Δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών στο Τρίτο Πρόγραμμα του ΡΙΚ σχετικά με τον Συνεργατισμό
Ο Υπουργός Οικονομικών κ. Χάρης Γεωργιάδης απάντησε σήμερα σε ερωτήσεις, στο πλαίσιο της εκπομπής «Πρωινό Δρομολόγιο» του Τρίτου Προγράμματος του ΡΙΚ, σχετικά με τον Συνεργατισμό.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο των ερωτοαπαντήσεων.
Ερώτηση: Ήταν λάθος ο τρόπος που διατέθηκαν τα 1,7 δις στο Συνεργατισμό;
Απάντηση: Θα προσπαθήσω να μην εμπλακώ σε πολιτική αντιπαράθεση γύρω από αυτό το ζήτημα και να μην συμβάλω σε μια όξυνση. Αυτό που χρειάζεται αυτή τη στιγμή είναι σοβαρότητα και συναίνεση. Όσον αφορά την ενημέρωση: ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κάλεσε σύσκεψη των ηγεσιών των κομμάτων πριν από πέντε μέρες, η οποία διήρκεσε τρείς ώρες. Το τι λέχθηκε εκεί ήταν ηχογραφημένο και τηρούνταν πρακτικά, τα οποία θα κυκλοφορήσουν σε όλους. Τι μεσολάβησε όμως που προκαλεί έκπληξη; Από το περασμένο Φθινόπωρο είχε ανακοινωθεί ότι προσλαμβάνεται ένας διεθνής οίκος [η CITY BANK] για να τρέξει διαδικασία άντλησης καινούριου κεφαλαίου. Η διαδικασία από τη CITY BANK βρισκόταν σε εξέλιξη. Έπρεπε προσωρινά να ανασταλεί επειδή πραγματοποιήθηκε και νέος γύρος εποπτικού ελέγχου στην τράπεζα και δεν μπορεί την ώρα που γίνεται εποπτικός έλεγχος να τρέχει και μια τέτοια διαδικασία. Τώρα αυτή η διαδικασία επανεκκινά. Αυτό είναι το μόνο που έχει μεσολαβήσει. Δηλαδή επανεκκίνηση της διαδικασίας από αυτή τη διεθνή επενδυτική τράπεζα εκ μέρους της Συνεργατικής με στόχο την επένδυση νέων κεφαλαίων στην τράπεζα. Αν διαβάσει κανείς την ανακοίνωση της Δευτέρας, αυτό θα δει, επένδυση νέων κεφαλαίων στην τράπεζα. Το αν είναι εφικτό ή όχι είναι κάτι που θα φανεί σύντομα όταν τρέξει αυτή η διαδικασία. Μπορεί να προκύψει επενδυτικό ενδιαφέρον για επένδυση στην τράπεζα. Δηλαδή δεν πωλείται η τράπεζα. Δεν πωλούνται οι μετοχές του κράτους, το κράτος δεν πωλεί το μερίδιό του, ούτε θα βοηθούσε κάτι τέτοιο. Αν δηλαδή το κράτος πουλούσε τις μετοχές του - το μερίδιό του, δεν θα υπήρχε καμιά μεταβολή - βελτίωση στα δεδομένα της ίδιας της τράπεζας. Αυτό είναι κατανοητό. Πρώτος στόχος παραμένει η αύξηση του κεφαλαίου. Αυτό που προστίθεται, επειδή δεν πρόκειται να αφήσουμε τα πράγματα στην τύχη ή να πορευτούμε χωρίς σχέδιο Β, δεν πρόκειται ν’ αφήσουμε καμιά τράπεζα στον αναπνευστήρα μεταθέτοντας ή αποφεύγοντας τις όποιες αποφάσεις χρειάζονται προκειμένου να διασφαλίσουμε και τις καταθέσεις του κόσμου και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, είναι μια δεύτερη επιλογή. Αυτή η επιλογή είναι η απόλυτη διασφάλιση ότι δεν θα ξαναβρεθούμε σε αδιέξοδο μη έχοντας επιλογές με κίνδυνο να κινδυνεύσει η χρηματοπιστωτική σταθερότητα ή, ακόμα χειρότερα, οι καταθέσεις του κόσμου. Η δεύτερη λοιπόν επιλογή είναι το να δοθεί στους επενδυτές να επιλέξουν μέρος του χαρτοφυλακίου της τράπεζας, μέρος των περιουσιακών στοιχείων, αντί για επένδυση συνολικά στο μετοχικό κεφάλαιο.
