25/3/12

Ομιλία της Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κας Σωτηρούλας Χαραλάμπους σε εκδήλωση της Εθνικής Κυπριακής Ομοσπονδίας Ηνωμένου Βασιλείου για τις επετείους της 25ης Μαρτίου και 1ης Απριλίου, στο Λονδίνο

25/03/2012






Συμπατριώτες και συμπατριώτισσες,
Φίλες και φίλοι της Εθνικής Κυπριακής Ομοσπονδίας Ηνωμένου Βασιλείου,
Κυρίες και κύριοι,

Είναι με ιδιαίτερη χαρά και συγκίνηση που ανταποκρίθηκα στην πρόσκληση όπως παρευρεθώ στο Λονδίνο για να τιμήσουμε σήμερα μαζί την επέτειο του ξεσηκωμού των Ελλήνων ενάντια στον οθωμανικό ζυγό και την επέτειο της έναρξης του ένοπλου αγώνα της ΕΟΚΑ ενάντια στη βρετανική αποικιοκρατία. Εκφράζω την ειλικρινή εκτίμηση μου προς την ηγεσία, τα μέλη, τους φίλους της Εθνικής Κυπριακής Ομοσπονδίας Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά και προς όλες τις οργανώσεις των Κυπρίων του Ηνωμένου Βασιλείου για τη διαχρονικά γόνιμη δραστηριότητα, στήριξη και συμπαράσταση που προσφέρετε στον συνεχιζόμενο αντικατοχικό αγώνα του λαού μας για δικαίωση και επανένωση.

Οι απόδημοι Κύπριοι αποτελούν σημαντικό κομμάτι του αγωνιζόμενου κυπριακού λαού, πολύτιμος συνοδοιπόρος και συμπαραστάτης μας. Είναι η φωνή της Κύπρου στο εξωτερικό, όπου μέσα από τους αγώνες, τις σημαντικές και ποικίλες δραστηριότητες και παρεμβάσεις σας για το Κυπριακό σε κέντρα λήψης αποφάσεων και στην κοινωνία ευρύτερα, αλλά και με την εμπλοκή σας στην οικονομική, πολιτική, πολιτιστική και επιστημονική ζωή του Ηνωμένου Βασιλείου, θέτετε την Κύπρο σε περίοπτη θέση και κρατάτε άσβεστη τη φλόγα της επιστροφής. Από το βήμα αυτό σας διαβεβαιώνω ότι η Κυβέρνηση, στα πλαίσια των δυνατοτήτων της, θα συνεχίσει να προσφέρει κάθε δυνατή βοήθεια – υλική, ηθική και πολιτική- για να μπορείτε να συνεχίσετε με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα τη σημαντική προσφορά σας προς την Κύπρο μας.

Ο ελληνικός λαός εορτάζει σήμερα την επανάσταση του 1821 – το ορόσημο που απέδειξε ότι η αγωνιστικότητα και η ισχυρή θέληση ενός λαού μπορούν να αλλάξουν την ιστορική του μοίρα. Ο κυπριακός Ελληνισμός τιμά την επέτειο της 1ης Απριλίου του 1955, της ημέρας που υπήρξε η απαρχή της νεώτερης ιστορίας της Κύπρου. Η επανάσταση του 1821, το σημαντικότερο ιστορικό γεγονός στη Νεότερη Ελληνική Ιστορία, δεν ήταν μια τυχαία εξέγερση. Αντίθετα, ήταν το ώριμο αποτέλεσμα των αντικειμενικών συνθηκών και του διεθνούς πολιτικού κλίματος της εποχής που γαλουχήθηκε με τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και του Διαφωτισμού.

Η οθωμανική αυτοκρατορία το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, με τον αυταρχισμό, την καταπίεση, την στρατιωτικο-φεουδαρχική δομή της, τους δυσβάστακτους φόρους αλλά και τις έριδες και τις διαφορές ανάμεσα στους διάφορους αγάδες και πασάδες, αποτελούσε τροχοπέδη για την οικονομική και πολιτική ανάπτυξη των χωρών που είχε κάτω από το ζυγό της.

Στην Ευρώπη αναπτύσσεται αυτή την εποχή ένα καινούργιο δημοκρατικό κίνημα, επηρεασμένο από τα ιδανικά και τους στόχους της Γαλλικής Επανάστασης. Αναπτύσσονται οι ιδέες της ανεξαρτησίας και όλο και περισσότερο η Ευρώπη περνά στην αστικοδημοκρατική ανάπτυξη και στην παραχώρηση κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων στις καταπιεσμένες κατώτερες τάξεις. Όλα αυτά, μαζί με τα προμηνύματα και τα πρώτα σκιρτήματα που από καιρό προετοιμάζονται με τον αγώνα των κλεφτών και των αρματολών, οδήγησαν στον μεγάλο ξεσηκωμό του 1821.

