29/4/15

Επιστολή του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων προς την Εκπρόσωπο για την Ελευθερία του Τύπου του ΟΑΣΕ

Επιστολή του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων προς την Εκπρόσωπο για την Ελευθερία του Τύπου του ΟΑΣΕ


Ο Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων κ. Γιαννάκης Λ. Ομήρου απέστειλε σήμερα επιστολή προς την Εκπρόσωπο για την Ελευθερία του Τύπου του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), κα Dunja Mijatovic , σε απάντηση πρόσφατης δήλωσής της για το θέμα της ποινικοποίησης της άρνησης της Γενοκτονίας των Αρμενίων.

Η δήλωση της Εκπροσώπου αφορούσε στην ομόφωνη έγκριση από τη Βουλή, στις 2 Απριλίου 2015, τροποποίησης του βασικού Νόμου του 2011 για την Καταπολέμηση Ορισμένων Μορφών και Εκδηλώσεων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας μέσω του Ποινικού Δικαίου, δια της οποίας ποινικοποιείται η άρνηση της Γενοκτονίας των Αρμενίων, στη βάση της ομόφωνης αναγνώρισης και καταδίκης από τη Βουλή του εγκλήματος αυτού σε ομόφωνα Ψηφίσματά της. Στη δήλωσή της, η Εκπρόσωπος εξέφραζε ανησυχίες κατά πόσο η εν λόγω απόφαση της Βουλής συνάδει με τα διεθνή πρότυπα, που αφορούν στο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης.

Στην επιστολή του, ο Πρόεδρος της Βουλής, μεταξύ άλλων, υπογραμμίζει ότι το δικαίωμα στην ελευθερία λόγου και έκφρασης κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, επισημαίνοντας ότι οι όποιες διατυπώσεις, όροι, περιορισμοί ή ποινές, που αφορούν στο εν λόγω δικαίωμα και ορίζονται στο Σύνταγμα, συνάδουν πλήρως με τα διεθνή πρότυπα, όπως αυτά κατοχυρώνονται στη σχετική Απόφαση Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) του 2008, στο Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Ο Πρόεδρος της Βουλής υπογραμμίζει ότι   η ομόφωνη απόφαση του Σώματος στέλλει πρώτιστα μήνυμα αποφασιστικότητας για το ότι ένα τέτοιου μεγέθους έγκλημα εναντίον ενάμιση εκατομμυρίου Αρμενίων δεν πρέπει να ξεχαστεί, να υποβαθμιστεί ή να αποενοχοποιηθεί δια της σκόπιμης σιωπής ή άρνησης και, όπως ορίζει ο Νόμος, «κατά τρόπο που διαταράσσει τη δημόσια τάξη ή που έχει απειλητικό, υβριστικό ή προσβλητικό χαρακτήρα με οποιοδήποτε τρόπο». Τέτοιες συμπεριφορές, κατά των οποίων ο Νόμος παρέχει προστασία, είναι ακόμα πιο ανησυχητικές, υπό το φως του κλιμακούμενου εξτρεμισμού και των βαθιά ριζωμένων συγκρούσεων, για τις οποίες δεν έχει ακόμα επιτευχθεί λύση μέσω της συμφιλίωσης, προειδοποιεί ο Πρόεδρος της Βουλής.

Σημειώνοντας ότι η Κύπρος υπήρξε η πρώτη χώρα, που έθεσε το ζήτημα αυτό σε διεθνές βήμα, αυτό της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ και η πρώτη Ευρωπαϊκή χώρα, που αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Αρμενίων, ο κ. Ομήρου επαναβεβαίωσε τη σταθερή θέση της Βουλής ότι το συγκεκριμένο έγκλημα κατά του Αρμενικού έθνους συνιστά γενοκτονία, όπως αυτή ορίζεται στη Σύμβαση του ΟΗΕ για την Πρόληψη και την Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας του 1948 και ως έχει αναγνωριστεί από αριθμό κρατών και διεθνών οργανισμών και βημάτων, περιλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πιο πρόσφατα στο σχετικό Ψήφισμά του, στις 15 Απριλίου 2015.

