Ανακοίνωση Επιτρόπου Νομοθεσίας και Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού
Σε σχέση με την Ειδική Έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, με αρ. ΓΕΝ&ΕΠΔΠ/01/2017 - Έλεγχος Γραφείου Επιτρόπου Νομοθεσίας και Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού για την περίοδο 1.9.2016-31.8.2017, η οποία δημοσιοποιήθηκε σήμερα, η Επίτροπος Νομοθεσίας και Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού κα Λήδα Κουρσουμπά με λύπη επισημαίνει ότι τα όσα εκτενώς και σαφώς έχει παραθέσει στο πλαίσιο της σχετικής με το θέμα αλληλογραφίας με το Γενικό Ελεγκτή δεν έχουν ληφθεί υπόψη και/ή δεν αντανακλώνται σε αυτή. Ως εκ τούτου, το κείμενο της δημοσιοποιημένης Έκθεσης, πέραν μερικών σημείων, παραμένει το ίδιο με το κείμενο του προσχεδίου αυτής που διαβιβάστηκε στην Επίτροπο με επιστολή του Γενικού Ελεγκτή ημερομηνίας
5 Δεκεμβρίου 2017.
Η Επίτροπος σημειώνει και δημόσια –όπως έπραξε και με επιστολή της προς τον Γενικό Ελεγκτή, ημερομηνίας 15 Δεκεμβρίου 2017, σε σχέση με το προσχέδιο της Ειδικής Έκθεσης που της απεστάλη στις 5 Δεκεμβρίου 2017– ότι στην Ειδική Έκθεση:
(α) Εξακολουθεί να δίνεται εσφαλμένα η εντύπωση ότι ο έλεγχος αφορούσε μια Υπηρεσία. Παραγνωρίζεται το πραγματικό γεγονός, που είναι ουσιώδους σημασίας για τον έλεγχο, ότι ενώπιον του ο Γενικός Ελεγκτής είχε το Γραφείο Επιτρόπου Νομοθεσίας (ΓΕΝ) και το Γραφείο Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού (ΓΕΠ), δύο εντελώς διαφορετικούς θεσμούς, με εντελώς διαφορετική νομική βάση, εντελώς διαφορετικές αρμοδιότητες, εντελώς διαφορετικό προσωπικό και ξεχωριστές κτηριακές εγκαταστάσεις. Κατά συνέπεια, τα «γεγονότα» που πολύ περιληπτικά αναφέρονται στην Ειδική Έκθεση, δεν ανταποκρίνονται στα πραγματικά δεδομένα και, ως επακόλουθο, τα όποια ευρήματα εδράζονται σε εσφαλμένη πραγματική και/ή νομική βάση.
(β) Σε σχέση με την κατάρτιση ομοσπονδιακών νόμων στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για επίλυση του κυπριακού προβλήματος, παραγνωρίζεται και/ή δεν αποτυπώνεται και/ή δε φαίνεται να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι συνιστά ειδική αρμοδιότητα που ανατέθηκε στην Επίτροπο Νομοθεσίας από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και ασκείται στη βάση συγκεκριμένης Απόρρητης Απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου (Α 79.211, ημερ. 29/7/2015), η οποία συμπληρώθηκε με την μεταγενέστερη Απόρρητη Απόφαση, Α 80.466, ημερ. 26/10/2016 (στο εξής οι «Απόρρητες Αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου»), η οποία σαφώς και ρητώς ρυθμίζει το θέμα και η εφαρμογή της οποίας είναι εντελώς ανεξάρτητη από τις γενικές αρμοδιότητες του Επιτρόπου Νομοθεσίας και, εν πάση περιπτώσει, ουδεμία σχέση έχει με τον θεσμό του Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού.
(γ) Δεν φαίνεται να λαμβάνονται υπόψη οι πρόνοιες των Απόρρητων Αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου, οι οποίες συναρτώνται με την ιδιομορφία της διαδικασίας κατάρτισης των ομοσπονδιακών νόμων.
Ως εκ τούτου, η Επίτροπος αισθάνεται θεσμικά υποχρεωμένη να δημοσιοποιήσει αυτούσιο το κείμενο της τελευταίας επιστολής της προς τον Γενικό Ελεγκτή, ημερομηνίας 15 Δεκεμβρίου 2017, θεωρώντας ότι με αυτόν τον τρόπο δίνεται η δυνατότητα στους πολίτες να διαμορφώσουν ολοκληρωμένη άποψη σε ό,τι αφορά τα θέματα που αγγίζει στην Έκθεσή του ο Γενικός Ελεγκτής.
Παραπέρα η Επίτροπος επισημαίνει ότι, σε ό,τι αφορά τα όσα η Έκθεση αποδίδει σε επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών προς τον Γενικό Ελεγκτή, ημερομηνίας 18 Δεκεμβρίου 2017, αυτά πρώτη φορά περιέχονται σε γνώση της και σε κάθε περίπτωση η ίδια εφάρμοσε κατά γράμμα τη σχετική Απόρρητη Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία υιοθέτησε σχετική Πρόταση του Υπουργού Οικονομικών.
