Να μη μεταδοθεί πριν τις
8 μ.μ.
Ομιλία του Προέδρου της
Δημοκρατίας κ. Νίκου Αναστασιάδη
στην εκδήλωση μνήμης του
ΡΙΚ και της ΠΕΠ για την εισβολή
Σας καλωσορίζω σε αυτή τη
σεμνή εκδήλωση μνήμης, που το ΡΙΚ και η
Παγκύπρια Οργάνωση Προσφύγων (ΠΕΠ)
συνδιοργανώνουν με την ευκαιρία της
συμπλήρωσης 40 χρόνων από την τουρκική
εισβολή και τη συνεχιζόμενη κατοχή και
προσφυγιά.
Σήμερα, τιμούμε τη μνήμη
των νεκρών μας και στρέφουμε τη σκέψη
μας στις χιλιάδες των προσφύγων που
εξακολουθούν να στερούνται τη γη τους
και φυσικά και στους εγκλωβισμένους
και στους συγγενείς των αγνοουμένων
μας, που βιώνουν τα προσωπικά δράματά
τους για τέσσερις, τώρα, δεκαετίες.
Φέρνουμε στη μνήμη μας με
θλίψη τις σκηνές της τραγωδίας, που
ζήσαμε εκείνες τις τραγικές μέρες του
1974.
Έχουν περάσει 40 χρόνια από
την παράνομη τουρκική εισβολή της 20ης
Ιουλίου 1974, που προφασιζόμενη την
παραφροσύνη του πραξικοπήματος βύθισε
στο πένθος την Κύπρο και μετέτρεψε από
τη μία μέρα στην άλλη σε πρόσφυγες
χιλιάδες οικογένειες. Παρά τις αλλεπάλληλες
αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, η
διεθνής νομιμότητα εξακολουθεί να
παραβιάζεται στη χώρα μας. Η Κύπρος
βιώνει τις συνέπειες της παράνομης
στρατιωτικής κατοχής, τις μαζικές
παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
του κυπριακού λαού, τον παράνομο εποικισμό
και τη συνεχιζόμενη καταστροφή της
πολιτιστικής κληρονομιάς της.
Παρά ταύτα, μετά από 40 χρόνια
και παρά τις πλέον αντίξοες συνθήκες
που βίωσε, η Κυπριακή Δημοκρατία απέδειξε
την αντοχή της και εξελίχθηκε σε παράγοντα
ειρήνης και σταθερότητας στην Ανατολική
Μεσόγειο.
Εμείς οι Έλληνες της Κύπρου, περήφανοι
και αποφασισμένοι, βρισκόμαστε στα
εδάφη των προγόνων μας, χιλιάδες τώρα
χρόνια, και έτσι θα συνεχίσουμε.
Έχουμε, όμως, να αντιμετωπίσουμε
τον μεγαλύτερο εφιάλτη της ιστορίας
μας. Τον κίνδυνο της τουρκοποίησης των
κατεχομένων εδαφών μας.
Αφότου οι πρώτοι Μυκηναίοι εγκαταστάθηκαν
σε αυτό το νησί και μετά από τριάντα-τρείς
και πλέον αιώνες αδιάλειπτης ελληνικής
παρουσίας, για πρώτη φορά ο δημογραφικός
χαρακτήρας της Κύπρου παραβιάζεται
καταλυτικά και η δυνατότητα αποκατάστασής
του απομακρύνεται σταθερά και επικίνδυνα.
Η τουρκοποίηση της κατεχόμενης γης μας
θα είναι χωρίς αναστροφή τα επόμενα
λίγα χρόνια. Οι γενεές που βίωσαν και
έχουν γνώση της κατεχόμενης πατρίδας,
σβήνουν καθημερινά. Οι γενεές των
Ελληνοκυπρίων που άφησαν ένα μέρος της
ζωής και της ψυχής τους στην κατεχόμενη
γη μας, ολοένα και λιγοστεύουν.
Αυτοί που άφησαν πίσω τους
τη ρίζα της ζωής και της ιστορίας τους
και ήταν οι φορείς της κοινωνικής και
πολιτισμικής εξέλιξης του ελληνικού
πληθυσμού των κατεχομένων, αυτοί που
ήταν οι σύνδεσμοι του χθες με το αύριο,
αυτοί που τερμάτισαν, παρά τη θέληση
τους, τον αγώνα της εθνικής σκυταλοδρομίας
μέσω του οποίου μεταφερόταν και
εμπλουτιζόταν από γενιά σε γενιά η
ιστορία και η παράδοση της πατρίδας
μας, σβήνουν. Λιγοστεύουν και χάνονται.