Σημασία στην προετοιμασία αυτού του αγώνα, ιδιαίτερα στο επίπεδο το ιδεολογικό και το κοινωνικό, διαδραμάτισαν και οι ιδέες του Ρήγα Φεραίου. Ο Ρήγας Φεραίος με τις ιδέες του, με τις προσπάθειες ξεσηκωμού των υπόδουλων λαών της Βαλκανικής, με το πνεύμα κοινής δράσης ενάντια στον κοινό καταπιεστή που είχε η προσπάθεια του, παρά το ότι αυτή δεν ευδοκίμησε στο βαθμό που ο ίδιος οραματίστηκε, είχε σημαντική επίδραση στους στόχους της ελληνικής επανάστασης, αλλά και στο ιδεολογικό της υπόβαθρο. Κατέδειξε την κοινότητα των προβλημάτων των λαών της Βαλκανικής και την τεράστια σημασία που είχε ο κοινός αγώνας των λαών στην περιοχή. Κατέδειξε, επίσης, και τις πολιτικο-ιδεολογικές σκοπιμότητες και συγκρούσεις των μεγάλων δυνάμεων που έντονα εκφράζονταν σε αυτή τη γωνιά της Ευρώπης με αρνητικές συνέπειες για τους λαούς της περιοχής.

Πέραν όμως από την ιδεολογική και πολιτική προετοιμασία της επανάστασης, υπήρξαν και οι κοινωνικές συνθήκες οι οποίες έκαναν την επανάσταση αναγκαιότητα και κοινό στόχο για όλες τις ομάδες και τάξεις της ελληνικής κοινωνίας της εποχής.

Η ελληνική επανάσταση, όπως όλοι οι ιστορικοί μελετητές καταλήγουν, είναι πρώτα και κύρια μια εθνικο-απελευθερωτική επανάσταση με στόχο την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού και τη δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Είναι όμως και μια επανάσταση με έντονο κοινωνικό περιεχόμενο, αποτέλεσμα της οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας στα τέλη του 18ου και αρχές του 19ου αιώνα, αφού ο τρόπος που ασκούσε τη διοίκηση η οθωμανική αυτοκρατορία αποτελούσε τροχοπέδη για το πέρασμα της Ελλάδας από τη φεουδαρχία στο νέο σύστημα του καπιταλισμού. Όλες οι κοινωνικές ομάδες, παρά τις διαφορετικές τους αφετηρίες συμφωνούσαν ότι χωρίς την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού, η χώρα δεν μπορούσε να αναπτυχθεί και να προοδεύσει.

Ο αγώνας της εθνικής παλιγγενεσίας, μακροχρόνιος, άνισος, με κορυφώσεις ηρωισμού, αλλά και με περιόδους κάμψης και κατάπτωσης, κατόρθωσε να σφυρηλατήσει την εθνική συνείδηση των Ελλήνων, να αναπτύξει την εθνική τους ενότητα και να οδηγήσει στην ίδρυση του ανεξάρτητου, κυρίαρχου ελληνικού κράτους και την ένταξη της Ελλάδας, ύστερα από πολλούς αιώνες, στον πολιτικό χάρτη των ανεξάρτητων κρατών της γης.

Ταυτόχρονα, η εξέγερση των Ελλήνων υπήρξε κορυφαίο πολιτικό γεγονός και για την ίδια την ιστορία της Ευρώπης, αφού λειτούργησε ως πηγή έμπνευσης και κινητοποίησης των φιλελεύθερων ανθρώπων της εποχής. Απασχόλησε την ευρωπαϊκή διπλωματία, ενεργοποίησε τις φιλελεύθερες συνειδήσεις, προκάλεσε το φιλελληνικό κίνημα, όπλισε με προσδοκίες και αφύπνισε τους λαούς της Ευρώπης κατά της καταπιεστικής και γερασμένης δεσποτείας για να αναζητήσουν τη δικαίωση, να καταλύσουν τους απολυταρχικούς θεσμούς και να θέσουν τα θεμέλια της αστικής δημοκρατίας.

Σε αυτό τον μεγάλο αγώνα η συμβολή της Κύπρου ήταν πολύπλευρη και πολυδιάστατη. Η Κύπρος διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην προπαρασκευή και εξέλιξη της επανάστασης των Ελλήνων, όπως αυτό καταμαρτυρούν τα στοιχεία σε δημοσιευθέντα έγγραφα και τα απομνημονεύματα των αγωνιστών.

