15/09/2010
Οι διαρροές είναι μια παθογένεια και τοποθέτηση όλων είναι ότι πρέπει να σταματήσει αυτό το φαινόμενο. Επειδή η Κυβέρνηση νιώθει την υποχρέωση να σταματήσει αυτό το φαινόμενο, πήρε κάποια μέτρα, είπε σήμερα ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος κ. Στέφανος Στεφάνου.
Σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους στο περιθώριο συνέντευξης Τύπου για παρουσίαση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2011, στο Υπουργείο Οικονομικών, ο κ. Στεφάνου, κληθείς να σχολιάσει το θέμα των διαρροών στα ΜΜΕ εγγράφων για το περιουσιακό, είπε: «Οι διαρροές είναι μια παθογένεια, μια αρρώστια που τραυματίζει τόσο το Εθνικό Συμβούλιο αλλά πολύ περισσότερο τραυματίζει τις προσπάθειες της δικής μας πλευράς για να εξεύρουμε λύση στο Κυπριακό. Το ότι οι διαρροές κάνουν κακό δεν είναι διαπίστωση μόνο της Κυβέρνησης, αλλά είναι διαπίστωση όλων. Όπως επίσης θέλω να πιστεύω ότι τοποθέτηση όλων είναι ότι πρέπει να σταματήσει αυτό το φαινόμενο. Επειδή ακριβώς η Κυβέρνηση νιώθει την υποχρέωση να σταματήσει αυτό το φαινόμενο πήρε κάποια μέτρα. Διότι πρέπει να διαφυλάξουμε, να προφυλάξουμε το δημόσιο συμφέρον. Και πολύ περισσότερο πρέπει να διαφυλάξουμε τη δική μας πλευρά και την Κυπριακή Δημοκρατία στις προσπάθειες που κάνουμε για επίλυση του κυπριακού προβλήματος».
Ερωτηθείς κατά πόσον οι διαρροές εγγράφων προκαλούν μεγάλη ζημιά εφόσον τα έγγραφα τα κατέχουν και τα Ηνωμένα Έθνη και η τουρκοκυπριακή πλευρά, ο κ. Στεφάνου διερωτήθηκε «τι σχέση έχει αυτό με το δημόσιο διάλογο που κάποιοι ξεκινούν πάνω σε μια πολύ ανορθόδοξη βάση». Πρόσθεσε επίσης: «Συνήθως οι διαρροές που γίνονται είναι μέρος των εγγράφων, είναι πολλές φορές και διαστρεβλωμένες, και πάνω στη βάση αυτών των διαρροών γίνεται μια συζήτηση που κάθε άλλο παρά βοηθά την κοινή γνώμη να αντιληφθεί κάποια πράγματα. Εν πάση περιπτώσει δεν υπάρχει στην ιστορία της διεθνούς διπλωματίας και της διεθνούς πολιτικής συζήτηση επί πολιτικών θεμάτων για επίλυσή τους με δημόσιο διάλογο. Χρειάζεται να υπάρχει μια εμπιστευτικότητα και είναι γι’ αυτήν την εμπιστευτικότητα που ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μιλά κάθε φορά που πάμε για συνεδρία στο Εθνικό Συμβούλιο. Δεν μπορεί να διαπραγματεύεται κάποιος χωρίς να υπάρχει εμπιστευτικότητα, ούτε και γίνεται να βγαίνει το περιεχόμενο της συζήτησης ωσάν να υπάρχει πρακτικογράφος στο Εθνικό Συμβούλιο και τα βλέπουμε το ίδιο βράδυ ή την επόμενη μέρα στα ΜΜΕ. Δεν καταβαίνουμε ότι έτσι πλήττουμε το θεσμό του Εθνικού Συμβουλίου, αλλά ταυτόχρονα πλήττουμε και τις προσπάθειες που καταβάλλουμε για να έχουμε και πολιτική και τακτική στις διαπραγματεύσεις;
Επίσης, διαπραγματευόμαστε τώρα το Περιουσιακό. Δεν είναι η πρώτη φορά που έχει γίνει συζήτηση στο Εθνικό Συμβούλιο αναφορικά με τις θέσεις μας στο Περιουσιακό. Έχει αποφασίσει το Εθνικό Συμβούλιο να στείλει τη συζήτηση για τα διάφορα εξειδικευμένα ζητήματα του Περιουσιακού στην Υποεπιτροπή. Και αντί ορισμένοι να περιμένουν τη συζήτηση στην Υποεπιτροπή για να θέσουν τις απόψεις τους, προτιμούν να τα λένε δημόσια. Πέστε μου, αποτελεί πλήγμα ή όχι για την πλευρά μας που διαπραγματεύεται το Περιουσιακό και για τον ίδιο τον διαπραγματευτή όταν πηγαίνει με θέσεις στις διαπραγματεύσεις και κάποιοι βγαίνουν δημόσια και λένε ότι οι θέσεις είναι καταστροφικές για τη δική μας πλευρά; Επαναλαμβάνω ότι θεωρούμε ότι είναι θανάσιμο πλήγμα και ότι τραυματίζουν θανάσιμα το Εθνικό Συμβούλιο τέτοιες προσεγγίσεις. Υπάρχει Υποεπιτροπή. Ποια η ανάγκη να πάμε στην Υποεπιτροπή αν ο καθένας βγαίνει και λέει τα δικά του δημόσια; Προς τι η συζήτηση και η διαβούλευση;».