Ερώτηση: Μα αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να επιλέξει το υγιές κομμάτι και να αφήσει τα μη-εξυπηρετούμενα δάνεια;
Απάντηση: Αν ένας επενδυτής ενδιαφερθεί για μέρος του χαρτοφυλακίου, έχουμε στην πράξη το διαχωρισμό που οδηγεί στο Φορέα Διαχείρισης των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων, άρα έχουμε αυτή την προοπτική που είχε παρουσιαστεί από το σύνολο του πολιτικού κόσμου ως η λύση για το πρόβλημα των μη-εξυπηρετούμενων δανείων. Ως εναλλακτική επιλογή που θα διασφαλίσει ότι δεν θα βρεθούμε ποτέ σε αδιέξοδο/κίνδυνο να μείνει μια τράπεζα της χώρα μας εκτεθειμένη αν η πρώτη επιλογή δεν καταστεί εφικτή – αυτή τη στιγμή τρέχει η διαδικασία της αναζήτησης επενδυτικού ενδιαφέροντος – είναι η επιλογή όπου χρειάζεσαι έναν επενδυτή που θα βάλει σημαντικά κεφάλαια σε κάθε περίπτωση αλλά αυτό το καθιστάς πιο εφικτό να βρεις τον επενδυτή που θα βάλει κεφάλαια σε ένα διαχωρισμένο σχήμα μέσω της σύστασης Φορέα Διαχείρισης Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων, που ουσιαστικά θα καταστήσει πιο εφικτή την επένδυση στο καλό κομμάτι. Αυτή δεν ήταν και η εισήγηση ολόκληρου σχεδόν του πολιτικού συστήματος ότι μόνο μέσα από φορέα μπορούμε να απαλλαγούμε οριστικά από αυτό το πρόβλημα;
Ερώτηση: Σ’ αυτό το σενάριο, το κράτος θα εξακολουθήσει να έχει ποσοστό στο καλό κομμάτι;
Απάντηση: Αυτά θα προκύψουν μέσα από την εκδήλωση επενδυτικού ενδιαφέροντος. Δεν μπορούμε εκ των προτέρων να γνωρίζουμε και να λάβουμε αποφάσεις. Αυτό που έγινε άνοιξε το βιβλίο της τράπεζας, αυτή ήταν η ανακοίνωση για όλα αυτά τα ενδεχόμενα, να μπουν οι δυνητικοί επενδυτές, να διαμορφώσουν άποψη, να λάβουμε στη συνέχεια εικόνα για το επενδυτικό ενδιαφέρον που υπάρχει και στη συνέχεια θα ληφθούν και οι αποφάσεις αλλά θα δοθούν και οι απαντήσεις διότι τώρα το μόνο που έχουμε ενώπιών μας είναι ότι μια τράπεζα – ορθά πράττοντας – ανοίγει το βιβλίο της, ξεκινά μια διαδικασία, το λεγόμενο «εικονικό βιβλίο/δωμάτιο πληροφοριών». Αυτό μεσολάβησε για να σχηματίσουν οι δυνητικοί επενδυτές μια γενική εικόνα για τις διάφορες επιλογές. Αυτά είναι απολύτως ουσιαστικά.
