15/1/16

Δηλώσεις του Υπουργού Υγείας στο Τρίτο Πρόγραμμα του ΡΙΚ για το ΓεΣΥ

Δηλώσεις του Υπουργού Υγείας στο Τρίτο Πρόγραμμα του ΡΙΚ
για το ΓεΣΥ


Στις τελευταίες εξελίξεις όσον αφορά στην υλοποίηση ενός Γενικού Σχεδίου Υγείας στη χώρα και στη αυτονόμηση των δημόσιων νοσηλευτηρίων, αναφέρθηκε σήμερα ο Υπουργός Υγείας κ. Γιώργος Παμπορίδης σε δηλώσεις του στη ραδιοφωνική εκπομπή «Πρωινό Δρομολόγιο» του Τρίτου Προγράμματος του ΡΙΚ.

Απαντώντας σε αντιδράσεις της Παγκύπριας Συντεχνίας Κυβερνητικών Ιατρών (ΠΑΣΙΚΥ), αλλά και άλλων φορέων όπως ο Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας και ο Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος (ΠΙΣ), σχετικά με το αμφίβολο μέλλον των δημόσιων νοσηλευτηρίων, μετά την απόφαση για προώθηση και εφαρμογή ενός μίνι ΓεΣΥ, ως μία ενδιάμεση λύση στην εφαρμογή του Γενικού Σχεδίου Υγείας, ο κ. Παμπορίδης τόνισε ότι πρόθεσή του είναι να προχωρήσει με τους σχεδιασμούς του, τους οποίους, όπως ανέφερε, γνώριζαν εξ αρχής όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς.

Όπως είπε ο κ. Υπουργός, οι σχεδιασμοί παραμένουν οι ίδιοι, έχοντας ως καινοτόμο στοιχείο την επίσπευση μιας σταδιακής εφαρμογής του ΓεΣΥ, η οποία επιλύει ουσιαστικά το πρόβλημα χρηματοδότησης της διαδικασία αυτονόμησης, αλλά εμπεριέχει επίσης και σωρεία άλλων ωφελημάτων, αφού εκθέτει όλους τους εμπλεκομένους σε ένα ελεγχόμενο σύστημα σταδιακής εισαγωγής στο ΓεΣΥ, ενώ φέρνει καθολική κάλυψη του πληθυσμού από το 2017.

Διασκεδάζοντας παράλληλα κριτική από πλευράς συγκεκριμένων κομμάτων, υποστήριξε ότι «δεν θα υπάρξει επανασχεδιασμός του όλου πλάνου, αλλά αυτό που εισάγεται σε νωρίτερο χρόνο είναι η σταδιακή εφαρμογή του τελικού σχεδίου, με προφανή οφέλη τόσο για τη διαδικασία αυτονόμησης όσο και για τη διαδικασία της εισαγωγής του ΓεΣΥ αυτού καθεαυτού».

Ο κ. Παμπορίδης απέδωσε εξάλλου τα εύσημα στον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος, όπως είπε, πρότεινε τη σταδιακή εισαγωγή, ανταποκρινόμενος στις εκκλήσεις του Υπουργού Υγείας για αύξηση των δαπανών της υγείας, προκειμένου να μπορέσει να χρηματοδοτηθεί επαρκώς η αυτονόμηση και να επιλυθούν τα καυτά προβλήματα της δημόσια υγείας, και με τον οποίο (ΥΠΟΙΚ) ο σχεδιασμός έγινε από κοινού.