Κληθείς να σχολιάσει τις δηλώσεις του Προέδρου της ΕΔΕΚ κ. Γιαννάκη Ομήρου ότι το έγγραφο της ελληνοκυπριακής πλευράς είναι επικίνδυνο, ο κ. Στεφάνου είπε ότι «οι δικές μας οι θέσεις, οι προτάσεις, στηρίζονται ακριβώς πάνω στο γενικό πλαίσιο και τις γενικές μας θέσεις στο Περιουσιακό που συζητήθηκαν μερικές φορές στο Εθνικό Συμβούλιο. Αλλά, επαναλαμβάνω, εάν ο κ. Ομήρου ή οποιοσδήποτε άλλος θεωρεί λανθασμένες και επιζήμιες τις προτάσεις μας προς τι η συζήτηση στην Υποεπιτροπή;»
Ερωτηθείς κατά πόσον θεωρεί ότι ήταν προσβλητικός ο τρόπος για να αποδειχθεί ποιος διέρρευσε τα έγγραφα, ο κ. Στεφάνου διερωτήθηκε αν «είναι ή όχι προσβλητικό για το Σώμα - υποτίθεται είναι ένα Σώμα που πρέπει να δίνει τη δυνατότητα για ελεύθερο διάλογο και προβληματισμό μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων - ο κάθε πολιτικός ηγέτης να ακούει το βράδυ τις τοποθετήσεις του; Ορθά ή διαστρεβλωμένα, δεν το συζητώ. Ή την επόμενη μέρα να τα διαβάζει στα ΜΜΕ; Διερωτώμαι; Όταν όλοι διαπιστώνουν ότι οι διαρροές είναι απαράδεκτες έχει ή όχι υποχρέωση η Κυβέρνηση και ο Πρόεδρος να αντιμετωπίσουν έμπρακτα αυτό το φαινόμενο; Εκτός και αν βγαίνουμε κάθε φορά και λέμε ‘ξέρετε είναι απαράδεκτες οι διαρροές και πρέπει να σταματήσουν’. Πώς θα σταματήσουν; Μόνο με τις εκκλήσεις και παρακλήσεις; Ξέρετε πόσα χρόνια αυτό το θέμα αιωρείται πάνω από το Εθνικό Συμβούλιο; Δεν σας κρύβω ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προβληματίζεται σοβαρά και για τις συνεδρίες του ίδιου του Εθνικού Συμβουλίου. Ή θα έχουμε εμπιστευτικότητα και ο κάθε πολιτικός ηγέτης θα μπορεί στο Εθνικό Συμβούλιο να καταθέτει τις προτάσεις του, τις σκέψεις του προς συζήτηση και διαβούλευση και να μην περιορίζεται από την απειλή ότι αύριο ή την ίδια μέρα μπορεί να τα δει στα ΜΜΕ για να έχουμε ένα Σώμα προβληματισμού ή ο καθένας θα προσέχει τι λέει διότι θα τα δει την επόμενη μέρα στα ΜΜΕ. Είναι υποχρέωση του Προέδρου και της Κυβέρνησης να διαφυλάξει το δημόσιο συμφέρον».
Ερωτηθείς ποιος τελικά διέρρευσε τα έγγραφα, ο κ. Στεφάνου είπε: «Δεν θα απαντήσω διότι ύστερα θα κάνω και εγώ αυτό που γίνεται πολλές φορές. Να πω τι διημείφθη στο Εθνικό Συμβούλιο - διότι έγινε ένας διάλογος στο Εθνικό Συμβούλιο - και εμείς ποτέ δεν βγάζουμε προς τα έξω το τι διαμείβεται στο Εθνικό Συμβούλιο, όπου πρέπει να υπάρχει εχεμύθεια και εμπιστευτικότητα. Πρώτα από όλα να δείχνουμε έμπρακτα σεβασμό προς ένα Σώμα που έχει μια ιστορία και μια προσφορά πίσω του».