Το δεύτερο σημείο που θα ήθελα να σχολιάσω είναι το ότι όλες οι άλλες τράπεζες είναι ιδιωτικές. Η διαφορά και το επιβαρυντικό στοιχείο της συνεργατικής είναι ότι ο μεγαλομέτοχος/ιδιοκτήτης – έστω προσωρινά – είναι το κράτος. Έχει μεσολαβήσει η πανευρωπαϊκή οδηγία που απαγορεύει σε κάθε ευρωπαϊκό κράτος την όποια άμεση επένδυση/στήριξη τράπεζας. Έχουμε λοιπόν ένα ζήτημα που πρέπει να διαχειριστούμε. Έχεις μια τράπεζα που ο μεγαλομέτοχος δεν μπορεί να βάλει ούτε ένα ευρώ. Αν όμως αύριο χρειαστεί, επειδή συνεχείς είναι η πίεση για νέες προβλέψεις και νέα κεφάλαια καθώς αυτή είναι η τάση σε ολόκληρη την Ευρώπη, όλες οι τράπεζες δέχονται αυστηρή πίεση από την ΕΚΤ, η Συνεργατική Τράπεζα τι θα κάνει; Ακούω κάποια σχόλια που είναι περίπου οι ίδιες ενστάσεις για το ενδεχόμενο αποκρατικοποίησης της CYTA ή του Κρατικού Λαχείου. Εδώ όμως δεν είναι το ίδιο πράγμα. Αυτό που πρέπει να διασφαλίσουμε είναι η πρόσβαση της τράπεζας σε νέα κεφάλαια για να μπορεί να λειτουργεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να μην προκύψει ζήτημα αποσταθεροποίησης στη χώρα μας και να μην ξανακινδυνέψει καταθέτης. Όταν λέμε ότι είμαστε ενάντιοι στην ιδιωτικοποίηση της Συνεργατικής, τι ακριβώς εισηγούμαστε; Να μείνει χωρίς οξυγόνο;
Ερώτηση: Ενώ όμως δόθηκαν τα 1,7 δις, γιατί δεν κατάφερε να αυξήσει τις καταθέσεις, να μειώσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια κλπ;
Απάντηση: Τους στόχους δεν τους καθόριζε μόνη της η τράπεζα ή ο μέτοχος αλλά οι ευρωπαϊκές και οι εποπτικές αρχές. Ο πολύ φιλόδοξος στόχος που τέθηκε από την Κεντρική Τράπεζα για το ύψος που θα έφταναν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σήμερα ήταν 6,5 δις. Σήμερα είναι 6,4 επομένως αυτός ο στόχος επιτεύχθηκε. Υπήρχε και μια άλλη σειρά από στόχους που είχαν θέσει οι διάφορες αρχές, είτε ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός της ΕΚΤ, είτε η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είτε η Κεντρική Τράπεζα της χώρας. Για παράδειγμα, τα 250 καταστήματα να μειωθούν σε 200. Σήμερα είναι 170. Ο αριθμός των εργαζομένων έπρεπε να μειωθεί στους 2700. Σήμερα είναι 2600. Τα λειτουργικά έξοδα έπρεπε να περιοριστούν. Έχουν περιοριστεί κατά 16%. Επομένως, όταν λέμε «δεν τα κατάφερε», ποιός στόχος που είχε τεθεί δεν έχει επιτευχθεί; Όταν υποδειχθεί ένας στόχος που δεν έχει επιτευχθεί να το συζητήσουμε.
Επειδή πρέπει να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά και να βλέπουμε και τι συμβαίνει στο ευρωπαϊκό περιβάλλον που λειτουργούμε, αυτό που έχει συμβεί και σχετίζεται με την επιχειρούμενη τώρα ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης, έχει ληφθεί απόφαση και εποπτική από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ότι οι ισολογισμοί των τραπεζών πρέπει να καθαρίσουν τώρα. Μπαίνουν όλες οι ευρωπαϊκές τράπεζες, πλήρως σε όλες τις πτυχές, κάτω από την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ένωση και πρέπει τώρα, ασχέτως προόδου που έχει επισυμβεί, να καθαρίσουν πλήρως οι ισολογισμοί των τραπεζών. Αυτό μεταφέρει σε όλες τις τράπεζες στην Ευρωζώνη μια μεγάλη πίεση και εμείς δεν εξαιρούμαστε από αυτή την πίεση. Το 2013 δεν υπήρχε τραπεζική ένωση ούτε εποπτεία και έλεγχος των τραπεζών. Το ότι οι τράπεζες έπαιρναν τότε μεγάλα ρίσκα, αυτά ήταν λάθη του παρελθόντος. Δεν δημιουργήθηκε «καινούριο ρίσκο» τα τελευταία χρόνια. Οι κυπριακές τράπεζες κουβαλούν αυτά τα βάρη που προέκυψαν από τις κακές πρακτικές του παρελθόντος.
