Η
εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974 συγκαταλέγεται
ανάμεσα στα πιο ειδεχθή και αποτρόπαια εγκλήματα που συντελέστηκαν στην
παγκόσμια ιστορία. Οι εν ψυχρώ εκτελέσεις, οι θηριωδίες, η υφαρπαγή
των εδαφών και των περιουσιών μας, η ανάγκη για διακρίβωση της τύχης των
αγνοουμένων, συνθέτουν μόνο μερικές από τις παραμέτρους του θλιβερού
δράματος που διέρχεται η πατρίδα μας για 39 συναπτά έτη.
Η συγγραφική αποτύπωση των διαφόρων πτυχών
της κυπριακής τραγωδίας αποτελεί πράξη ιστορικού χρέους, αλλά και
απότιση του ελάχιστου φόρου τιμής σε όσους έπεσαν θύματα των ορδών του
Αττίλα και πότισαν με το αίμα τους τα χώματα της πατρώας γης.
Είναι γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο που μέσα σε
αυτή την πρωτόγνωρη οικονομική δοκιμασία που υφίσταται η Κύπρος η
αποψινή μας παρουσία θα μπορούσε να εκληφθεί ως έκφραση εκτίμησης και
τιμής. Εκτίμησης γιατί μας δίνεται η ευκαιρία να γνωρίσουμε το νέο
συγγραφικό έργο του φίλου Λεωνίδα Λεωνίδου, και τιμής γιατί το
περιεχόμενο και οι μαρτυρίες που καταγράφει φανερώνουν με τρόπο
εμφαντικό το μέγεθος του εγκλήματος και επιβεβαιώνουν το μεγαλείο των
ηρώων μας. Σε αυτούς άλλωστε επιλέγει ο ίδιος ο συγγραφέας να αφιερώσει
το νέο του έργο με τίτλο «Διά πυρός και σιδήρου».
Φίλες και φίλοι,
Προτού συνοψίσω τα όσα καταγράφονται στο
βιβλίο, επιτρέψτε μου να εκφράσω την απεριόριστη εκτίμηση μου για τη
δράση και προσφορά του συγγραφέα Λεωνίδα Λεωνίδου. Στο πρόσωπο του
Λεωνίδα εντοπίζουμε όλα τα στοιχεία ενός αληθινού αγωνιστή και γνήσιου
πατριώτη.
Γεννηθείς στον Άγιο Θεόδωρο της Καρπασίας,
αποφοίτησε από το Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου ενώ στη συνέχεια μετέβη
για σπουδές στην Αθήνα και μεταπτυχιακές σπουδές στην Ουαλία. Ο Ιούλιος
του 1974 τον βρήκε στην πρώτη γραμμή του αγώνα για απόκρουση της
τουρκικής επιβουλής. Κατά την πρώτη φάση της εισβολής, ο Λεωνίδας
μετείχε στις μάχες για κατάληψη του τουρκικού θύλακα της εκτός των
τειχών Αμμοχώστου, ενώ κατά τη δεύτερη φάση των τουρκικών επιχειρήσεων
έλαβε μέρος στις μάχες στην περιοχή της σχολής Γρηγορίου. Με το τέλος
της εισβολής, ο Λεωνίδας επέστρεψε στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου εργάστηκε
στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορικής. Η εκεί παρουσία του
συνδυάστηκε με την ανάπτυξη έντονης συνδικαλιστικής και πολιτιστικής
δράσης. Αξιόλογη και μεστή ήταν η εμπλοκή του στο φοιτητικό κίνημα, ενώ
ξεχωρίζει η αγάπη και η υποστήριξη που επέδειξε στις δράσεις της
κυπριακής παροικίας. Από τη συγγραφική του προσφορά, συγκρατούμε το
βραβευμένο σύγγραμμα «Ο Άγιος Θεόδωρος Καρπασίας: Τόπος και άνθρωποι»
και το τετράτομο έργο αφιερωμένο στον βίο και την πολιτεία του Αρχηγού
της ΕΟΚΑ, Γεωργίου Γρίβα Διγενή.
Προσφάτως είχα την ευκαιρία να διαβάσω το
νέο βιβλίο του Λεωνίδα. Ο τίτλος «Διά πυρός και σιδήρου» είναι απόλυτα
συμβολικός και αποτυπώνει τα όσα ερεύνησε και κατέγραψε με αφοσίωση και
αμεσότητα. Το έργο του αποτελεί προϊόν εμπεριστατωμένης έρευνας,
βασισμένης σε αυθεντικές μαρτυρίες ανθρώπων. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί
ως πρωτογενείς πηγές την προφορική ιστορία και τον διεθνή τύπο. Θα
πρέπει στο σημείο αυτό να υπογραμμιστεί ότι η προφορική ιστορία αποτελεί
σημαντικό εργαλείο για τον σύγχρονο ιστορικό και ερευνητή, το οποίο
εμπλουτίζει τα υφιστάμενα βιβλιογραφικά κενά και προσδίδει
παραστατικότητα στα γεγονότα.
