθεση όλων. Οφείλουμε να
καταλάβουμε ότι τα εθνικά μας θέματα δεν προσφέρονται ούτε για
ακρότητες, ούτε για δημαγωγίες ή άγονες αντιπαραθέσεις ή ανώφελες
υποσχέσεις.
Γι’
αυτό με σοβαρότητα και προσήλωση στην αναγκαιότητα για ενότητα και
συλλογικότητα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει ενημερώσει τους
πολιτικούς αρχηγούς στα πλαίσια των τακτικών τους συναντήσεων για τις
πρόσφατες εξελίξεις μετά το δείπνο με τον κατοχικό ηγέτη και τις επαφές
με τον Αμερικανό Υφυπουργό Εξωτερικών. Η αλληλοενημέρωση και η
συνεργασία μεταξύ των πολιτικών κομμάτων είναι για εμάς η μόνη επιλογή
και ο μοναδικός δρόμος.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση
δηλώνουμε εμφαντικά έτοιμοι να αγωνιστούμε και να εργαστούμε συστηματικά
για να εξέλθουμε από την κρίση το συντομότερο δυνατό. Την ίδια ώρα όμως
παραμένουμε πιστοί στην επίτευξη του υπέρτατου μας στόχου για επανένωση
της πατρίδας μας. Γιατί δεν έχουμε δικαίωμα να συμβιβαζόμαστε με τη
στασιμότητα και την κατοχή. Απαλλαγμένοι από τα δεσμά της οικονομικής
κρίσης θα μπορέσουμε να ισχυροποιήσουμε τη διαπραγματευτική μας θέση στο
Κυπριακό, στη βάση μιας ολοκληρωμένης και διεκδικητικής στρατηγικής,
αξιώνοντας αυτό που δικαιούμαστε, αυτό που μας αξίζει.
Κλείνοντας, θέλω να στείλω ένα ξεκάθαρο
μήνυμα, ότι χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία στα πλαίσια του Εθνικού
Συμβουλίου κατά τρόπο συλλογικό δεν είναι δυνατόν να αναμένουμε καμιά
θετική έκβαση ή αποτέλεσμα που να ικανοποιεί τις εθνικές μας επιδιώξεις.
Γι’
αυτό, με σοβαρότητα και τεκμηρίωση προετοιμάζεται η απόσυρση των
προτάσεων που κρίνονται από την πλειοψηφία του λαού και της πολιτικής
ηγεσίας ως απαράδεκτες.
Ταυτόχρονα,
όμως, καμιά δύναμη δεν μπορεί να μας εξαναγκάσει να υπαναχωρήσουμε από
τις θέσεις μας για μια ορθή λύση του προβλήματος μας. Καμιά πίεση δεν
μπορεί να μας πείσει να ξεγράψουμε τα θεμελιώδη δίκαια και δικαιώματα
μας. Κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει την ειλικρίνεια των προθέσεων
μας και κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι αυτά που επιδιώκουμε είναι
παράλογα ή υπερβολικά. Ως Κυβέρνηση θα σταθούμε αυστηρά ενάντια σε όσους
επιχειρήσουν να επιστρατεύσουν μεθοδεύσεις και αθέμιτα μέσα για να
πλήξουν τις θέσεις και την αξιοπιστία της πλευράς μας.
Ξέρουμε ότι ο δρόμος δεν είναι εύκολος, αλλά
ούτε και το 1955 ήταν εύκολος. Έχουμε όμως την υπομονή και την επιμονή
να τον διανύσουμε και την αντοχή να τον πορευτούμε. Με σύνεση, με
αξιοπρέπεια και με υπευθυνότητα. Με σταθερό πάντα στόχο το καλύτερο
μέλλον του λαού και του τόπου μας.
Σε αυτές τις μεγάλες ώρες της εθνικής μας
ευθύνης ας ευχηθούμε λοιπόν να μας φωτίζει η αγωνιστικότητα, η ακλόνητη
πίστη και η ισχυρή θέληση των αγωνιστών του ’55 και τα μηνύματα των
αγώνων τους που παραμένουν επίκαιρα. Γιατί
δεν μπορούμε να διαψεύσουμε την ιστορία μας. Αυτό είναι το ιστορικό μας
χρέος έναντι στις απελθούσες και επερχόμενες γενεές των Ελλήνων της
Κύπρου. Αυτή είναι η οφειλή μας και αυτό θα αποτελέσει την καλύτερη
δικαίωση των αγώνων και της θυσίας τους. |
|