Τότε βέβαια που γινόταν αυτή η κακοδιαχείριση σε ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα δεν άκουσα κανέναν πολιτικό/επόπτη να βγαίνει και να λέει μα τι συμβαίνει εδώ σ’ αυτή την χώρα; Μέσα σε μια δεκαετία διογκώθηκε ο τραπεζικός δανεισμός κατά 50 δις. Όποιος έμπαινε σε ένα παράρτημα τράπεζας συνεργατικής έφευγε με το δάνειο στο χέρι. Δεν άκουσα τότε κανέναν να καταγγέλλει κακοδιαχείριση, απροσεξίες, κακές πρακτικές κλπ. Αντιθέτως, ενόσω συνέβαιναν όλα αυτά ήταν όλοι ευχαριστημένοι, και το πολιτικό σύστημα και όλοι εμείς.
Έκτοτε έχει γίνει τεράστια πρόοδος και το έχω συζητήσει και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Δεν αποδέχομαι τη θέση ότι η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που έγινε στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια δεν είναι αρκετή. Η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που έγινε στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας μας ανέρχεται στο 40% του ΑΕΠ. Μόνο τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια! Παράλληλα, πέραν του 100% του ΑΕΠ είναι η συνολική μείωση του δανεισμού των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Τέτοια μείωση επί του συνολικού ιδιωτικού δανεισμού και ειδικότερα των μη εξυπηρετούμενων δανείων αυτής της έκτασης σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας μας δεν έχει υπάρξει σε κανένα άλλο κράτος μέλος. Γεγονός όμως παραμένει ότι παρά τη μεγάλη προσπάθεια και πρόοδο που έχει γίνει και τεκμηριώνεται με νούμερα, το πρόβλημα είναι εκεί, είχε δημιουργηθεί την προηγούμενη δεκαετία προ της κρίσης. Συνεπώς υπάρχει ακόμη, υφίσταται, έχουμε το δεύτερο ψηλότερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ευρώπη. Κανονικά, και αν ήταν δική μου απόφαση, θα έδινα περιθώριο δυο – τρία χρόνια μέσα σε συνθήκες ανάκαμψης. Έτσι, θα ήταν πιο διαχειρίσιμα τα πράγματα για τους δανειολήπτες και για τις τράπεζες καθώς θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα ομαλά.
Φυσικά δεν έχουμε μόνο εμείς πρόβλημα. Ίσως εμείς να έχουμε μεγάλο πρόβλημα ως ποσοστό αλλά μιλάμε για σχετικά μικρούς απόλυτους αριθμούς. Σε μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη υπάρχουν μικρά ποσοστά αλλά σε μεγάλους αριθμούς. Σε ολόκληρη την Ευρώπη μεταφέρονται/πωλούνται δάνεια σε μη τραπεζικές οντότητες, κατά κύριο λόγο ιδιωτικές. Φυσικά υπάρχει όριο. Μια άλλη επιλογή είναι η αύξηση των προβλέψεων, που αυτό σημαίνει νέα κεφάλαια. Η άντληση καινούριων κεφαλαίων όμως έχει και αυτή τα όριά της. Συνδέστε λοιπόν τώρα αυτό που σας έχω πει με την περίπτωση της Συνεργατικής. Από τη μια γίνεται προσπάθεια για άντληση καινούριων κεφαλαίων, όπως γίνεται σε όλες τις τράπεζες, και παράλληλα για να μην εναποθέσουμε όλες μας τις ελπίδες σε ένα καλάθι, ότι θα βρεθούν καινούρια κεφάλαια έτσι απλά, υπάρχει και η προοπτική του διαχωρισμού το χαρτοφυλακίου που παραπέμπει σε κάποιου είδους φορέα διαχείρισης. Όπως γίνεται και στην υπόλοιπη Ευρώπη, αυτή είναι μια μέθοδος που δεν είναι άνευ κόστους.