Σε σχέση με την Ειδική Έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, με αρ. ΓΕΝ&ΕΠΔΠ/01/2017 - Έλεγχος Γραφείου Επιτρόπου Νομοθεσίας και Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού για την περίοδο 1.9.2016-31.8.2017, η οποία δημοσιοποιήθηκε σήμερα, η Επίτροπος Νομοθεσίας και Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού κα Λήδα Κουρσουμπά με λύπη επισημαίνει ότι τα όσα εκτενώς και σαφώς έχει παραθέσει στο πλαίσιο της σχετικής με το θέμα αλληλογραφίας με το Γενικό Ελεγκτή δεν έχουν ληφθεί υπόψη και/ή δεν αντανακλώνται σε αυτή. Ως εκ τούτου, το κείμενο της δημοσιοποιημένης Έκθεσης, πέραν μερικών σημείων, παραμένει το ίδιο με το κείμενο του προσχεδίου αυτής που διαβιβάστηκε στην Επίτροπο με επιστολή του Γενικού Ελεγκτή ημερομηνίας
5 Δεκεμβρίου 2017.
Η Επίτροπος σημειώνει και δημόσια –όπως έπραξε και με επιστολή της προς τον Γενικό Ελεγκτή, ημερομηνίας 15 Δεκεμβρίου 2017, σε σχέση με το προσχέδιο της Ειδικής Έκθεσης που της απεστάλη στις 5 Δεκεμβρίου 2017– ότι στην Ειδική Έκθεση:
(α) Εξακολουθεί να δίνεται εσφαλμένα η εντύπωση ότι ο έλεγχος αφορούσε μια Υπηρεσία. Παραγνωρίζεται το πραγματικό γεγονός, που είναι ουσιώδους σημασίας για τον έλεγχο, ότι ενώπιον του ο Γενικός Ελεγκτής είχε το Γραφείο Επιτρόπου Νομοθεσίας (ΓΕΝ) και το Γραφείο Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού (ΓΕΠ), δύο εντελώς διαφορετικούς θεσμούς, με εντελώς διαφορετική νομική βάση, εντελώς διαφορετικές αρμοδιότητες, εντελώς διαφορετικό προσωπικό και ξεχωριστές κτηριακές εγκαταστάσεις. Κατά συνέπεια, τα «γεγονότα» που πολύ περιληπτικά αναφέρονται στην Ειδική Έκθεση, δεν ανταποκρίνονται στα πραγματικά δεδομένα και, ως επακόλουθο, τα όποια ευρήματα εδράζονται σε εσφαλμένη πραγματική και/ή νομική βάση.
(β) Σε σχέση με την κατάρτιση ομοσπονδιακών νόμων στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για επίλυση του κυπριακού προβλήματος, παραγνωρίζεται και/ή δεν αποτυπώνεται και/ή δε φαίνεται να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι συνιστά ειδική αρμοδιότητα που ανατέθηκε στην Επίτροπο Νομοθεσίας από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και ασκείται στη βάση συγκεκριμένης Απόρρητης Απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου (Α 79.211, ημερ. 29/7/2015), η οποία συμπληρώθηκε με την μεταγενέστερη Απόρρητη Απόφαση, Α 80.466, ημερ. 26/10/2016 (στο εξής οι «Απόρρητες Αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου»), η οποία σαφώς και ρητώς ρυθμίζει το θέμα και η εφαρμογή της οποίας είναι εντελώς ανεξάρτητη από τις γενικές αρμοδιότητες του Επιτρόπου Νομοθεσίας και, εν πάση περιπτώσει, ουδεμία σχέση έχει με τον θεσμό του Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού.
(γ) Δεν φαίνεται να λαμβάνονται υπόψη οι πρόνοιες των Απόρρητων Αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου, οι οποίες συναρτώνται με την ιδιομορφία της διαδικασίας κατάρτισης των ομοσπονδιακών νόμων.
Ως εκ τούτου, η Επίτροπος αισθάνεται θεσμικά υποχρεωμένη να δημοσιοποιήσει αυτούσιο το κείμενο της τελευταίας επιστολής της προς τον Γενικό Ελεγκτή, ημερομηνίας 15 Δεκεμβρίου 2017, θεωρώντας ότι με αυτόν τον τρόπο δίνεται η δυνατότητα στους πολίτες να διαμορφώσουν ολοκληρωμένη άποψη σε ό,τι αφορά τα θέματα που αγγίζει στην Έκθεσή του ο Γενικός Ελεγκτής.
Παραπέρα η Επίτροπος επισημαίνει ότι, σε ό,τι αφορά τα όσα η Έκθεση αποδίδει σε επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών προς τον Γενικό Ελεγκτή, ημερομηνίας 18 Δεκεμβρίου 2017, αυτά πρώτη φορά περιέχονται σε γνώση της και σε κάθε περίπτωση η ίδια εφάρμοσε κατά γράμμα τη σχετική Απόρρητη Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία υιοθέτησε σχετική Πρόταση του Υπουργού Οικονομικών.