Κληθείς να διευκρινίσει προς ποια κατεύθυνση προβληματίζεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο κ. Στεφάνου είπε ότι «είναι θέμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Πολύ φυσιολογικά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προβληματίζεται σε ό,τι αφορά την κατάσταση που υπάρχει και με τις διαρροές που συνεχώς βγαίνουν προς τα έξω και την κατάσταση που δημιουργείται έπειτα από κάθε συνεδρία».
Ερωτηθείς αν η Κυβέρνηση αν προκληθεί μπορεί να αποδείξει αυτά που λέει, ο κ. Στεφάνου απάντησε «βεβαίως».
Εξάλλου, σε ερώτηση πώς γίνεται τα έγγραφα να τα κατέχει ο ΟΗΕ, η τουρκοκυπριακή πλευρά και να μην γνωρίζουν οι πολίτες, ο κ. Στεφάνου διερωτήθηκε με τη σειρά του «πώς μπορεί ένας διαπραγματευτής να κάνει διαπραγμάτευση όταν αυτά τα έγγραφα διαρρέουν ή γίνονται αντικείμενο συζήτησης αποσπασματικά, δημοσίως όταν ο Πρόεδρος διαπραγματεύεται; Η διεθνής εμπειρία, επαναλαμβάνω, λέει – και αυτή η εμπειρία είναι απόλυτη – ότι δεν μπορεί κανείς να κάνει διαπραγμάτευση όταν άλλοι εκ παραλλήλου λένε διάφορα και κάνουν τη δική τους διαπραγμάτευση για τα διάφορα σημαντικά θέματα που συζητούμε στο Κυπριακό. Άλλωστε, για να μην ξεχνούμε και την ιστορία του Κυπριακού, γι’ αυτήν την εμπιστευτικότητα είχαν μιλήσει κατά καιρούς όλοι οι Πρόεδροι της Δημοκρατίας και δήλωναν, ως διαπραγματευτές της ελληνοκυπριακής πλευράς, ότι πρέπει να υπάρχει αυτή η εμπιστευτικότητα για να δίνεται και η δυνατότητα στον διαπραγματευτή να χειρίζεται ανάλογα τα θέματα. Δεν μπορεί, λοιπόν, ό,τι κατατίθεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και δίνεται στις πολιτικές δυνάμεις για να τα συζητήσουμε, να τα βγάζουμε προς τα έξω».
Ερωτηθείς αν η εμπιστευτικότητα αφορά στις προτάσεις, ο κ. Στεφάνου είπε ότι «η εμπιστευτικότητα της διαπραγμάτευσης είναι δέσμευση των δύο πλευρών και του ΟΗΕ. Αυτό θα πρέπει να γίνει κατανοητό και δεν μπορεί κάθε φορά να δίνουμε την εντύπωση ότι υπάρχει αθέτηση αυτής της δέσμευσης».
Σε παρατήρηση δημοσιογράφου ότι τα κόμματα πρέπει να πάρουν θέση και να μιλήσουν στα μέλη τους, ο κ. Στεφάνου είπε: «Δηλαδή δημόσιες τοποθετήσεις που γίνονται απευθύνονται μόνο στο δικό τους κόσμο; Ξεχνούμε ότι γίνεται και μια συζήτηση ανάμεσα στη διαπραγματευτική ομάδα και στα κόμματα που θα πρέπει να πάνε στην Υποεπιτροπή. Δηλαδή να αντιληφθώ ότι τα κόμματα, αυτά που μιλούν δημόσια, έχουν πει τον τελευταίο τους λόγο ανεξαρτήτως αν υπάρξουν διαφοροποιήσεις και περισσότερη εξειδίκευση στο έγγραφο που θα καταθέσει η ελληνοκυπριακή πλευρά; Να προκαταλάβουμε κιόλας και τις τοποθετήσεις;».
Κληθείς να διευκρινίσει κατά πόσον τα έγγραφα που έδωσε ο Πρόεδρος στα κόμματα ήταν ή όχι σημαδεμένα, ο κ. Στεφάνου είπε: «Αυτό δεν έχει καμία σημασία. Σημασία έχει ότι γίνονται διαρροές εγγράφων και ότι αυτό το φαινόμενο πρέπει να σταματήσει».
Τέλος, ερωτηθείς αν έχει διαπιστώσει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας από πού διέρρευσαν έγγραφα την περασμένη Δευτέρα σε εφημερίδες, ο κ. Στεφάνου είπε: «Κατ’ αρχήν, εμείς δεν είπαμε ούτε από πού έγινε η διαρροή ούτε έχουμε πει οτιδήποτε. Εμείς έχουμε πει ότι ναι, αντιμετωπίζουμε το θέμα των διαρροών και γι’ αυτό το θέμα έχει κάνει αναφορά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στο Εθνικό Συμβούλιο».