Το Υπουργικό Συμβούλιο κατά τη σημερινή του συνεδρία έλαβε αποφάσεις που αφορούν στο σχέδιο αναπλήρωσης των μελών των ταμείων προνοίας που είχαν υποστεί ζημιά από την απομείωση καταθέσεων το 2013, ανακοίνωσε σήμερα ο Υπουργός Οικονομικών κ. Χάρης Γεωργιάδης.
Σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους, στο Προεδρικό Μέγαρο, μετά από τη συνεδρία, ο κ. Υπουργός είπε ότι «το Υπουργικό Συμβούλιο έλαβε αποφάσεις σε σχέση με το σχέδιο αναπλήρωσης των μελών των ταμείων προνοίας που έχουν υποστεί ζημιά από την απομείωση των καταθέσεων το 2013 σε συνέχεια της πρώτης απόφασης το 2013 με αναπλήρωση, δαπάνη των 300 εκ. ευρώ, σε συνέχεια ακόμη της απόφασης τον περασμένο Ιούλιο για επιπρόσθετη αναπλήρωση μέχρι το 75%.
Αφού έχουμε εξετάσει ζητήματα που έχουν προκύψει και αιτήματα που έχουν κατατεθεί, το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε τρία πράγματα:
Πρώτον, τη διαφοροποίηση της ρύθμισης όσον αφορά στις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου που έχουν λάβει τα επηρεαζόμενα μέλη, ούτως ώστε αντί της μεταβίβασής τους στο κράτος ως προϋπόθεση για την αναπλήρωση της απώλειας, να υπολογίζεται απλώς η αξία των μετοχών στη βάση της χρηματιστηριακής τιμής του περασμένου Ιουλίου, της ημερομηνίας δηλαδή που ανακοινώθηκε το σχέδιο. Με αυτή τη ρύθμιση θα μπορούν να κρατήσουν τις μετοχές τους και απλοποιείται αισθητά η διαδικασία.
Δεύτερον, αποφασίστηκε η τιμαριθμοποίηση αυτής της αναπλήρωσης, δηλαδή αν κάποιος θα αφυπηρετήσει μετά από 20 χρόνια, η αναπλήρωση που θα λάβει τότε δεν θα είναι με βάση τις σημερινές αξίες αλλά θα προσαρμοστεί για να λάβει υπόψη τη διαχρονική άνοδο των τιμών, του πληθωρισμού, τη μείωση της αξίας του χρήματος όπως αυτή προκύπτει λόγω πληθωρισμού. Είναι μια ρύθμιση που θα ωφελήσει με τρόπο ουσιαστικό τα επηρεαζόμενα μέλη.
Τρίτον, αποφασίστηκε ο καθορισμός του ποσού των 75 χιλιάδων ως επιπρόσθετη αναπλήρωση για αυτούς που έχουν αποχωρήσει από το 2013 μέχρι το 2017».
Πρόσθεσε ότι διαφοροποιείται η απόφαση για αυτή τη μερίδα των επηρεαζόμενων και ταυτοχρόνως, και με καθορισμένο ως ανώτατο όριο 250 χιλιάδες. Αυτοί που έχουν αποχωρήσει, κατά κύριο λόγο τραπεζικοί υπάλληλοι, που υπερβαίνουν το όριο των 100 χιλιάδων, θα ικανοποιηθούν. Από την απόφαση, είπε, εξαιρούνται η εν ενεργεία υπάλληλοι της Τράπεζας Κύπρου.
Σημείωσε ότι «δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί αναπλήρωση με δημόσιο χρήμα της σύνταξης που δικαιούται και θα δικαιούται εν ενεργεία υπάλληλος της Τράπεζας Κύπρου από τη στιγμή που η απομείωση των καταθέσεων τους έγινε για να στηριχθεί η ίδια η Τράπεζα Κύπρου.
Όμως, αυτό το ζήτημα το έχουμε συζητήσει με την τράπεζα εκτενώς και έχω επισήμως ενημερωθεί ότι η τράπεζα είναι έτοιμη να εξετάσει και να εφαρμόσει ένα πανομοιότυπο σχέδιο αναπλήρωσης της απώλειας για τους δικούς της υπαλλήλους, στο πλαίσιο ενός διαλόγου που αφορά ευρύτερα εργασιακά ζητήματα και που είναι σε εξέλιξη».
Πρόσθεσε ότι «συνοψίζοντας, με αυτή την απόφαση, από το σύνολο των 60 χιλιάδων επηρεαζόμενων μελών των ταμείων προνοίας που είχαν επηρεαστεί από το κούρεμα, σχεδόν όλοι αποζημιώνονται, αναπληρώνεται η απώλεια τους σε ποσοστό 75%, με εξαίρεση ένα πολύ περιορισμένο αριθμό των 200-300 ανωτάτων στελεχών της τράπεζας οι οποίοι έχουν ήδη διασφαλίσει ταμείο προνοίας μεγαλύτερο από 250 χιλιάδες».
Ερωτηθείς για το κόστος της Απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, ο κ. Υπουργός είπε ότι «υπάρχει αυξημένη δαπάνη 45 εκ. ευρώ για να καλύψει όσους έχουν αποχωρήσει από την υπηρεσία τους, όμως από την άλλη, υπάρχει εξοικονόμηση λόγω της αφαίρεσης της αξίας της μετοχής της Τράπεζας Κύπρου. Συνυπολογίζοντας τα δυο, το κόστος αυξάνεται κατά περίπου 20 εκ. ευρώ σε σχέση με το σχέδιο που είχε ανακοινωθεί και εφαρμοστεί τον περασμένο Ιούλιο».