Το σύγγραμμα του Λεωνίδα στοιχειοθετεί
τεκμήρια της περιόδου 1974 - 2012, τα οποία φανερώνουν τους σχεδιασμούς
της Άγκυρας για εθνοκάθαρση των Ελλήνων της Κύπρου από τις κατεχόμενες
περιοχές. Σκοπός του βιβλίου δεν είναι η επίδειξη γνώσεων, ούτε και η
διατύπωση θεωριών επί της πολιτικής και διπλωματικής διάστασης των
γεγονότων. Ανατρέχοντας στις σελίδες, ο αναγνώστης καλείται να
αντιληφθεί και να συνειδητοποιήσει το μέγεθος του τρόμου, του εκτοπισμού
προσφύγων, την προσπάθεια δημογραφικής αλλοίωσης του πληθυσμού, τις
εκτελέσεις και τα βασανιστήρια αιχμαλώτων, καθώς και την εκβιαστική
μεταχείριση των εγκλωβισμένων.
Κάθε ανθρώπινη μικροϊστορία που περιγράφει ο
συγγραφέας φέρνει στο φως άγνωστες πτυχές της εισβολής, επιβεβαιώνει τη
βαρβαρότητα και οξύνει τον ανθρώπινο πόνο. Οι μνήμες ξαναζωντανεύουν
μέσα από τις περιγραφές των εκτελέσεων που εκτυλίχθηκαν στο Τζιάος, στον
Σύσκληπο, στο στάδιο «Πράξανδρος», στον Καραβά, στη Λάπηθο, στο
Τριμίθι, στην Ελιά, στο Καζάφανι, στη Βασίλεια και σε άλλα μαρτυρικά
χωριά. Ο αναγνώστης συνταράζεται διαβάζοντας για τις εν ψυχρώ δολοφονίες
και τους βιασμούς.
Συγκλονισμό προκαλεί η περιγραφή του τρόπου
μεταχείρισης των αιχμαλώτων κατά τη διαδικασία μεταφοράς τους στην
Τουρκία. Συνθήκες αθλιότητας, πείνας, μακάβριες και βάναυσες
συμπεριφορές. Ο καταιγισμός από χιλιάδες ερωτηματικά και «γιατί» μας
ακολουθεί από την πρώτη μέχρι και την τελευταία σελίδα.
Ένα από τα πολλά περιστατικά των εν ψυχρώ
εκτελέσεων είναι και η σφαγή που εκτυλίχτηκε στο στάδιο «Πράξανδρος». Οι
Τούρκοι εισέρχονταν στην Κερύνεια από παντού. Έβαλλαν προς κάθε
κατεύθυνση, στόχευαν και φόνευαν αδιακρίτως, χωρίς να ξεχωρίζουν
στρατιώτες από αμάχους. Εκτελούσαν ακόμα και υπερήλικες και γυναικόπαιδα
που δεν προέβαλλαν αντίσταση. Πολλούς από τους Ελληνοκύπριους
αιχμαλώτους τους συγκέντρωσαν στο στάδιο «Πράξανδρος», τοποθετώντας
μπροστά τους στρατιωτικό όχημα που έφερε πολυβόλο. Όπως αναφέρει ο
συγγραφέας, οι εξαγριωμένοι Τούρκοι επιδόθηκαν σε ένα στυγνό όργιο
δολοφονίας αιχμαλώτων, προβαίνοντας σε μαζικές εκτελέσεις πέραν των 200
Ελληνοκυπρίων. Στη συνέχεια, έριξαν τα πτώματα σε δύο τεράστιους
λάκκους, τους οποίους άνοιξαν με εκσκαφείς κοντά στην παραλία της
Κερύνειας. Η τραγικότητα των στιγμών συνεχίστηκε με εκτελέσεις στο
Βοτανικό Κήπο, στο Πέντε μίλι και στο λιμανάκι της Λαπήθου.
