Ομιλία
Επιτρόπου Προεδρίας κ. Φώτη Φωτίου στην κηδεία των λειψάνων
του
πεσόντος κατά την τουρκική εισβολή Ανδρέα Τσαγγάρη
Σαράντα
ένα χρόνια μετά την απρόκλητη τουρκική εισβολή, ανοίγουν σήμερα ξανά οι πληγές
στο κορμί της πατρίδας και της κοινωνίας μας. Με συγκίνηση και δέος, στεκόμαστε
σήμερα μπροστά στα λείψανα ενός ακόμα τραγικού θύματος της τουρκικής θηριωδίας.
Οδηγημένοι από το εθνικό και θρησκευτικό μας χρέος, απευθύνουμε το ύστατο χαίρε
και τον προσήκοντα φόρο τιμής στον Ανδρέα Τσαγγάρη του Ιωάννη, από την Κυρά της
Μόρφου. Εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας, σε έναν ακόμα ήρωα της κυπριακής
ελευθερίας που θυσιάστηκε, σε εκείνες τις άνισες και προδομένες μάχες, απέναντι
στη βαρβαρότητα του Τούρκου επιβουλέα.
Είναι
δύσκολο, τόσο συναισθηματικά, όσο και ψυχικά, να μετρήσουμε τον πόνο, τη λύπη,
την πίκρα και την οργή των συγγενών του Ανδρέα Τσαγγάρη. Ακόμα πιο δύσκολο είναι
να μετρήσουμε τα συναισθήματα των συγγενών που μετά από τόσα χρόνια αγωνίας και
άγνοιας, καλούνται να βγάλουν όλο τον πόνο και την αγάπη τους μπροστά από μια
μικρή στοιβάδα οστών, πάνω από ένα κρύο ξύλινο κιβώτιο. Η ζωή αυτών που χάθηκαν
έκτοτε και των συγγενών που έμειναν για να κουβαλούν τον ασήκωτο σταυρό του
μαρτυρίου των αγνοουμένων, ήταν κάποτε ευτυχισμένη, ήρεμη και ειρηνική στον τόπο
που τους γέννησε και τους ανάθρεψε.
Ο
Τσαγγάρης ήταν παντρεμένος με την αγαπημένη του Στυλλού και ήταν ένας
βιοπαλαιστής πατέρας έξι παιδιών, του Ιωάννη, του Χαράλαμπου, της Κατερίνας, της
Μαρούλλας, της Χρυστάλλας και του Δημήτρη. Μέχρι την αποφράδα εκείνη μέρα της
τουρκικής εισβολής, διέμενε μαζί με την οικογένειά του στο χωριό του Φιλιά
Μόρφου.
Ο
Τσαγγάρης κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της εισβολής και κατά τη διάρκεια
του διαστήματος μέχρι την έναρξη της δεύτερης φάσης της, παρέμεινε στην οικία
του. Στις 14 Αυγούστου 1974, ημερομηνία κατά την οποία άρχισε η δεύτερη φάση της
τουρκικής εισβολής, οι περισσότεροι κάτοικοι της Φιλιάς, εγκατέλειψαν το χωριό
και μετέβηκαν σε πιο ασφαλισμένες περιοχές. Εγκατέλειψε το χωριό και η σύζυγος
του Τσαγγάρη, αλλά ο ίδιος προτίμησε να παραμείνει στο χωριό και το σπίτι του.
Στις
16 Αυγούστου, τα τουρκικά στρατεύματα κατέλαβαν τη Φιλιά και άρχισαν να
κινούνται εντός του χωριού. Κατά την ώρα της καταλήψεως του χωριού, ο Τσαγγάρης
βρισκόταν εντός του καφενείου μαζί με τον ιδιοκτήτη του, όπου και τους
συνάντησαν οι Τούρκοι, χωρίς όμως να τους ενοχλήσουν. Ο Τσαγγάρης παρέμεινε στο
καφενείο μέχρι το βράδυ οπότε και ξεκίνησε για την οικία του. Το επόμενο πρωί ο
ιδιοκτήτης του καφενείου εγκατέλειψε τη Φιλιά, καταφεύγοντας στις ελεύθερες
περιοχές, ενώ ο Τσαγγάρης δεν έδωσε σημεία ζωής και η τύχη του έκτοτε αγνοείτο.
