Κατά τη διάρκεια
σημερινής συνέντευξης Τύπου για τα 50χρονα του Κυπριακού Νηολογίου, ο Υπουργός
Συγκοινωνιών και Έργων κ. Τάσος Μητσόπουλος απαντώντας σε ερώτηση για τους
λόγους που παρατηρήθηκε κάποια στασιμότητα στην ανάπτυξη του κυπριακού νηολογίου, μεταξύ άλλων, είπε
τα εξής:
«Με την ένταξη μας στην
Ευρωπαϊκή Ένωση προχωρήσαμε σε μια σημαντική αναθεώρηση της νομοθεσίας μας σε
μια προσπάθεια προφανώς να βγει η Κύπρος από τις μαύρες λίστες στις οποίες ήταν
για πολλά χρόνια καταχωρημένη και για να εναρμονιστούμε πλήρως με το ευρωπαϊκό
κεκτημένο.
Ένας δεύτερος λόγος τον
οποίο θα πρέπει ασφαλώς να αναφέρουμε είναι το γεγονός ότι έχει αυξηθεί και
έχει ενταθεί ο διεθνής ανταγωνισμός κυρίως από νηολόγια τα οποία, σε μεγάλο
βαθμό, θεωρούνται νηολόγια ευκαιρίας.
Ένας τρίτος λόγος τον
οποίο θα πρέπει ασφαλώς να επισημάνω και μας φέρνει σε μειονεκτική θέση έναντι
νηολογίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι το συνεχιζόμενο τουρκικό εμπάργκο, τα
περιοριστικά μέτρα τα οποία κατά παράνομο τρόπο εξακολουθεί να εφαρμόζει η
Τουρκία και τα οποία δυστυχώς δυσχεραίνουν σε μεγάλο βαθμό την προσπάθεια
προσέλκυσης πλοίων υπό την κυπριακή σημαία. Παρά ταύτα έχοντας αυτό το σημαντικό
μειονέκτημα σε σχέση με άλλα ανταγωνιστικά νηολόγια, η Κυπριακή Δημοκρατία
εξακολουθεί να παραμένει μια αξιόπιστη σημαία, να διαθέτει ένα αξιόπιστο και
σοβαρό νηολόγιο και να παραμένει μέσα στα πρώτα μεγαλύτερα πλοιοδιαχειριστικά
κέντρα παγκοσμίως. Εκτιμούμε και πιστεύουμε βάσιμα ότι και μετά την πρόσφατη
δικαίωση των προσπαθειών μας στη Γενική Συνέλευση του Διεθνούς Ναυτιλιακού
Οργανισμού και μέσα από ένα πλέγμα φορολογικών αλλά και άλλων κινήτρων τα οποία
επεξεργαζόμαστε με τους συνεργάτες μας του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας θα
μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε και αυτό το πρόβλημα το οποίο σήμερα υπάρχει. Δεν
τρέφουμε ψευδαισθήσεις ότι είναι εύκολο από τη μια μέρα στην άλλη να
τερματισθεί το τουρκικό εμπάργκο ή να πείσουμε την Τουρκία να θέσει τέρμα στους
περιορισμούς τους οποίους θέτει για τα πλοία υπό κυπριακή σημαία αλλά και για
τα πλοία τα οποία δραστηριοποιούνται μέσω της Κύπρου.
Παρά ταύτα αισιοδοξούμε
ότι μέσα από μια εξωστρεφή και επιθετική πολιτική θα μπορέσουμε και νέα πλοία
να προσελκύσουμε στο κυπριακό νηολόγιο αλλά και την Κύπρο να διατηρήσουμε μέσα
στα μεγαλύτερα πλοιοδιαχειριστικά κέντρα παγκοσμίως».
Σε ερώτηση κατά πόσο
υπάρχει χρονοδιάγραμμα για τον διορισμό Υφυπουργού Ναυτιλίας, ο κ. Μητσόπουλος
απάντησε: «Χρονοδιάγραμμα δεν υπάρχει
από τη στιγμή που δεν υπάρχει απόφαση της Βουλής. Από τη στιγμή που θα
εξασφαλιστεί η συγκατάθεση της Βουλής και θα υπάρξει ψήφιση της συγκεκριμένης
νομοθεσίας αντιλαμβάνεστε ότι τα πράγματα πλέον απλοποιούνται.
Από τη δική μας πλευρά
είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε. Υπάρχουν συγκεκριμένες σκέψεις οι οποίες
τυγχάνουν επεξεργασίας, όπως είπα και προηγουμένως για θέματα φορολογικών και
άλλων κινήτρων, για το πώς θα καταστήσουμε την Κύπρο ελκυστική όχι μόνο ως
νηολόγιο αλλά και ως κέντρο πλοιοδιαχείρισης. Προχωρούμε σε μια αναδιάρθρωση
των ναυτιλιακών μας γραφείων στο εξωτερικό ώστε να έχουν μια καλύτερη
επικοινωνία με τους πελάτες μας. Έχουμε αρχίσει κύκλο επαφών με τις ναυτιλιακές
εταιρείες οι οποίες είναι εγκατεστημένες και στην Κύπρο αλλά και στο εξωτερικό.
