Δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα η Έκθεση του
Ειδικού Εισηγητή του ΟΗΕ για την ελευθερία της θρησκείας ή της πίστης κ.
Heiner Bielefeldt, σε συνέχεια της αποστολής του στην Κύπρο μεταξύ 29
Μαρτίου και 5 Απριλίου 2012. Η Κυπριακή Δημοκρατία επαναβεβαιώνει τον
πλήρη σεβασμό της στο θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα της ελευθερίας της
θρησκείας και της πίστης. Σημειώνεται επίσης ότι η Έκθεση του Ειδικού
Εισηγητή και οι εισηγήσεις του θα τύχουν ενδελεχούς αξιολόγησης από τις
αρμόδιες Αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η Κυπριακή Δημοκρατία συμφωνεί με τη διαπίστωση του Ειδικού Εισηγητή ότι το κυπριακό πρόβλημα δεν προκλήθηκε από θρησκευτικές διαφορές, καθώς και την υποστήριξή του στο σημαντικό έργο της Δικοινοτικής Επιτροπής για την Πολιτιστική Κληρονομιά, το οποίο πρέπει να ενισχυθεί.
Αναφορικά με τη θρησκευτική ελευθερία των εγκλωβισμένων, τους οποίους ο Ειδικός Εισηγητής επισκέφθηκε, η Έκθεση αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στους βανδαλισμούς θρησκευτικών μνημείων και κοιμητηρίων, τη μειωμένη παρουσία ιερέων, τον εκφοβισμό από την παρουσία της λεγόμενης «αστυνομίας» που τους φωτογραφίζει κατά τη διάρκεια θρησκευτικών τελετών, και τον «περιοριστικό και άδικο τρόπο χειρισμού των αιτημάτων κληροδότησης» (παράγραφοι 42-44). Ειδική αναφορά γίνεται και στην απαράδεκτη απαγόρευση διέλευσης που επιβλήθηκε από το κατοχικό καθεστώς στον Επίσκοπο Καρπασίας τον Ιανουάριο του 2012 (παράγραφος 46). Ο Ειδικός Εισηγητής απευθύνει έκκληση για τον σεβασμό του θεμελιώδους ανθρώπινου δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας, της Σύμβασης της Χάγης του 1954 για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης και της Συμφωνίας της Τρίτης Βιέννης του 1975 (παράγραφος 47). Καλεί επίσης τις «de facto αρχές» να σεβαστούν το δικαίωμα των θρησκευτικών ηγετών να επισκέπτονται τις κοινότητές τους χωρίς αδικαιολόγητους περιορισμούς (παράγραφος 85).
Ειδική αναφορά γίνεται και στα θρησκευτικά μνημεία των Μαρωνιτών που δεν είναι τακτικά προσβάσιμα στους πιστούς επειδή βρίσκονται εντός «στρατοπέδων» και στη μη ικανοποιητική κατάσταση των κοιμητηρίων τους (παράγραφος 49). Ο Ειδικός Εισηγητής αναφέρεται επίσης στην κακή κατάσταση του Αρμενομονάστηρου στη Χαλεύκα, το οποίο επισκέφθηκε, και απευθύνει έκκληση για τη χρήση από τους Αρμενίους της Αρμενικής Εκκλησίας στην κατεχόμενη Λευκωσία η οποία αναστηλώθηκε πρόσφατα (παράγραφος 50).
Ο Ειδικός Εισηγητής επιβεβαιώνει επίσης τη στενή παρακολούθηση στην οποία υποβάλλει η λεγόμενη «αστυνομία» τις θρησκευτικές ομάδες στην κατεχόμενη Κύπρο (παράγραφοι 40, 42, 43, 49, 51, 61). Χαρακτηριστική είναι η αναφορά στην παράγραφο 49 ότι «αστυνομικός» του ψευδοκράτους με πολιτική περιβολή παρακολουθούσε τον Ειδικό Εισηγητή κατά τη συνάντησή του με τη θρησκευτική ομάδα των Μαρωνιτών. Αναφορές υπάρχουν επίσης για τις συνέπειες του παράνομου εποικισμού στην κατεχόμενη Κύπρο στη θρησκευτική ταυτότητα των Τουρκοκυπρίων, καθώς και για την επιβολή της υποχρεωτικής διδασκαλίας των θρησκευτικών στα κατεχόμενα (παράγραφοι 32 και 65). Το ανελεύθερο καθεστώς στην κατεχόμενη Κύπρο αποκαλύπτεται επίσης από τη μη αποδοχή του δικαιώματος στην αντίρρηση συνείδησης (παράγραφος 68).
Σχετικά με τις αναφορές για τα μουσουλμανικά μνημεία στις ελεύθερες περιοχές (παράγραφος 54 και 55), θα πρέπει να τονιστεί ότι η Κυπριακή Δημοκρατία συντηρεί συστηματικά όλoυς τους μουσουλμανικούς χώρους λατρείας και τα κοιμητήρια στις ελεύθερες περιοχές. Εξάλλου, η απουσία «υποτυπώδους υποδομής» σε κάποια από τα μουσουλμανικά κοιμητήρια στις ελεύθερες περιοχές μπορεί να αποδοθεί, σε κάποιο βαθμό, στην απαγόρευση διέλευσης στις ελεύθερες περιοχές που επέβαλλε η κατοχική Τουρκία στους Τουρκοκύπριους για δεκαετίες.
Η Κυπριακή Δημοκρατία σέβεται πλήρως τα θρησκευτικά δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων και διευκολύνει τις επισκέψεις τους σε χώρους λατρείας στις ελεύθερες περιοχές. Οι αλλοδαποί προσκυνητές είναι επίσης ευπρόσδεκτοι να ασκήσουν τα θρησκευτικά τους δικαιώματα νοουμένου ότι εισήλθαν στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας νόμιμα. Ωστόσο, ο εποικισμός της κατεχόμενης Κύπρου παραβιάζει την 4η Συνθήκη της Γενεύης και αποτελεί «έγκλημα πολέμου» σύμφωνα με το Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Ως εκ τούτου, η Κυβέρνηση ενώ δεν διαφωνεί με τη γενική προσέγγιση του Ειδικού Εισηγητή ότι το θέμα της ελευθερίας της θρησκείας και της πίστης δεν πρέπει να εξαρτάται από την «υπηκοότητα» (παράγραφος 56), εν τούτοις το θέμα του παράνομου εποικισμού έχει μια σοβαρή ιδιαιτερότητα η οποία δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται ούτε να υποβαθμίζεται.
Η Έκθεση θα παρουσιαστεί ενώπιον της ολομέλειας του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στις 5 Μαρτίου 2013.