Τα οστά του ανακαλύφθηκαν μέσα σε χωράφι στην Κυρά και αναγνωρίστηκαν με τη
μέθοδο του DNA. Παραδόθηκαν στους συγγενείς του, εδώ στο βάθος της προσφυγιάς,
για να ταφούν 41 χρόνια μετά τη δολοφονία του, σύμφωνα με τις παραδόσεις και τις
θρησκευτικές αξίες της φυλής μας.
Από
την πατρίδα μας, ποτέ δεν έλειψαν οι δοκιμασίες, ο πόνος και η πίκρα. Χρόνια,
δεκαετίες και αιώνες πληρώνουμε βαρύ το τίμημα της ιστορίας και της γεωγραφίας
μας. Από τη μικρή, πικρή πατρίδα μας δεν έλειψαν ποτέ οι θυσίες προκειμένου να
κρατήσουμε την ελευθερία μας. Είναι αλήθεια πως το 1974 δεχτήκαμε μία ήττα που
την πληρώνουμε μέχρι σήμερα, με βαριές απώλειες. Είναι οι νεκροί μας, οι
αγνοούμενοι, είναι η ίδια σχεδόν η μισή μας πατρίδα. Αποτελεί, όμως, εξίσου
αλήθεια πως, σε αυτό τον τόπο, ποτέ δεν πάψαμε να πιστεύουμε πως μπορούμε να
επιτύχουμε την ιστορική μας συνέχεια και την αποκατάσταση του κοινωνικού μας
ιστού. Δεν πάψαμε ποτέ να πιστεύουμε πως μπορούμε με σύνεση, αποφασιστικότητα,
επιμονή και υπομονή να δημιουργήσουμε ξανά συνθήκες επανένωσης της πατρίδας μας
και ειρηνικής συμβίωσης όλων των κατοίκων της.
Σήμερα,
είμαστε όσο ποτέ ώριμοι και έτοιμοι να εργαστούμε για να μην χρειαστεί να
υπάρξουν άλλες θυσίες αίματος σε αυτό τον τόπο. Ακριβώς επειδή ξέρουμε τον πόνο
που προκαλούν, θέλουμε να οικοδομήσουμε μία πατρίδα που να δίνει ζωή και χαρά
στους ανθρώπους της και όχι οι άνθρωποι να δίνουν τη ζωή και τη χαρά τους γι’
αυτήν. Οι ήρωες στα πεδία των μαχών, αλλά και οι ήρωες στα πεδία της ζωής και
της ελπίδας που θα χρειαζόμαστε στο μέλλον, να είναι οι άνθρωποι της δουλειάς,
του πνεύματος, της δημιουργίας, της συναίνεσης. Το σωστό μήνυμα είναι ότι θα
πρέπει να παραμείνουμε σοβαροί, προσηλωμένοι στον στόχο για τερματισμό της
κατοχής και επανένωση της πατρίδας μας, αλλά και στην ανάγκη για σκληρή δουλειά
και σκληρή διαπραγμάτευση.
Επιδιώκουμε
μια λύση που θα σέβεται το διεθνές δίκαιο, την εφαρμογή των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων, τις αρχές, τις αξίες και το κεκτημένο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για
αυτήν τη λύση αγωνίζεται η πλευρά μας, η ελληνοκυπριακή πλευρά και προσωπικά ο
Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με όλη την καλή θέληση και αποφασιστικότητα, ώστε οι
διεξαγόμενες συνομιλίες να αποδώσουν ένα θετικό και αποδεκτό αποτέλεσμα. Αλλά,
πέρα από τις όποιες καλές προθέσεις, εξακολουθούμε να περιμένουμε από την
Τουρκία να κάνει πράξεις τις διακηρύξεις της, υπέρ μιας λύσης του Κυπριακού που
θα σέβεται τα δικαιώματα των Κυπρίων.