Η επανάσταση του 1821 αποτέλεσε πηγή έμπνευσης και θάρρους στον αγώνα των Κυπρίων για αποτίναξη του αποικιακού ζυγού και αυτοδιάθεση. Μετά τους δύο παγκόσμιους πολέμους και ιδιαίτερα τη μαζική συμμετοχή των Κυπρίων στην αποτίναξη του φασισμού, οι Κύπριοι ζητούσαν ακόμη πιο έντονα την απεξάρτηση τους από τη βρετανική αυτοκρατορία.

Η στέρηση της ελευθερίας, η καταπίεση, το αίσθημα της αδικίας και της σκλαβιάς άνδρωσαν τη μαχητικότητα, τον δυναμισμό και τη θέληση ενός λαού που ήταν καθόλα πρόθυμος να αγωνιστεί για ό,τι ιερότερο είχε: Την πατρίδα και την ελευθερία. Η αφύπνιση των Κυπρίων ξεκίνησε με τα Οκτωβριανά του 1931, συνεχίστηκε με τις μαζικές κινητοποιήσεις/διαδηλώσεις κατά των αποικιοκρατών και κορυφώθηκε με ενωτικό δημοψήφισμα του 1950, όπου παρά τις απειλές κατά των Κυπρίων, το 96% του λαού (συμπεριλαμβανομένων και πολλών Τουρκοκυπρίων) τάχθηκε υπέρ της Ένωσης με την Ελλάδα. Η στρατηγική αξία της Κύπρου και τα συμφέροντα των δυνάμεων στην περιοχή, υπερίσχυσαν ωστόσο της ρητής εντολής του κυπριακού λαού, η οποία δεν κατέστη σεβαστή. Η αναφορά ότι η Κύπρος «ουδέποτε θα τύχει αυτοδιάθεσης» και η απόρριψη της αίτησης της Ελλάδας στον Ο.Η.Ε. το 1954 για την «Εφαρμογήν, της αρχής των ίσων δικαιωμάτων και της αυτοδιάθεσης των λαών, στην περίπτωσιν του λαού της Κύπρου», όπλισε το χέρι του μικρού λαού μας που ξεσηκώθηκε ενάντια σε μια πανίσχυρη βρετανική αυτοκρατορία, δίνοντας ηχηρή απάντηση στο ωμό «ουδέποτε» του Υφυπουργού Αποικιών Χόπκινσον.

Στον αγώνα ενάντια στον Άγγλο αποικιοκράτη συμμετέχει ολόκληρος ο κυπριακός λαός με μαζικές πολιτικές συγκεντρώσεις, με παναπεργίες, με τον αγώνα στα βουνά, απαιτώντας το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση και στην Ένωση. Κατά τη διάρκεια του αγώνα αυτού γράφονται απαράμιλλες σελίδες ηρωϊσμού, σελίδες που θα μείνουν ανεξίτηλες στο βιβλίο της ιστορίας.

Ήρωες όπως ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, ο Γρηγόρης Αυξεντίου και ο Στυλιανός Λένας, γίνονται πρότυπα αγωνιστικότητας και αυτοθυσίας, παραδείγματα θάρρους και λεβεντιάς τα οποία θα τιμούμε αιώνια. Η απόδοση της πρέπουσας τιμής στον αγώνα, στους γνήσιους αγωνιστές της ΕΟΚΑ είναι για μας και δεδομένη και επιβαλλόμενη. Δεδομένη και επιβαλλόμενη είναι επίσης η αυτογνωσία και η κριτική αξιολόγηση λαθών και παραλείψεων που έγιναν.

Δυστυχώς ο αντιαποικιακός αγώνας του λαού μας δεν έμελλε να έχει το ποθούμενο αποτέλεσμα. Αντί της Ένωσης οδηγηθήκαμε στην Ανεξαρτησία και σε ένα δοτό δυσλειτουργικό σύνταγμα, το οποίο έθεσε το νεοσύστατο κράτος κάτω από την κηδεμονία των εγγυητριών δυνάμεων. Παρά όμως αυτό, δεν πρέπει να υποτιμάται, ούτε να παραγράφεται ότι, για πρώτη φορά μετά από αιώνες που άλλοι διαφέντευαν την τύχη του, ο κυπριακός λαός είχε την ευκαιρία να κτίσει ο ίδιος το μέλλον του σε συνθήκες ελευθερίας και δημοκρατίας.