Από μια πλειάδα εγκλημάτων, η οργή
ξεχειλίζει από τις εκτελέσεις δύο ανάπηρων παιδιών στην Λάπηθο, από το
ξεκλήρισμα της οικογένειας Μάντολες στο χωριό Ελιά, τη σφαγή εξάχρονου
κοριτσιού στην Καρπασία, την εκτέλεση ανήλικης στο χωριό Ταύρου, αλλά
και τις δεκάδες περιπτώσεις βιασμών ανήλικων κοριτσιών.
Σύμφωνα με την έρευνα του συγγραφέα, οι
ειδεχθείς πράξεις των Τούρκων καταγράφηκαν από πολλά διεθνή πρακτορεία.
Συγκεκριμένα, η βρετανική εφημερίδα «The Sun» στις 5 Αυγούστου 1974
δημοσίευσε άρθρο υπό τον τίτλο «The Barbarians» (Οι βάρβαροι)
καταγράφοντας τις εκτελέσεις αμάχων, ενώ δημοσίευσε δηλώσεις γυναικών
που έπεσαν θύματα βιασμού στα χωριά Τριμίθι, Κάρμι και Άγιος Γεώργιος
της Κερύνειας. Ο δημοσιογράφος αναφέρει ότι η συμπεριφορά των Τούρκων
στρατιωτών προκαλεί οργή ανά το παγκόσμιο, ενώ κατηγόρησε την Τουρκία
για τις αποτρόπαιες πράξεις των στρατιωτών της. Επιπρόσθετα, το
πρακτορείο BBC και το γερμανικό περιοδικό Spiegel δημοσίευσαν
φωτογραφίες αγνοουμένων, προβάλλοντας παράλληλα σκηνές της άθλιας
μεταχείρισης των αιχμαλώτων στις φυλακές της Τουρκίας.
Μια σημαντική παράμετρος της εισβολής, την
οποία με ευστοχία και ακρίβεια αποτυπώνει ο συγγραφέας, αφορά στο ζήτημα
των αγνοουμένων. Συγκεκριμένα, ένα μεγάλο κεφάλαιο του βιβλίου είναι
αφιερωμένο στην ανασκόπηση των ενεργειών που έγιναν από την Κυπριακή
Δημοκρατία για διακρίβωση της τύχης τους. Αρκετές σελίδες είναι
αφιερωμένες στις προσφυγές που κατατέθηκαν εναντίον της Τουρκίας και στα
αποτελέσματα των προσπαθειών μας. Πέραν τούτου, ο συγγραφέας εξετάζει
το ιστορικό πλαίσιο που οδήγησε στη δημιουργία της Διερευνητικής
Επιτροπής για τους Αγνοούμενους (ΔΕΑ), αξιολογεί τη διαχρονική της δράση
και καταγράφει τα περιστατικά εκταφής και ταυτοποίησης λειψάνων
αγνοουμένων με τη μέθοδο του DNA.
Επιπρόσθετα, το βιβλίο αναφέρεται και στην
περίπτωση των Αμερικανών αγνοουμένων των οποίων οι υποθέσεις υποβλήθηκαν
στη ΔΕΑ. Βασισμένος σε απόφαση του Κογκρέσου των ΗΠΑ, ημερομηνίας 19
Οκτωβρίου 1994, σχετικά με τους Αμερικανούς πολίτες που αγνοούνται στην
Κύπρο, ο Λευκός Οίκος εξουσιοδότησε το Υπουργείο Εξωτερικών να διεξάγει
έρευνα για την τύχη τους, καθήκον το οποίο ανατέθηκε στον Πρέσβη Ρόμπερτ
Ντίλον. Τον Μάιο 1998 ο Πρόεδρος Κλίντον υπέγραψε και υπέβαλε στο
Κογκρέσο την «Έκθεση του Προέδρου προς το Κογκρέσο για την έρευνα
σχετικά με την τύχη Αμερικανών πολιτών που αγνοούνταν στην Κύπρο από το
1974». Σύμφωνα με την Έκθεση Ντίλον, η έρευνα διακρίβωσε πλήρως την τύχη
ενός από τους πέντε αγνοούμενους Αμερικανούς πολίτες, του Ανδρέα
Κασάπη, του οποίου τα λείψανα αναγνωρίστηκαν με τη μέθοδο του DNA κι
επεστράφησαν στην οικογένειά του για ταφή στις 22 Ιουνίου 1998.