Ερώτηση: Αυτό σημαίνει διαχωρισμός του οργανισμού σε καλό και κακό κομμάτι όπου το καλό κομμάτι θα το πάρει αυτός που θα επενδύσει ενώ το κακό κομμάτι θα γίνει φορέας μη εξυπηρετούμενων δανείων;
Απάντηση: Εξαρτάται από το τι θα μεταφερθεί, αν δηλαδή η οντότητα της Συνεργατικής θα μείνει με το καλό ή το κακό χαρτοφυλάκιο. Αυτή την απάντηση θα την ξέρουμε όταν έχουμε εικόνα για το δυνητικό επενδυτικό ενδιαφέρον. Στο καλό χαρτοφυλάκιο θα πρέπει να επενδυθούν νέα κεφάλαια, όχι όμως από το κράτος, ενώ στο κακό χαρτοφυλάκιο, επειδή δεν είναι τράπεζα και έτσι δεν υπάρχουν εποπτικές απαιτήσεις, δεν χρειάζεσαι κεφάλαιο αλλά υπάρχει ένα αρχικό κόστος για το διαχωρισμό του χαρτοφυλακίου και είναι αυτό το κόστος το οποίο το κυπριακό κράτος εξετάζει αν μπορεί και αν θα ήταν καλή λύση να το επωμιστεί αν το όφελος θα είναι μεγαλύτερο.
Ερώτηση: Και πού θα ανήκουν οι μετοχές;
Απάντηση: Αυτό που συζητάμε δεν αφορά τις μετοχές. Οι μετοχές θα ανήκουν στο κράτος. Δεν χρειάζεται συνεχώς καινούριο κεφάλαιο. Θέλω να διαβεβαιώσω ότι η Κυβέρνηση έχει πλάνο, δυνατότητα και διάθεση να κάνει ότι χρειάζεται για να μην υπάρξει διασάλευση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και να μην κινδυνέψει κανένας καταθέτης αλλά, αντιθέτως, να μπορέσουμε να διαμορφώσουμε συνθήκες μέσα από τις οποίες το κυπριακό τραπεζικό σύστημα, μέρος του οποίου είναι και η Συνεργατική, να μπορέσει να λειτουργήσει σε ένα ιδιαίτερα απαιτητικό ευρωπαϊκό εποπτικό περιβάλλον. Δεν κινδυνεύουν οι καταθέσεις κανενός. Το κράτος δεν είναι οικονομικά αποδυναμωμένο όπως ήταν το 2013. Έχουμε και την οικονομική δυνατότητα και δεν διακατεχόμαστε από πολιτικές νοοτροπίες που ανέβαλλαν την κάθε πολιτική απόφαση αφήνοντας πράγματα στον αναπνευστήρα. Έχουμε την πολιτική διάθεση να λάβουμε αποφάσεις. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να δει κανείς τη μεγάλη εικόνα, ότι αναζητούμε επενδυτές.
