Δηλώσεις του Υπουργού Παιδείας στη συνέντευξη Τύπου για το Πακέτο στοχευμένων μέτρων φοιτητικής πρόνοιας
08/04/2011
Ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού δρ Ανδρέας Δημητρίου έδωσε σήμερα συνέντευξη Τύπου, στο Υπουργείο Παιδείας, κατά την οποία ανακοινώθηκε το πακέτο στοχευμένων μέτρων φοιτητικής πρόνοιας για το έτος 2010-2011.
Απαντώντας σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων σχετικά με τα κριτήρια και το ύψος του κονδυλίου για τη φετινή χρονιά, ο κ. Δημητρίου είπε ότι τα κριτήρια είναι κοινωνικά και οικονομικά και ότι πρόκειται για το ίδιο ακριβώς κονδύλι που υπήρχε κατά την περασμένη χρονιά. Εξήγησε ότι το κονδύλι ύψους €7.750.000 αφορά τους φοιτητές που σπουδάζουν στα κυπριακά πανεπιστήμια ενώ υπάρχουν άλλα τέσσερα εκατομμύρια ευρώ για τους φοιτητές μας που σπουδάζουν στο εξωτερικό. Τη διαχείριση του κονδυλίου των τεσσάρων εκατομμυρίων ευρώ την έχει το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών ενώ τη διαχείριση των €7.750.000 την έχουν τα πανεπιστήμια σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας.
Κληθείς να σχολιάσει τις καθυστερήσεις που υπήρξαν στη διάθεση των κονδυλίων φέτος, ο κ. Υπουργός είπε ότι δεν είχαμε ουσιαστικές καθυστερήσεις.
Σε ερώτηση κατά πόσο το πακέτο αφορά και τους μεταπτυχιακούς φοιτητές, ο κ. Υπουργός είπε ότι αφορά μόνο προπτυχιακούς φοιτητές.
Ερωτηθείς κατά πόσον υπήρχαν αιτήσεις από φοιτητές οι οποίοι δεν πληρούσαν τα κριτήρια αλλά παρ’ όλα αυτά υπέβαλαν το αίτημα, ο κ. Υπουργός ανέφερε ότι ακριβώς επειδή υπάρχουν και άτομα που ούτως ή άλλως υποβάλλουν αιτήσεις, έχουμε κάποια κριτήρια και ένα μηχανισμό ο οποίος προσπαθεί να είναι όσο το δυνατό πιο ακριβοδίκαιος ώστε να λαμβάνουν βοήθεια αυτοί που την έχουν περισσότερο ανάγκη. Και σημείωσε: «Υπάρχει μια διαδικασία μοριοδότησης. Όταν κάποιος καλύπτει το ελάχιστο των μορίων που απαιτείται για την κάθε κατηγορία – στέγαση, σίτιση, βιβλία και αγορά υπολογιστή - μπαίνει στην κατηγορία των δικαιούχων».
Στη συνέχεια, κληθείς να σχολιάσει σημερινή ανακοίνωση του Υπουργείου Παιδείας σχετικά με την πολιτική του Υπουργείου για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων στα δημόσια σχολεία (βλέπετε σχετικό ανακοινωθέν αρ.8), ο κ. Δημητρίου δήλωσε: «Θα ήθελα να επισημάνω ότι εμείς κάνουμε πολιτική για την αναβάθμιση της εκπαίδευσης, αγγίζουμε την ουσία των προβλημάτων και προσφέρουμε λύσεις, μέσα από μια πολύ ανοικτή επιστημονικά τεκμηριωμένη διαδικασία, που είναι πολύ δημοκρατική και στην οποία μετέχουν όλοι οι εταίροι, τα πολιτικά κόμματα, οι οργανώσεις, οι γονείς, ακόμη και όποιος πολίτης το επιθυμεί, και εντούτοις, ενώ συμβαίνουν τόσα πολλά σημαντικά πράγματα ως αποτέλεσμα της πολιτικής μας, κάποιοι επιμένουν να κάνουν παραπολιτική και να μετατρέπουν τη δημόσια συζήτηση που χρειάζεται ο τόπος για την παιδεία σε ριάλιτι σόου.