Εχθρικές όμως πολιτικές, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό που επιδείνωναν συνεχώς τις υπάρχουσες δυσκολίες και δημιουργούσαν ολοένα και περισσότερα προβλήματα, όσο και η δυσλειτουργικότητα των θεσμών της νεαρής κυπριακής δημοκρατίας, προδιέγραψαν αρνητικά το μέλλον της Κύπρου μας. Η πολιτική του διαίρει και βασίλευε που σταθερά ασκούσε η Αγγλία, η πολιτική που ακολουθούσαν τα ακραία σοβινιστικά στοιχεία και στις δύο κοινότητες και η επεκτατική πολιτική της Άγκυρας, κάθε άλλο παρά έδωσαν την ευκαιρία στο νεοσυσταθέν κυπριακό κράτος να ορθοποδήσει και να εδραιωθεί. Αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών, το δίδυμο έγκλημα σε βάρος της Κύπρου. Το προδοτικό πραξικόπημα και η τουρκική εισβολή των οποίων τα αποτελέσματα βιώνουμε μέχρι σήμερα.

Διαφυλάσσοντας το νόημα και τα μηνύματα των δύο επετείων που σήμερα τιμούμε, αντλούμε τα αναγκαία διδάγματα και με αντικειμενικότητα υπερασπιζόμαστε την ιστορική αλήθεια για να μας φρονηματίζει και να μας καθοδηγεί. Και τα διδάγματα των αγώνων δεν προσφέρονται για πανηγυρικούς λόγους και ηχηρά συνθήματα. Είναι μια ανεξάντλητη πηγή ηθικής δύναμης, προβληματισμού και φρονηματισμού.

Οι αγώνες του λαού μας διδάσκουν ότι μόνο ενωμένοι μπορούμε αποτελεσματικά να πετύχουμε τους στόχους τους και ότι μόνο οι στόχοι που συνάδουν με τις πολιτικές πραγματικότητες είναι εφικτοί. Μας διδάσκουν ότι οι λαοί που παίρνουν τα όπλα για να κερδίσουν την ελευθερία και την αυτοδιάθεση τους, γνωρίζουν όσο κανένας άλλος το κόστος του πολέμου και την ανείπωτη οδύνη της καταστροφής και γι’ αυτό ξέρουν να υπερασπίζονται με σθένος την ειρήνη.

Αγαπητοί συμπατριώτες και συμπατριώτισσες απόδημοι,

Γνωρίζετε καλά ότι στις πρόσφατες συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο GreenTree μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων υπό τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, δεν επετεύχθη η οποιαδήποτε πρόοδος, καθώς η αδιάλλακτη στάση του Ντερβίς Έρογλου στα θέματα του περιουσιακού, του εδαφικού και των εποίκων δεν άφησε προοπτικές επιτυχούς έκβασης. Δυστυχώς ο κ. ΄Ερογλου έχει υπαναχωρήσει από τις θέσεις και τις συγκλίσεις που είχαν επιτευχθεί με τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, με αποτέλεσμα παρά τις δικές μας ειλικρινείς προσπάθειες οι συνομιλίες να μην προχωρούν στο βαθμό που και εμείς θα θέλαμε.

Τελευταία γίνεται πολύς λόγος για την πιθανότητα σύγκλησης διεθνούς διάσκεψης. Η δική μας θέση είναι ξεκάθαρη: Αν δεν υπάρχει η αναγκαία πρόοδος και αν δεν λυθούν οι εσωτερικές πτυχές του Κυπριακού, θα είναι παράδοξο ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ να συγκαλέσει την όποια διάσκεψη για το Κυπριακό. Εμείς κάναμε ξεκάθαρο ότι σε περίπτωση κατά την οποία θα επιτευχθεί πρόοδος, αυτή πρέπει να είναι πρόοδος σημαντική, η οποία να επιλύει τις εσωτερικές πτυχές του Κυπριακού, όπως προνοούν και τα περί Κύπρου ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, οι αρχές του διεθνούς και του ευρωπαϊκού δικαίου και οι Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου του 1977 και του 1979. Η δική μας πλευρά έχει επιδείξει και καλή θέληση και βούληση για λύση το συντομότερο δυνατό. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι παραχωρούμε το δικαίωμα στον οποιονδήποτε να επιβάλει λύση. Δεν είναι η ελληνοκυπριακή πλευρά που αθετεί δεσμεύσεις προς τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και υπαναχωρεί από συμφωνηθέντα, αλλά η τουρκοκυπριακή. Είναι απαράδεκτο και αντιφατικό να παρακαθόμαστε στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων, να συζητούμε, και την ίδια ώρα να ακούμε τον Τούρκο αρχιδιαπραγματευτή Εγκεμέν Μπαγίς να προβαίνει σε απειλητικές και προκλητικές δηλώσεις για το ενδεχόμενο προσάρτησης των κατεχομένων στην Τουρκία. Αυτές οι δηλώσεις συνιστούν πρόκληση όχι μόνο για την ελληνοκυπριακή πλευρά, αλλά και για τους ίδιους του Τουρκοκυπρίους, τον ΟΗΕ και την ΕΕ.