Είχαμε συναντήσεις πρόσφατα με ναυτιλιακές εταιρείες που είναι εγκατεστημένες
στον Πειραιά. Είχαμε την ευκαιρία στο περιθώριο της Συνέλευσης του Διεθνούς
Ναυτιλιακού Οργανισμού να συναντήσουμε τους Ελλαδίτες πλοιοκτήτες που
δραστηριοποιούνται στο Λονδίνο και επεξεργαζόμαστε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο
δράσης για το επόμενο χρονικό διάστημα».
Σε ερώτηση για το πόσο
στοιχίζουν τα λιμάνια μας για αυτούς που θέλουν να δραστηριοποιηθούν στην Κύπρο
και αν το κόστος αυτό λειτουργεί αποτρεπτικά, ο κ. Υπουργός απάντησε:
«Ως Υπουργείο έχουμε
κατά καιρούς γίνει δέκτες παραπόνων ή ενδεχομένως ακόμη και διαμαρτυριών από
επιχειρηματίες οι οποίοι δραστηριοποιούνται με το εισαγωγικό και εξαγωγικό
εμπόριο και έχει τεθεί το ζήτημα της αναπροσαρμογής, αναϊσορρόπησης των
λιμενικών τελών που αφορούν τις εισαγωγές και τις εξαγωγές. Είμαστε για τον
σκοπό αυτό σε συνεχή επικοινωνία και συνεργασία με την Αρχή Λιμένων προς την
οποία ως Υπουργείο έχουμε εγείρει το ζήτημα αυτό σε μια προσπάθεια να
ενθαρρύνουμε την εξωστρέφεια της κυπριακής οικονομίας, να ενθαρρύνουμε το
εξαγωγικό εμπόριο αλλά ταυτόχρονα σε μια δύσκολη περίοδο να ελαφρύνουμε τον
Κύπριο καταναλωτή από δασμούς ή τέλη τα οποία μπαίνουν στο εισαγωγικό εμπόριο
και τα οποία, αντιλαμβάνεστε, ότι μέσω των προϊόντων τα οποία εισάγονται στην
κυπριακή αγορά μετακυλίονται στον Κύπριο πολίτη, στον Κύπριο φορολογούμενο. Άρα
και το θέμα αυτό μας έχει απασχολήσει.
Πρέπει να σας πω ότι
όσον αφορά το εξαγωγικό εμπόριο, από πλευράς της Αρχής Λιμένων έχουν ήδη γίνει
κινήσεις προσαρμογής σε μια προσπάθεια να ενθαρρυνθούν οι κυπριακές εξαγωγές.
Ήδη έχει ανακοινωθεί για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά ότι δεν θα υπάρξει οποιαδήποτε
διαφοροποίηση των λιμενικών τελών αλλά γίνονται και επιμέρους κινήσεις για
μείωση σε κάποιους τομείς προκειμένου να ενθαρρυνθούν εξαγωγικοί κλάδοι της
κυπριακής οικονομίας. Ταυτόχρονα βλέπουμε και το ζήτημα της αναϊσορρόπησης,
όπως έχω πει, για το εισαγωγικό εμπόριο.
Μας απασχολεί το θέμα
πώς μπορούν τα κυπριακά λιμάνια να γίνουν πιο ελκυστικά και για εισαγωγικό και
για εξαγωγικό και για διαμετακομιστικό εμπόριο».
Σε ερώτηση δημοσιογράφου
κατά πόσον η παραχώρηση στον ιδιωτικό τομέα των εγκαταστάσεων στα λιμάνια θα
είναι βοηθητική για το εμπόριο, ο κ. Μητσόπουλος απάντησε:
«Δεν θα σχολιάσω τη
συγκεκριμένη ερώτηση για τον πολύ απλό λόγο ότι ακόμα δεν έχει προχωρήσει και
δεν έχει ολοκληρωθεί η τεχνοκρατική εκείνη μελέτη η οποία διεξάγεται από
εμπειρογνώμονες που θα μπορούσε να μας πει με μεγαλύτερη ακρίβεια πώς μπορεί
ενδεχομένως να προχωρήσει μια τέτοια διαδικασία. Όπως γνωρίζετε η όλη
αξιολόγηση του θέματος των αποκρατικοποιήσεων που αφορούν τουλάχιστον τον τομέα
ευθύνης του Υπουργείου και την Αρχή Λιμένων βρίσκεται στα πολύ προκαταρκτικά
στάδια. Έχει εντοπιστεί ότι αυτό το οποίο θα μπορούσε να παρουσιάσει κάποιο
ενδιαφέρον για ένα στρατηγικό επενδυτή είναι η για συγκεκριμένο χρονικό
διάστημα διαχείριση του εμπορικού τμήματος των λιμανιών. Αυτό σημαίνει όχι
αποξένωση οποιασδήποτε περιουσίας από το κράτος ή από την Αρχή Λιμένων και αυτό
βέβαια υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει σχετικό επενδυτικό ενδιαφέρον.
Από εκεί και πέρα
ασφαλώς θα πρέπει να δούμε αυτά τα ζητήματα. Μας απασχολεί το γεγονός ότι
σήμερα δεν υπάρχουν εποπτικές και ρυθμιστικές αρμοδιότητες για τις οποίες
προφανώς πρέπει να υπάρξει και μια σχετική νομοθεσία. Και είναι θέματα τα οποία
θα αντιμετωπίσουμε στην πορεία του χρόνου».
____________