Εμείς δεν θα ακολουθήσουμε αυτό το δρόμο. Θέλουμε η κοινωνία να είναι ενήμερη ότι πολλοί προτιμούν αυτόν το δρόμο του εκφυλισμού της δημόσιας συζήτησης σε παραπολιτική και ριάλιτι σόου. Εμείς δεν θα ακολουθήσουμε. Η σημερινή μας ανακοίνωση αναφέρει ότι, όπως σε όλους τους τομείς επιχειρούμε να νοικοκυρέψουμε την παιδεία μας, έτσι και στον τομέα της ύπαρξης πολλών δραστηριοτήτων από πρωτοβουλίες ιδιωτών ή και στελεχών του Υπουργείου Παιδείας, οι οποίες γίνονταν εκτός οποιασδήποτε συγκροτημένης πολιτικής και κάποιες φορές αναστάτωναν τα σχολεία. Θέλουμε να έχουμε μια συγκροτημένη πολιτική. Η συγκροτημένη πολιτική, στο βαθμό που εναρμονίζεται με την καλή λειτουργία του σχολείου και στο βαθμό που εναρμονίζεται με την εκπαιδευτική μας πολιτική, είναι ευπρόσδεκτη. Πολιτική κάνει η Κυβέρνηση, δεν κάνουν πολιτική οι εφημερίδες, οι τράπεζες και οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός.
Κάθε φορά που επισκέπτομαι τα σχολεία, δέχομαι παράπονα από τους διευθυντές και τις εκπαιδευτικές οργανώσεις ότι γίνονται χιλιάδες πράγματα έξω από αυτά που αποτελούν την κύρια δουλειά του σχολείου. Τολμήσαμε να κάνουμε το βήμα παρά το γεγονός ότι αναμέναμε πως θα υπάρξει όλος αυτός ο θόρυβος από μια εφημερίδα. Θέλουμε να νοικοκυρέψουμε και να ορθολογίσουμε αυτές τις λειτουργίες για να είμαστε ακόμη πιο ανοικτοί στην κοινωνία και πολύ πιο διαφανείς. Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αίσθηση ότι κάποιοι ευνοούνται ή διαπλέκονται».
Σε ερώτηση δημοσιογράφου πώς μπορεί να επηρεάσει η εφημερίδα «Φιλελεύθερος» την ομαλή λειτουργία ενός σχολείου, όταν το σχολείο στέλνει τη μαθητική του εφημερίδα σε ένα διαγωνισμό που έχει προκηρυχθεί, εφόσον η μαθητική εφημερίδα εκδίδεται και κυκλοφορεί, ο κ. Υπουργός απάντησε: «Δεν μιλάμε απλώς για το διαγωνισμό του «Φιλελεύθερου». Κάθε τόσο γίνονται εκθέσεις, δραστηριότητες στα σχολεία με πρωτοβουλίες που δεν προκύπτουν μέσα από μια οργανωμένη και σχεδιασμένη πολιτική. Δεν θέλω να επικεντρωθεί η συζήτηση στη συγκεκριμένη εφημερίδα. Το θέμα είναι η συγκροτημένη πολιτική που οφείλει να έχει το Υπουργείο Παιδείας».
Ερωτηθείς κατά πόσο θα πάψουν να υφίστανται όλες αυτές οι δραστηριότητες ή εάν θα ενταχθούν σε ένα πρόγραμμα, ο κ. Δημητρίου σημείωσε πως ό,τι είναι σύμφωνο με τις γενικές αρχές της πολιτικής του Υπουργείου αλλά και με το τι οφείλει να κάνει το σχολείο καθημερινά, θα συνεχίσει να υφίσταται αλλά με ξεκάθαρους όρους. Για παράδειγμα, σημείωσε, εάν πρόκειται για δημοσιογραφικό διαγωνισμό, υπάρχουν πολλές εφημερίδες που ενδεχομένως να ενδιαφέρονται και υπάρχει και ένας θεσμός ο οποίος εκπροσωπεί τις εφημερίδες και όλα τα ΜΜΕ – η Ένωση Συντακτών – γι’ αυτό και θα θέλαμε να ξέρουμε τη γνώμη τους. «Δεν υπάρχει τίποτα πιο λογικό από το γεγονός ότι ένα Υπουργείο επιχειρεί να νοικοκυρευτεί, να ορθολογίσει και να κάνει τις διαδικασίες πιο σωστές και πιο διαφανείς», συμπλήρωσε.