Αναφερόμενος στη διαδικασία της αυτονόμησης, ο Υπουργός Υγείας υπογράμμισε ότι αποτελεί την πεμπτουσία, το Α και το Ω της μεταρρύθμισης της υγείας στη χώρα, προσθέτοντας ότι η διαδικασία της αυτονόμησης πρέπει να προηγηθεί της διαδικασίας της εισαγωγής του ΓεΣΥ. Στην παρούσα φάση, είπε ο κ. Υπουργός, δεν υπάρχει επάρκεια πόρων, ούτως ώστε να επιλυθούν τα καθημερινά προβλήματα της δημόσιας υγείας, ως εκ τούτου, «με τη σταδιακή εισαγωγή αυτούσιου του Γενικού Σχεδίου Υγείας, αλλά με περιορισμένο πεδίο εφαρμογής μόνο στα του δημοσίου, επιλύονται όλα τα ενδιάμεσα, ενώ προετοιμάζεται καλύτερα η έλευση του τελικού ΓεΣΥ».

Όπως εξήγησε ο κ. Παμπορίδης, οι δικαιούχοι του δημοσίου θα έχουν πρόσβαση στα αυτονομημένα και αναβαθμισμένα δημόσια νοσηλευτήρια, διευκρινίζοντας ότι «σε κάθε περίπτωση, εκεί και όπου αυτά τα νοσηλευτήρια αδυνατούν να ανταποκριθούν επαρκώς και εγκαίρως στη ζήτηση, ο Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας, ο οποίος θα έχει δραστηριοποιηθεί από αυτή τη στιγμή, θα έχει τη δυνατότητα παραπομπής του δικαιούχου ασφαλισμένου σε ιδιωτικό νοσηλευτήριο προκειμένου να προσφερθεί, κατά τρόπο επαρκή και έγκαιρο, η ζητούμενη υπηρεσία.»

Τονίζοντας ότι δεν ήταν εφικτή η παραμονή στην αρχική πρόταση με την υλοποίηση του τελικού ΓεΣΥ το 2019, ο κ. Υπουργός υπέδειξε ότι, επί του παρόντος, η χώρα έχει ένα παρωχημένο σύστημα υγείας, το οποίο χρήζει μεταρρύθμισης μέσα από μια διαδικασία. Τα προβλήματα είναι υπαρκτά, υπογράμμισε ο κ. Παμπορίδης, και πρόθεσή του είναι να ενσκήψουν ως πολιτεία επί των συγκεκριμένων προβλημάτων, αφού τεθεί συγκεκριμένος στόχος. «Και η αυτονόμηση είναι το μεσο-μακροπρόθεσμο όχημα, το οποίο θα μας οδηγήσει εκεί», συμπλήρωσε.


Συγκεκριμένα ο Υπουργός Υγείας ανέφερε ότι «οι λύσεις, οι οποίες θα προσφερθούν, έστω και σε επίπεδο καθημερινότητας, είναι απόλυτα συναρτημένες με τον ευρύτερο προγραμματισμό. Παραδείγματος χάριν, αν γνωρίζω ότι 1/1/2017 λειτουργεί ο αυτονομημένος οργανισμός, θα προσεγγίσω όλους τους έκτακτους υπαλλήλους τώρα και θα τους δώσω συμβόλαια –είτε 3ετή, είτε 5ετή, είτε αορίστου χρόνου από την 1/1/17-, ενθαρρύνοντάς τους φέτος να παραμείνουν στις θέσεις του χωρίς να εγκαταλείπουν σημαντικοί επιστήμονες το πόστο τους, δίνοντάς τους προοπτική, την οποία τους έχουμε στερήσει τόσα χρόνια. Δηλαδή, χρειάζομαι τον τελικό προγραμματισμό εγκεκριμένο από το Υπουργικό Συμβούλιο και τη Βουλή για να ενσκήψω στα ζητήματα της καθημερινότητας και κυρίως στα εργασιακά».

Ερωτηθείς σχετικά με τη διαδικασία όσων πληρώνουν εισφορά στα δημόσια νοσηλευτήρια, αλλά επισκέπτονται τον ιδιωτικό τομέα, ο κ. Υπουργός είπε ότι «η εισφορά για παράδειγμα του 1% για θέματα υγείας δεν πρέπει να εμπεριέχει κατ’ ανάγκη την ανταποδοτικότητα. Το ότι καταβάλλω εγώ φόρο αναλόγως του εισοδήματός μου, δεν εμπεριέχει κατ’ ανάγκη και την ανταπόδοση σε αγαθά από την πολιτεία. Η πολιτεία παίρνει τη δυνατότητα καταβολής που έχει ο καθένας μας και τη διανέμει σε αυτούς που δεν έχουν τη δυνατότητα καταβολής. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα».