Ο ιστός της πολιτισμικής
εξέλιξης του πληθυσμού των κατεχομένων
διακόπηκε βίαια. Αυτή είναι η διαφορά
της τουρκικής κατοχής από όλους τους
άλλους επιδρομείς που έχουν περάσει
από την Κύπρο δια μέσου των αιώνων. Οι
κατακτητές έρχονταν και έφευγαν, όμως
οι κάτοικοι της Κύπρου ήταν πάντα εδώ,
παρόντες σε αυτό το νησί, από τον Απόστολο
Ανδρέα μέχρι την Πάφο και από την Κερύνεια
μέχρι τη Λεμεσό, δίνοντας συνέχεια στην
ιστορική του διαδρομή. Για πρώτη φορά
στη μακραίωνη ιστορία αυτού του νησιού
υπήρξε αποσύνθεση της κοινωνικής συνοχής
με τη βίαιη και μαζική εκδίωξη του
γηγενούς πληθυσμού.
Απευθυνόμενος σε μια εκδήλωση
των προσφύγων, σαράντα χρόνια από τη
θλιβερή εκείνη μέρα της εισβολής και
του εκτοπισμού, θέλω να τονίσω τη μεγάλη
αξία της συντήρησης του πόθου της
επιστροφής.
Θέλω να τονίσω τον τεράστιο
ρόλο που οι πρόσφυγες έχουν να
διαδραματίσουν στο κυπριακό πρόβλημα
και στην κοινή προσπάθεια για επανένωση
της πατρίδας και τη διασφάλιση του
δικαιώματος της επιστροφής.
Σαράντα χρόνια κατοχής είναι πάρα πολλά.
Το σημερινό status quo είναι επικίνδυνο.
Συντηρεί και διαιωνίζει την παρουσία
των κατοχικών στρατευμάτων, την καταπάτηση
των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και βασικών
ελευθεριών, τον συνεχιζόμενο εποικισμό,
την καταστροφή της θρησκευτικής και
πολιτισμικής μας κληρονομίας, το
ξεπούλημα των ελληνοκυπριακών περιουσιών,
την αναβάθμιση του ψευδοκράτους, την
παγίωση, εν τη ουσία, των τετελεσμένων
της εισβολής.
Είναι υποχρέωσή μας, αλλά και εθνική
και φυσική ανάγκη να δώσουμε το συντομότερο
ένα τέλος σε αυτή την επικίνδυνη κατάσταση
πραγμάτων. Έχουμε ιστορική
ευθύνη να αποκαταστήσουμε τη ρωγμή του
1974. Να ξεκινήσουμε ξανά τη σκυταλοδρομία
της ιστορίας και να συνδέσουμε, στο
μέτρο του δυνατού και του εφικτού, το
σήμερα και το αύριο της Κύπρου με την
κληρονομιά που αφήσαμε πίσω μας το 1974.
Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι όραμά μου
είναι να εργαστώ για να επανενώσω την
Κύπρο και τον λαό μας, γιατί είναι βαθιά
η πίστη μου ότι αυτό είναι κατορθωτό.
Γιατί πιστεύω πως οι Κύπριοι, που τόσο
υπέφεραν, πρέπει επιτέλους να ξαναβρούν
τον δρόμο της ειρήνης, της συνδημιουργίας
και της ανάπτυξης.
Μέσω της συλλογικής
προσπάθειας όλων, θα εργαστώ για να
βρούμε επιτέλους και οριστικά μια λύση
που θα απαλλάσσει την πατρίδα μας από
την κατοχή, θα την επανενώνει και θα
αποκαθιστά τα ανθρώπινα δικαιώματα και
τις βασικές ελευθερίες του συνόλου του
λαού μας και ασφαλώς, και το δικαίωμα
της επιστροφής των προσφύγων.
Μιλώ σε μια εκδήλωση των
Ελληνοκυπρίων προσφύγων, αλλά απευθύνομαι
προς όλους τους Κύπριους, Ελληνοκύπριους
και Τουρκοκύπριους. Εκτοπισμένους και
μη. Έχω πλήρη συναίσθηση του γεγονότος
ότι η πορεία αυτή διέρχεται μέσα από τη
συμφιλίωση, την αλληλοκατανόηση και τη
συνεργασία. Είναι γι’ αυτό που θεωρώ
ότι είναι επείγουσα η ανάγκη να
διαμορφώσουμε κάποτε τον κατάλληλο
πολιτικό λόγο και να κτίσουμε πολιτισμό
και παιδεία ειρήνης στον τόπο μας.