Προχωρώντας ένα βήμα πέραν της καταδίκης, αναφέρει ο κ. Ομήρου, η Κυπριακή Βουλή τονίζει την αδήριτη ανάγκη μη επίδειξης της παραμικρής ανοχής, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει στην επανάληψη παρόμοιων εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας. Επικαλείται δε αναφορά στο εν λόγω Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με την οποία τονίζεται ότι «η έγκαιρη πρόληψη και αποτελεσματική τιμωρία των γενοκτονιών και των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας θα πρέπει να εντάσσονται στις κύριες προτεραιότητες της διεθνούς κοινότητας και της ΕΕ». Επί του προκειμένου, ο Πρόεδρος της Βουλής σημείωσε ότι οι Αρμένιοι, πριν από τους Εβραίους, υπήρξαν θύματα μιας ενορχηστρωμένης εκστρατείας εξόντωσής τους για φυλετικούς λόγους, τονίζοντας ότι και στις δύο περιπτώσεις, τα τραγικά θύματα αποστερήθηκαν βίαια το δικαίωμά τους στη ζωή και την αξιοπρέπεια, ενώ εξ αρχής και ολοκληρωτικά, αποστερήθηκαν το δικαίωμά τους στην ελευθερία λόγου και έκφρασης. Εντούτοις, επεσήμανε ο κ. Ομήρου, ενώ την ποινικοποίηση της άρνησης του Ολοκαυτώματος δεόντως και ορθώς ενέκρινε η διεθνής κοινότητα, τα θύματα της Αρμενικής Γενοκτονίας δεν έχουν δικαιωθεί μέχρι στιγμής. Αυτή την πραγματικότητα είναι που σκοπεί να καταδείξει η απόφαση της Κυπριακής Βουλής, τονίζει ο κ. Ομήρου.

Υπογραμμίζοντας, εξάλλου, ότι η συμφιλίωση με το παρελθόν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση στις προσπάθειες για διαμόρφωση ενός πιο ειρηνικού και ασφαλούς κόσμου, ο Πρόεδρος της Βουλής τονίζει τον καίριο ρόλο της διεθνούς κοινότητας στην προάσπιση της διεθνούς νομιμότητας και των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, περιλαμβανομένων των περιπτώσεων σκόπιμης διαστρέβλωσης και κατάχρησής τους. Εξίσου καίριος είναι ο ρόλος της διεθνούς κοινότητας στην άσκηση πίεσης εκεί όπου είναι αναγκαίο, ιδιαίτερα δε όπου ελλείπει η πολιτική βούληση, πέραν των δύο μέτρων και δύο σταθμών και των όποιων σκοπιμοτήτων, υποδεικνύει ο κ. Ομήρου. Συναφώς σημειώνει δε ότι η Κύπρος αποτελεί τη δεύτερη πατρίδα μιας μικρής και πολύ δραστήριας αρμενικής κοινότητας, πολλά μέλη της οποίας είναι απόγονοι θυμάτων της Αρμενικής Γενοκτονίας. Το 1974, τόνισε ο Πρόεδρος της Βουλής, η αρμενική κοινότητα της Κύπρου έζησε, με τη σειρά της, τη βαναυσότητα του πολέμου, με πολλά από τα μέλη της να βιώνουν εκ νέου το ξεριζωμό από τις εστίες τους, καθώς εγκατέλειπαν τις περιοχές, που περιέρχονταν υπό τουρκική στρατιωτική κατοχή.  

Καταλήγοντας, ο κ. Ομήρου επαναβεβαιώνει την αποφασιστικότητα της Κυπριακής Βουλής να συνεχίσει να δρα εντός των αρμοδιοτήτων της, ως θεματοφύλακας των δημοκρατικών αρχών και διαπρύσιος υποστηρικτής των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών του Κυπριακού λαού στο σύνολό του, αλλά και όλων των λαών, που δοκιμάζονται σκληρά λόγω της τραγικής ιστορίας τους και των παρατεινόμενων, οδυνηρών γι’ αυτούς συνεπειών. Τονίζει δε την ετοιμότητα της Βουλής των Αντιπροσώπων, στο πλαίσιο των αρχών του ΟΑΣΕ και της συμμετοχής της στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Οργανισμού, να συμβάλει με κάθε δυνατό τρόπο στην επίτευξη των στόχων του