Είναι υποχρέωση του κράτους να μεριμνά για την υγεία όλων των πολιτών του, ανέφερε χαρακτηριστικά ο Υπουργός Υγείας και συνέχισε: «Τώρα ποιος πληρώνει το Εθνικό Σύστημα Υγείας που δεν υπάρχει; Δηλαδή, την κάλυψη του 80% του πληθυσμού μας, ποιος την πληρώνει στα δημόσια νοσηλευτήρια; Όλοι εμείς δεν την πληρώνουμε; Τα 530 εκ. ευρώ του προϋπολογισμού μου ποιος τα δίνει; Ο Κύπριος πολίτης δεν τα δίνει; Άρα, όλες αυτές οι υπηρεσίες, οι οποίες προσφέρονται δωρεάν στα δημόσια νοσηλευτήρια, γιατί να μην προσφέρονται σε όλους, αφού τις πληρώνουμε όλοι, γιατί να προσφέρονται μόνο στο 75-80% του πληθυσμού –δηλαδή στους δημόσιους υπαλλήλους ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Να προσφέρονται και στον ιδιωτικό τομέα. Αφού εμείς τα πληρώνουμε.

Διαφωνώ με αυτούς που θεωρούν υπερβολικό το ότι συγκεκριμενοποιείται μια εισφορά με μόλις 1%, για να αναβαθμίσουμε τα δημόσια νοσηλευτήρια. Θεωρώ ότι μια πολιτεία πρέπει να δαπανά σημαντικότατα ποσά για την υγεία των πολιτών της. Το θέμα της υγείας πρέπει να είναι κύρια προτεραιότητα ενός κράτους. Και ένα κράτος πρέπει να καταλάβει ότι η σύγχρονη υγεία είναι ιδιαίτερα ακριβή. Και αυτή την υγεία πρέπει να την καλύψουμε όσοι μπορούμε, όχι μόνο όταν αρρωστήσουμε».

Και ένα τελευταία παράδειγμα: Υπάρχουν στη χώρα μας δαπάνες υγείας 1,2 δις ευρώ τον χρόνο –με συντηρητικούς υπολογισμούς. Εξ αυτών 330 εκ. τα διαθέτει το κράτος για τη λειτουργία των δημόσιων νοσηλευτηρίων, το οποίο σημαίνει ότι άλλα 800 εκ. –σε χονδρικές γραμμές- παραμένουν εκτός κάλυψης Δημοσίου. Από εκείνα τα 800 εκ. η ασφαλιστική αγορά καλύπτει τα 90 εκ. Τα υπόλοιπα 700 εκ. αφήνονται στην πλάτη όποιου ασθενή. Δεν είναι κοινωνία αυτή. Οι κοινωνίες και τα κράτη πρόνοιας μεριμνούν ώστε το βάρος των ασθενών τους να το μοιράζονται ισόποσα και αλληλέγγυα όλοι οι πολίτες. Γιατί το μόνο βέβαιο είναι ότι όλοι εξ ημών, τουλάχιστον σε μια φάση της ζωής μας, θα είμαστε μέσα σε αυτό το μικρό ποσοστό του 10% του πληθυσμού».

Όπως είπε, τέλος, χαρακτηριστικά ο Υπουργός Υγείας κ. Γιώργος Παμπρορίδης, αυτό το κόστος πρέπει να διαμοιραστεί ίσα μεταξύ όλων των πολιτών, αναλόγως των δυνατοτήτων τους: «Όσοι μπορούν να δώσουν περισσότερα, να δώσουν περισσότερα. Όσοι δεν μπορούν να δώσουν, να μην δώσουν», κατέληξε.