Κληθείς να σχολιάσει την αποχή από τα μαθήματα σήμερα στο ειδικό σχολείο, ο κ. Υπουργός ανέφερε ότι υπάρχει μια διαρκής τριβή στο συγκεκριμένο σχολείο ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και ενίοτε ανάμεσα στη διεύθυνση του σχολείου και το Σύνδεσμο Γονέων. Είπε ότι είχε επισκεφθεί το σχολείο πριν από ένα μήνα και ότι για το επεισόδιο επίθεσης από γονέα προς καθηγητή υπάρχουν διάφορες κατηγορίες και συγκεκριμένα το σχολείο κατηγορεί την Πρόεδρο του Συνδέσμου Γονέων ότι κτύπησε μια καθηγήτρια, ενώ οι γονείς κατηγορούν την καθηγήτρια για άλλα θέματα και γι’ αυτό θα διεξαχθεί έρευνα για να εξακριβωθεί τι συμβαίνει. Και πρόσθεσε: «Κάνω έκκληση προς τους γονείς πρώτα απ’ όλα να ενεργούν με πολλή προσοχή για την καλή λειτουργία του σχολείου και να μην προβαίνουν σε ακραίες ενέργειες που μπορούν να υπονομεύσουν την ομαλή λειτουργία του σχολείου. Κάνω επίσης έκκληση προς τους εκπαιδευτικούς οι οποίοι είναι ενήμεροι για την ειδική ευαισθησία που χρειάζεται ένα ειδικό σχολείο, να είναι προσεκτικοί με τους γονείς».
Τέλος, κληθείς να σχολιάσει την αντίδραση των γυμναστών οι οποίοι καταγγέλλουν ότι με βάση τα Αναλυτικά Προγράμματα μειώνονται οι ώρες του μαθήματος της φυσικής αγωγής στα γυμνάσια ενώ συνολικά στη μέση εκπαίδευση αυξάνονται οι ώρες αντί να μειώνονται, ο κ. Υπουργός είπε ότι η πρόταση για το νέο Αναλυτικό Πρόγραμμα είναι εναρμονισμένη με τις ανάγκες του νέου συνολικού Αναλυτικού προγράμματος. Επισήμανε ότι υπάρχουν αντιμεταθέσεις ωρών μεταξύ των διαφόρων τάξεων εξηγώντας ότι σε κάποιες τάξεις μπορεί να μειωθούν ενώ σε άλλες μπορεί να αυξηθούν οι ώρες της φυσικής αγωγής. Τόνισε δε ότι «στο σύνολό της, η εκπαίδευσή μας, από την προδημοτική μέχρι και τη μέση εκπαίδευση, δεν έχει μείωση ωρών φυσικής αγωγής, απλώς υπάρχουν αλλαγές από τάξη σε τάξη». Δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε ένα νέο αναλυτικό πρόγραμμα εάν δεν προσαρμόσουμε στις ανάγκες του το τι θα γίνεται από τάξη σε τάξη, υπογράμμισε.
Ο κ. Υπουργός σημείωσε ότι υπάρχουν παρόμοιες αντιδράσεις για το μάθημα των Ελληνικών και κάποιοι φθάνουν στο σημείο να ισχυρίζονται ότι απειλείται η ελληνικότητα. Και πρόσθεσε: «Ουδέν αναληθέστερο. Έχουμε ένα μεγάλο επιτελείο, έχουμε επιστήμονες που μελέτησαν το ωρολόγιο πρόγραμμα σε σχέση με τις ανάγκες του αναλυτικού προγράμματος. Καλώ τους συνδέσμους των καθηγητών να δείξουν καλή πίστη πρώτα απ’ όλα προς τους συναδέλφους τους και τους επιστήμονες οι οποίοι πρότειναν συμφωνημένα το Αναλυτικό Πρόγραμμα, να επιδείξουν εμπιστοσύνη προς τη βούληση του Υπουργείου και της Κυβέρνησης για μια ολικά νοικοκυρεμένη πολιτική και να έρθουν σε διάλογο μαζί μας. Ο καθένας να έχει υπόψη του τι θα γίνεται κατά την προηγούμενη και την επόμενη τάξη και τι θα γίνεται σε όλα τα μαθήματα. Δεν μπορεί να μας ζητάνε να κάνουμε ολική, συγκροτημένη και επιστημονική πολιτική στην εκπαίδευση και από την άλλη ο καθένας να κοιτάει το δικό του τομέα».