Για τρεις και πλέον δεκαετίες, η Τουρκία δεν
αποδεχόταν να συζητήσει ακόμα και επί της ανθρωπιστικής πτυχής του
θέματος, επιδεικνύοντας μια αυθαίρετη και αρνητική στάση στην παροχή
στοιχείων ή πληροφοριών που θα βοηθούσαν στην διακρίβωση της τύχης των
αγνοουμένων. Η Τουρκία, κατά παράβαση των βασικών αρχών και διακηρύξεων
των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και παραμερίζοντας εσκεμμένα μια σειρά
ειδικών Ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών και του Συμβουλίου της Ευρώπης,
κράτησε ως στρατιωτικό μυστικό οποιαδήποτε πληροφορία αφορούσε τους
Ελληνοκύπριους αγνοούμενους, φοβούμενη ότι τα στοιχεία αυτά θα
τεκμηρίωναν την εγκληματική συμπεριφορά των στρατιωτών της. Πέραν
τούτου, αγνόησε μια σειρά καταδικαστικών αποφάσεων του Ευρωπαϊκού
Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Σε ειδικό υποκεφάλαιο του βιβλίου
καταγράφονται οι εξελίξεις στην υπόθεση των Διακρατικών Προσφυγών της
Κύπρου εναντίον της Τουρκίας, αλλά και οι αποφάσεις του ΕΔΑΔ, οι οποίες
θεώρησαν την Τουρκία υπεύθυνη για σειρά παραβιάσεων της Ευρωπαϊκής
Συνθήκης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και συγκεκριμένα των άρθρων που αφορούν
στο δικαίωμα ζωής, ελευθερίας και ασφάλειας και την απαγόρευση
απάνθρωπης και ταπεινωτικής συμπεριφοράς.
Σήμερα, παρά τις αδιάλειπτες προσπάθειες που
καταβάλλει η πλευρά μας, το δράμα των αγνοουμένων παραμένει τόσο
σύγχρονο όσο ποτέ άλλοτε. Η Κυπριακή Δημοκρατία υποστηρίζει το έργο της
Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοούμενους στις σημαντικές εργασίες
της για εκταφή, ταυτοποίηση και επιστροφή των λειψάνων των αγνοουμένων
στους συγγενείς τους. Θα πρέπει ωστόσο να τονιστεί ότι οι εργασίες της
ΔΕΑ δεν απαλλάσσουν την Τουρκία από την ευθύνη της, στη βάση του
διεθνούς δικαίου, για διενέργεια αποτελεσματικής διερεύνησης για την
τύχη των αγνοουμένων. Επιπλέον, η Τουρκία δεν απαλλάσσεται από την
ευθύνη της να επιτρέψει πρόσβαση στα αρχεία και τις εκθέσεις του στρατού
της, ούτως ώστε να επιτραπεί στη ΔΕΑ να πραγματοποιήσει εκταφές σε
στρατιωτικές ζώνες στις οποίες βρίσκονται χώροι ταφής αγνοουμένων.
Αυτές οι υποχρεώσεις της Τουρκίας
επαναβεβαιώθηκαν τον Ιούνιο του 2012 στη σχετική απόφαση της Επιτροπής
Αναπληρωτών Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, ενώ τόσο ο Γενικός
Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών όσο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχουν
απευθύνει έκκληση για πλήρη πρόσβαση της ΔΕΑ σε στρατιωτικές ζώνες στην
κατεχόμενη Κύπρο. Ο αγώνας και οι προσπάθειες μας στο ανθρωπιστικό αυτό
ζήτημα θα συνεχιστούν μέχρι τη διακρίβωση της τύχης και του τελευταίου
αγνοούμενου.
Με αφορμή τα όσα ανέπτυξα προηγουμένως,
επιτρέψτε μου να αδράξω την ευκαιρία και να αναφερθώ στο σήμερα, όπου οι
στόχοι παραμένουν οι ίδιοι, ενώ οι προκλήσεις γίνονται ακόμα πιο
απαιτητικές. Το Κυπριακό, όντας πρόβλημα εισβολής και κατοχής,
αποτελούσε και αποτελεί την κορυφαία εθνική προτεραιότητα της πολιτικής
ηγεσίας. Η ανάγκη για εξεύρεση δίκαιης, βιώσιμης και λειτουργικής λύσης,
που να διασφαλίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και να θέτει τέλος στις
τουρκικές επιβουλές για διχοτόμηση της νήσου, καθίσταται πλέον
επιτακτική.
Διανύουμε μια εποχή υψηλών απαιτήσεων,
ταχύτατων εξελίξεων και μεταβαλλόμενων δεδομένων. Τόσο σε εθνικό όσο και
διεθνές επίπεδο. Η αντιμετώπιση των προσκλήσεων που αφορούν την πατρίδα
και τα συμφέροντα της απαιτούν συλλογικότητα, ενότητα και σκληρή
δουλειά. Κανενός οι ώμοι δεν είναι αρκετοί για να σηκώσουν το βάρος της
διαχείρισης των σοβαρών προκλήσεων που η Κύπρος καλείται να
αντιμετωπίσει.
