Δηλώσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας και του Προέδρου της Σλοβενίας
Το εξαίρετο επίπεδο των διμερών σχέσεων Κύπρου-Σλοβενίας επεσήμαναν σήμερα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ Νίκος Αναστασιάδης και ο Πρόεδρος της Σλοβενίας κ. Μπόρουτ Παχόρ υπογραμμίζοντας, παράλληλα, την επιθυμία των δύο χωρών για ακόμη περισσότερη ενίσχυση των σχέσεων αυτών.
Σε δηλώσεις του στα ΜΜΕ, στο Προεδρικό Μέγαρο, στην Λουμπλιάνα, όπου ο Πρόεδρος Αναστασιάδης πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη, και μετά από τις συνομιλίες μεταξύ των δύο αντιπροσωπειών, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε, μεταξύ άλλων, ότι «η σημερινή επίσκεψη και η ιδιαίτερα εποικοδομητική συνάντηση που είχα με τον Πρόεδρο Μπόρουτ Πάχορ, όπως επίσης και οι συναντήσεις που θα ακολουθήσουν με τον Πρωθυπουργό κ. Μάριαν Σάρετς και τον Πρόεδρο του Κοινοβουλίου κ. Ντεζάν Ζιντάν, μας δίδουν την ευκαιρία να συζητήσουμε κοινού ενδιαφέροντος θέματα, με πρώτο την εμβάθυνση της Ευρώπης, τη συνεργασία και της αποτροπής των κινδύνων που διαφαίνονται.
Κατά τη σημερινή συνάντησή μας, με τον φίλο Πρόεδρο είχαμε την ευκαιρία να επιβεβαιώσουμε το άριστο επίπεδο των διμερών μας σχέσεων και να ανταλλάξουμε απόψεις επί σημαντικών ευρωπαϊκών και περιφερειακών ζητημάτων, που ταλανίζουν είτε τα Βαλκάνια είτε τη Μέση Ανατολή, για το θέμα του σεβασμού των αποφάσεων διαιτητικών δικαστηρίων ή του διεθνούς δικαίου είναι εκ των ων ουκ άνευ. Από τη μια, επηρεάζει κάποιες υφιστάμενες διαφορές της Σλοβενίας με την Κροατία, αλλά ταυτόχρονα και διαφορές που υπάρχουν από το 1974 και συνεχίζουν, ως αποτέλεσμα παραβίασης του διεθνούς δικαίου με την παρουσία στρατιωτικής δύναμης στην Κύπρο. Θέλουμε να δούμε ότι μέσα από τον σεβασμό του δικαίου, του ευρωπαϊκού κεκτημένου, των ευρωπαϊκών αρχών και αξιών επιτυγχάνουμε τη λύση σωρείας προβλημάτων, όπως και την πρόοδο χωρών των Βαλκανίων».
Πρόσθεσε ότι «αυτό που επιδιώκουμε μέσα από τη συνεργασία και τον διάλογο, είναι εφόσον πληρούν μέσα από μεταρρυθμίσεις τις απαραίτητες προϋποθέσεις, να υπάρξει πλήρης ένταξη και αυτών των χωρών ή να καθοριστεί ενταξιακή πορεία τους».
Αναφερόμενος στο Κυπριακό, ο Πρόεδρος είπε ότι αναφέρθηκε στις τελευταίες εξελίξεις και «στην αποφασιστικότητά μας να συνεχίσουμε συνεργαζόμενοι με τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για έναν διάλογο δημιουργικό, που θα μας επιτρέψει να πετύχουμε μια λύση συμβατή με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, με το διεθνές δίκαιο, μια λύση που θα σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα του συνόλου των Κυπρίων πολιτών, που θα δημιουργεί ένα κράτος λειτουργικό και που θα μας επιτρέψει να δημιουργήσουμε συνθήκες μόνιμης σταθερότητάς και ειρήνης σε μια χώρα που εδώ και 44 χρόνια βιώνει την παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Είχα την ευκαιρία να εκφράσω ιδιαίτερες ευχαριστίες και ευγνωμοσύνη για τη στάση αρχής που διαχρονικά τηρεί η Σλοβενία όσον αφορά στην επίλυση του Κυπριακού και για την ενεργό συμμετοχή της στην περιοχή, με την παρουσία στρατιωτικού αποσπάσματος στην ΟΥΝΦΙΚΥΠ από το 1997 μέχρι το 2001».