Αγαπητοί
και σεβαστοί συγγενείς,
Πρέπει
να νιώθετε υπερήφανοι για την κληρονομιά που ο άνθρωπός σας άφησε, όχι μόνο σε
εσάς, αλλά και στην κοινωνία και ιδιαίτερα σε εμάς τους πολιτειακούς άρχοντες.
Μια κληρονομιά που σε εσάς αποδίδει την ύψιστη τιμή και σε εμάς την ευθύνη για
τη δικαίωση της θυσίας τους.
Προχθές,
29 Οκτωβρίου, τιμούσαμε την «Ημέρα Αγνοουμένων» και με την ευκαιρία θα θέλαμε να
επισημάνουμε ότι οι αγνοούμενοι της Κύπρου, η υπόθεση της εξακρίβωσης της τύχης
τους, αλλά και η ενημέρωση των συγγενών για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες οι
δικοί τους άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, αποτελεί για την πολιτεία μία καθημερινή
έγνοια. Ως Πολιτεία, ενώνουμε τη φωνή μας με την Παγκύπρια Οργάνωση Συγγενών
Αδηλώτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων και τονίζουμε από κοινού την ανάγκη να δοθεί
στη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων (ΔΕΑ) κάθε δυνατή διευκόλυνση για την
πλήρη διερεύνηση της τύχης των αγνοουμένων μας.
Η
απαίτηση των συγγενών αγνοουμένων να πληροφορηθούν με πειστικά στοιχεία για την
τύχη των δικών τους, ένα βασικό ανθρώπινο δικαίωμα πλήρως κατοχυρωμένο από σειρά
αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), οι αποφάσεις
Διεθνών Οργανισμών και οι αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία προσβλέπει η
Τουρκία να ενταχθεί, έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στο να υποχρεωθεί η Τουρκία να
επιτρέψει το 2004 την επαναλειτουργία της Διερευνητικής Επιτροπής
Αγνοουμένων.
Θα
ήθελα να σας μεταφέρω το καθαρό μήνυμα της Πολιτείας: Επιμένουμε στον στόχο να
τεθεί επιτέλους τέρμα στο ανθρωπιστικό πρόβλημα των αγνοουμένων που εξακολουθεί
όλα αυτά τα χρόνια να προκαλεί πόνο και στις δυο κοινότητες της Κύπρου και
ειδικά στους συγγενείς που έχουν το δικαίωμα να πάρουν απαντήσεις για την τύχη
των αγαπημένων τους και να μπορέσουν να τελέσουν τις κηδείες τους, σύμφωνα με τη
θρησκεία και τις ιερές μας παραδόσεις.
Απευθύνουμε,
ξανά, την έκκληση προς την τουρκική πλευρά να συνεργαστεί αποτελεσματικά για να
δώσουμε επιτέλους ένα τέλος σε αυτό το δράμα.
Απευθύνουμε την έκκλησή μας ιδιαίτερα προς την Τουρκία, για να ανοίξει
στη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων τις στρατιωτικές ζώνες και τα αρχεία της,
ώστε να εξασφαλισθεί επιτέλους μια αποτελεσματική έρευνα.
Την
ίδια ώρα αγωνιζόμαστε για να κτίσουμε μια πατρίδα, όπως ήταν παλιά ολόκληρη η
Κύπρος, όπου ζούσαν αρμονικά και ειρηνικά και συνδημιουργούσαν οι κάτοικοι της.
Να δημιουργήσουμε συνθήκες, όπου θα προστατεύονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και
οι βασικές ελευθερίες όλων των ανθρώπων της. Αυτή είναι η πρώτιστη υποχρέωση,
αλλά και υψίστη τιμή σε όσους έδωσαν τη ζωή τους και σε όσους ακόμα αγνοούνται.
Μετά
από σαράντα ένα ολόκληρα χρόνια κηδεύουμε σήμερα, μακριά από την ιδιαίτερη
πατρίδα του, κοντά πια στα αγαπημένα πρόσωπά του, τον Ανδρέα Τσαγγάρη. Εύχομαι
το τέλος της 41χρονης αγωνίας για την τύχη του ανθρώπου τους, να γαληνέψει την
ψυχή τους και να απαλύνει τον πόνο τους.
Αιωνία
ας είναι η μνήμη του.