Δέσμευση του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι ότι θα συνεχίσει τις προσπάθειες για επίτευξη λύσης, την οποία και επιδιώκουμε και αγωνιζόμαστε για να υπάρξει το συντομότερο δυνατό. Κατανοούμε απόλυτα ότι η άγονη παρέλευση του χρόνου οδηγεί στην παγίωση των δεδομένων που δημιούργησε η Τουρκία με την εισβολή και την κατοχή. Αναγνωρίζουμε ότι η λύση θα είναι συμβιβαστική, αλλά αυτή επιβάλλεται να εδράζεται σε αρχές και να αποκαθιστά τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες ολόκληρου του λαού, για να μπορεί να είναι βιώσιμη και να αντέχει στον χρόνο. Επιδιώκουμε λύση που να οδηγεί στον τερματισμό της κατοχής, να απαλλάσσει την Κύπρο από τα ξένα στρατεύματα και τις ξένες εξαρτήσεις και να επανενώνει το έδαφος, το λαό, τους θεσμούς και την οικονομία της Κύπρου στα πλαίσια μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας για ένα ομοσπονδιακό κυπριακό κράτος με πολιτική ισότητα, μία και μόνη κυριαρχία, μία ιθαγένεια και μία διεθνή προσωπικότητα.

Για την εξεύρεση λύσης, πέρα από την όποια ανάληψη πρωτοβουλίας από τις δύο κοινότητες, επιβάλλεται η συνεργασία της Τουρκίας. Η Τουρκία, παρά τη ρητορεία που εδώ και μερικά χρόνια έχει αναπτύξει ότι είναι υπέρ της επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος, στην ουσία ακολουθεί μια αρνητική στάση. Εξακολουθεί να αγνοεί και να μην εφαρμόζει τα περί Κύπρου ψηφίσματα του ΟΗΕ. Εξακολουθεί να μην υλοποιεί τις κυπρογενείς υποχρεώσεις που ανέλαβε έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Καταφεύγει σε απειλές και προκλήσεις σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και προσπαθεί να προκαλέσει ένταση στην περιοχή με αφορμή την απόφαση της κυρίαρχης Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους του τόπου μας.

Σε σχέση με την ανάληψη της προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ, εκφράζουμε την ετοιμότητα μας γι’ αυτή την ιστορική πρόκληση. Η ανάληψη της Προεδρίας αποτελεί για εμάς, ως νέο μέλος της ΕΕ, ένα πολύ σημαντικό γεγονός. Στόχος μας να συμβάλουμε στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα από τις πολιτικές της να λειτουργεί ως δύναμη προόδου, ειρήνης, σταθερότητας και ευημερίας στη διεθνή σκηνή και ως δύναμη ανάπτυξης και συνοχής για τους Ευρωπαίους πολίτες.

Συμπατριώτες, συμπατριώτισσες.

Η Κύπρος δεν ζητά τίποτε περισσότερο από αυτό που θα ζητούσε οποιοδήποτε πολιτισμένο κράτος: Την ειρήνη και ένα επανενωμένο και κυρίαρχο κράτος, το οποίο θα διασφαλίζει τα δικαιώματα και την ασφάλεια όλων των νόμιμων κατοίκων του. Στις κρίσιμες στιγμές που διέρχεται σήμερα το Κυπριακό, η σύμπνοια, η ενότητα, η προσήλωση στο στόχο της λύσης δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας, ο ρεαλισμός, η αυτογνωσία αλλά και η συνέπεια στις αρχές λύσης του κυπριακού προβλήματος είναι άκρως απαραίτητα. Τιμώντας σήμερα τις δύο επετείους, τιμούμε και μνημονεύουμε όλα τα αγνά παλληκάρια που αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν στο όνομα της ελευθερίας. Ατενίζουμε του ήρωες μας με υπερηφάνεια και αντλούμε δύναμη από τη δική τους αγωνιστικότητα και αυτοθυσία για τη συνέχιση του δικού μας αγώνα. Οι θυσίες τους μας εφοδιάζουν με θάρρος και δύναμη, μας οπλίζουν με αποφασιστικότητα και προσήλωση στο στόχο μας για επανένωση της πολύπαθης πατρίδας μας.