Η δυσπιστία αποτελεί ένα από τα πιο
δύσκολα εμπόδια στον δρόμο προς μια
αμοιβαία αποδεκτή λύση. Δυστυχώς αυτή
ανδρώθηκε και θέριεψε μέσα σε ένα
ιδιαίτερα πρόσφορο πολιτικό περιβάλλον
που δημιούργησαν η πολεμική φρίκη και
ο πόνος που ζήσαμε τις τελευταίες
δεκαετίες. Η τουρκική εισβολή και η
συνεχιζόμενη κατοχή και η μαζική
καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
δημιουργούν ένα πολιτικό περιβάλλον
που τρέφει και συντηρεί μια απολύτως
δικαιολογημένη δυσπιστία.
Είναι σήμερα γενικά αποδεκτό, εντός και
εκτός Κύπρου, ότι εναπόκειται στην
Τουρκία να αναστρέψει το αρνητικό
πολιτικό κλίμα. Διότι δεν είναι εύκολο
να πείσει κανείς τους Ελληνοκύπριους
για την καλή διάθεση της Τουρκίας όταν,
ακόμα και την ακατοίκητη πόλη της
Αμμοχώστου, επιμένει να την κρατεί
αιχμάλωτη και νεκρή καταδικάζοντάς την
στην πλήρη ερήμωση. Και
αυτό, παρά τις περί του αντιθέτου
διαμαρτυρίες, ακόμα και των Τουρκοκυπρίων
της περιοχής.
Επιτέλους, αναμένουμε και απαιτούμε
μια θετική εκ μέρους της Τουρκίας
χειρονομία που αναμφίβολα θα αλλάξει
το πολιτικό κλίμα και το σκηνικό και θα
ανοίξει τον δρόμο προς τη λύση του
κυπριακού προβλήματος.
Από την άλλη, και για να
έχουν οι ομιλίες και οι διακηρύξεις
αυτών των ημερών νόημα και χρησιμότητα,
πρέπει να εμπεριέχουν και το στοιχείο
της αυτογνωσίας και της κριτικής. Να
κοιτάξουμε τις πραγματικότητες στα
μάτια, να τις συζητήσουμε μεταξύ μας με
ειλικρίνεια, να αναγνωρίσουμε τα λάθη
μας, και ενωμένοι να αγωνιστούμε για να
ξεπεράσουμε το παρελθόν μας. Μόνο έτσι
θα πετύχουμε τον στόχο της απελευθέρωσης
και της επανένωσης της πατρίδας μας.
Οφείλουμε να συμπεριφερθούμε
με τη μέγιστη σοβαρότητα και υπευθυνότητα.
Με τους λόγους και τις πράξεις μας να
προσπαθήσουμε να επουλώσουμε πληγές.
Να μείνουμε μακριά από την όποια αχρείαστη
προσπάθεια πόλωσης και αναμόχλευσης
των παθών περασμένων δεκαετιών, που
οδήγησαν την πατρίδα μας στον εφιάλτη
που βιώνουμε μέχρι σήμερα.
Σε αυτή την προσπάθεια θα
επιδιώξω να έχω μαζί μου ει δυνατόν το
σύνολο της πολιτικής ηγεσίας και προσδοκώ
στη συμπαράσταση της ίδιας της κοινωνίας.
Αυτό είναι το δικό μου χρέος,
αυτό είναι το δικό μου όραμα, αλλά και
οφειλή στους αγωνιστές της ελευθερίας
και της δημοκρατίας. Αυτό οφείλουμε
στην πατρίδα μας. Αυτό οφείλουμε στις
επερχόμενες γενιές.
Ξεκίνησα την πολιτική μου
σταδιοδρομία στα ερείπια της τουρκικής
εισβολής. Το όραμα μου, τώρα που ο λαός
με τίμησε με την ψήφο του και μου ανέθεσε
την ευθύνη της διαχείρισης του εθνικού
μας θέματος, είναι να δω τα τουρκικά
στρατεύματα να επιβιβάζονται στα πλοία
και να αποχωρούν από την Κύπρο. Να δω
πρόσφυγες να επιστρέφουν στις υπό κατοχή
περιουσίες και στην υπό κατοχή πατρίδα
μας.
Να ζήσω σε μια πατρίδα που
σαν κράτος μέλος της ΕΕ, δεν θα υστερεί,
στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,
των υπολοίπων κρατών μελών, σε μια
πατρίδα που θα διασφαλίζει την ειρηνική
συμβίωση και συνδημιουργία του συνόλου
των νομίμων πολιτών της.
Αυτός ο στόχος, τούτο το
όραμα, είναι και το ύψιστο προς όσους
έδωσαν την ζωή τους στο καθήκον.
_________________