Η πατρίδα μας διέρχεται μια ιδιαίτερη και
δύσκολη οικονομική συγκυρία. Η προσπάθεια για συμφωνία με την Τρόικα για
εξασφάλιση της δανειακής σύμβασης είχε κόστος, το οποίο θα πρέπει να
διαχειριστούμε με ψυχραιμία και μεθοδικότητα. Οι στιγμές που περνά ο
Κυπριακός Ελληνισμός είναι τόσο δύσκολες που απαγορεύουν την
ανευθυνότητα και τον λαϊκισμό, ενώ επιβάλλουν υπευθυνότητα, ενότητα και
συλλογική δράση. Αντιλαμβάνομαι την απογοήτευση των πολιτών για τη
στάση που επέδειξαν κάποιοι εκ των εταίρων μας κατά τη διαδικασία των
διαπραγματεύσεων με την Τρόικα. Κατανοώ επίσης την ανησυχία και τα
ερωτηματικά που δημιουργούνται στον καθένα για το ευρωπαϊκό
οικοδόμημα, όταν με λύπη διαπιστώνουμε την απουσία κοινοτικής
αλληλεγγύης και συμπαράστασης.
Ωστόσο, θέλω να καταστήσω σαφές και να το
επαναλάβω για ακόμα μια φορά. Όσοι νομίζουν ότι λόγω οικονομικής
δυσπραγίας προσφερόμαστε για αποδοχή οποιασδήποτε λύσης στο εθνικό μας
θέμα, θα διαψευσθούν και θα αποτύχουν. Σε καμιά περίπτωση η Κύπρος δεν
πρόκειται να πέσει θύμα εκβιασμού σε σχέση με τη διαχείριση του
Κυπριακού. Η κρατική μας υπόσταση παραμένει αλώβητη και ακεραία.
Κανένας εκβιασμός δεν θα είναι ποτέ τόσο
ισχυρός ώστε να μας εξωθήσει να αποδεχθούμε μια αναξιοπρεπή και
εύθραυστη λύση. Θέλω να υπογραμμίσω ότι τον τελευταίο λόγο για το πότε
και πώς θα ξαναρχίσουν οι συνομιλίες θα τον έχει η Κύπρος, η οποία θα
έχει επίσης τον τελευταίο λόγο για την τελική λύση του προβλήματος.
Ας διασφαλίσουμε ότι οι μελλοντικές γενιές
θα βιώσουν τα αγαθά της ειρήνης και ποτέ τον αβάστακτο πόνο που βίωσε η
δική μας γενιά. Το οφείλουμε, άλλωστε, σε όσους διαχρονικά έδωσαν τη ζωή
τους για τη διάσωση αυτού του τόπου. Οι ψυχές των θυμάτων της εισβολής
θα γαληνεύσουν μόνο όταν πετύχουμε την ενότητα και την απελευθέρωση της
πατρίδας μας και δικαιώσουμε με τον τρόπο αυτό τη θυσία τους.
Θέλω να κλείσω με ένα απόσπασμα από το
ποίημα «Αποχαιρετισμός» του Γιάννη Ρίτσου, ο οποίος αναφέρεται στην
ηρωική θυσία του Γρηγόρη Αυξεντίου. Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι «Όποιος
νικήσει για μια στιγμή τη ζωή του, νικάει και το θάνατο». Είναι γι’
αυτόν ακριβώς το λόγο που η νίκη του θανάτου διά της ηρωικής θυσίας και
αυταπάρνησης που επέδειξαν τα θύματα του 1974 ισχύει για όλους τους
ηρωικούς νεκρούς του Κυπριακού Ελληνισμού που έπεσαν θύματα των ορδών
του κατακτητή.
Φίλες και φίλοι,
Είναι με ιδιαίτερη χαρά που μοιράστηκα μαζί
σας διάφορες σκέψεις, απόψεις και προβληματισμούς, με αφορμή το νέο
βιβλίο του Λεωνίδα. Το βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα απευθύνεται στον
κάθε Κύπριο που επιθυμεί και έχει την υποχρέωση να ενημερωθεί για την
ανθρωπιστική πτυχή της τραγωδίας του 1974. Παράλληλα, αποτελεί ένα
πραγματικό δώρο προσφοράς και τιμής στην πατρίδα και στους ήρωες της, το
οποίο ο Λεωνίδας με κόπο και αφοσίωση μας έχει χαρίσει. |
|