Ερώτηση: Γιατί δεν επιστρέψατε τις μετοχές;
Απάντηση: Δεν έμεινε εμπόδιο που να μην είχε εγερθεί σχετικά μ’ αυτή την πρωτοβουλία. Για να είναι ενταγμένη μια εταιρία, τράπεζα ή οτιδήποτε άλλο, στο Χρηματιστήριο πρέπει να υπάρχει ευρεία διασπορά του 25% των μετοχών. Συνεπώς, ο πρώτος στόχος εκείνης της κίνησης ήταν να πετύχουμε όσο πιο γρήγορα, με έναν τρόπο κάπως ανορθόδοξο αλλά αποτελεσματικό, μια ευρεία διασπορά 25% τουλάχιστον των μετοχών ούτως ώστε να είναι εφικτή η ένταξη στο Χρηματιστήριο προκειμένου η εταιρία να μπορούσε να επιχειρήσει μέσω της εγγραφής της σε ένα Χρηματιστήριο να αντλεί καινούρια κεφάλαια. Σε κάθε περίπτωση το ξέραμε, και είχαμε αναλάβει υποχρέωση ευθύς εξ αρχής και να μην υπήρχε αυτή η πίεση που υπάρχει τώρα για να προχωρήσει γρήγορα η εξυγίανση. Ούτως ή άλλως είχαμε δεσμευτική υποχρέωση ότι αυτό θα συνέβαινε σταδιακά από το 2018 μέχρι το 2020 για να συρρικνωθεί το ποσοστό του κράτους. Δηλαδή αυτό που επιχειρείται σήμερα θα μπορούσε να είχε επιχειρηθεί και με άλλο τρόπο. Δηλαδή να αντλήσεις αυτά τα κεφάλαια με άλλο τρόπο. Πάλι χρειάζονται κεφάλαια. Όλες οι τράπεζες ψάχνουν κεφάλαια στο μέτρο του δυνατού. Επειδή όμως πρέπει εποπτικά να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διαχωρίζουν τα χαρτοφυλάκιά τους και τα μεταφέρουν εκτός.
Ερώτηση: Γιατί όμως δεν είχατε ενημερώσει τα κόμματα;
Απάντηση: Να ενημερώσουμε ότι θ’ ανοίξει το βιβλίο και θα μπουν επενδυτές; Όταν τον περασμένο Δεκέμβριο έγιναν στο Λονδίνο “road-shows”, παρουσιάσεις και συγκεντρώσεις από τη CITY BANK σε δυνητικούς επενδυτές, γιατί δεν υπήρξαν αντιδράσεις; Είναι κινήσεις στα πλαίσια μιας γνωστής από καιρό δημοσιευμένης διαδικασίας την οποία σας έχω περιγράψει, η οποία είναι χρήσιμη εκ των πραγμάτων. Διάθεσή μας είναι να κρατάμε συνεχώς σε επαφή τις πολιτικές δυνάμεις. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συγκάλεσε σύσκεψη όπου έγινε μια πρώτη ανταλλαγή απόψεων. Αποφασίστηκε ότι και σε επίπεδο εκπροσώπων τεχνοκρατών των κομμάτων θα υπάρξει και περαιτέρω επαφή για επιπρόσθετους σχεδιασμούς, που είτε έχουμε ως κυβέρνηση, είτε μπορούν τα κόμματα να καταθέσουν. Έχω επίσης αρχίσει και θα επιχειρήσω να συναντήσω κατ’ ιδίαν τους αρχηγούς όλων των κομμάτων για να έχω περισσότερη συζήτηση. Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα αν χρειαστεί να το συζητήσουμε και στη Βουλή. Ας αποφεύγονται λοιπόν αναφορές περί συσκότισης ή παραπλάνησης σε μια περίοδο που η εμπλοκή του Προέδρου της Δημοκρατίας και εμένα είναι συνεχής σε όλα τα επίπεδα για να κρατάμε τη Βουλή και τα κόμματα ενήμερους για κάθε πτυχή και κάθε ενδεχόμενο. Είναι όμως πολύ διαφορετικό να ακούγονται και να εκφράζονται αναφορές που δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα και προπαντός με την τραπεζική πραγματικότητα όπως αυτή διαμορφώνεται σε ένα ευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι μια πραγματικότητα δύσκολη και απαιτητική αλλά είναι τελικά αυτή που θα δημιουργήσει και στην Ευρώπη αλλά και στη χώρα μας ένα σύστημα με αλλαγές, όχι όπως το ξέραμε, αλλά σίγουρα προς όφελος τόσο των καταθετών αλλά και των οικονομιών γενικότερα.