Τέλος, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης απηύθυνε πρόσκληση στον Σλοβένο ομόλογό του να επισκεφθεί την Κύπρο.
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Σλοβενίας, μιλώντας μέσω διερμηνέα, είπε, μεταξύ άλλων, ότι οι δύο χώρες πιστεύουν στην ιδέα της Ευρώπης και βλέπουν μέσα από αυτή, την ειρήνη, την ασφάλεια και την ευημερία, σημειώνοντας, ωστόσο, ότι η Ευρώπη καλεί τους πολίτες της να ψηφίσουν στις Ευρωεκλογές χωρίς όμως κάποιο όραμα.
Πρόσθεσε ότι οι πολυμερείς σχέσεις έχουν μεγάλη σημασία και για την Σλοβενία και για την Κύπρο, και σημείωσε ότι οι δύο χώρες είναι προασπιστές του διεθνούς δικαίου.
Είπε ακόμη ότι οι δύο χώρες πρέπει να συνεργαστούν τόσο στην επίλυση του Κυπριακού όσο και στο θέμα της επιδιαιτησίας της Σλοβενίας όσον αφορά στην Κροατία.
Σε ερώτηση για το Μεταναστευτικό ζήτημα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, ο Πρόεδρος της Σλοβενίας είπε, μεταξύ άλλων, ότι πρέπει να υπάρχει μια κοινή πολιτική, προσθέτοντας πως εάν η Ευρώπη θέλει να προχωρήσει μπροστά, έχει καθήκον να βρει κοινές λύσεις για το πρόβλημα αυτό.
Σε ερώτηση ποιες είναι οι δυνατότητες επανένωσης της Κύπρου και ποια τα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζονται, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε ότι «το βασικότερο, είναι η στρατιωτική κατοχή, η παρουσία 40 χιλιάδων στρατευμάτων. Δεύτερο, η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Ελληνοκυπρίων που βίαια έχουν εκτοπιστεί από τις πατρογονικές τους εστίες. Τρίτο, οι αξιώσεις της Τουρκίας για συνέχιση του αναχρονιστικού συστήματος ασφάλειας που περιλαμβάνει τουρκικές εγγυήσεις και επεμβατικά δικαιώματα της Τουρκίας στην Κύπρο, με την αξίωση να παραμείνουν τα δικαιώματα αυτά μετά τη λύση, όπως και παρουσία τουρκικών στρατευμάτων. Ταυτόχρονα, υπάρχουν και διαφορές μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων [και] είμαι βέβαιος πως υπάρχουν οι τρόποι λύσης, όπως έχει εισηγηθεί ο Γενικός Γραμματέας με το πλαίσιο που κατατέθηκε στο Κραν Μοντανά το 2017 και προνοούσε την αντικατάσταση των αναχρονιστικών εγγυητικών και επεμβατικών δικαιωμάτων, την αποτελεσματική λειτουργία του κράτους, τον σεβασμό πριν και πάνω από όλα του διεθνούς δικαίου, αλλά και όσον αφορά στις διαφορές μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων για τη λειτουργικότητα, τη διάρκεια λύσης κ.λπ. υπάρχει εύκολος δρόμος, που είναι η αποδοχή των αρχών και αξιών της ΕΕ.
Η Κύπρος είναι κράτος μέλος και εφαρμόζοντας όσα των υπολοίπων των Ευρωπαίων δεν μπορεί παρά να επικρατήσει η λογική που θα δώσει διάρκεια, λειτουργικότητα στη λύση, σταθερή και μόνιμη ειρήνη. Με αυτά προσπαθούμε, με κάθε τρόπο, η πλευρά μας να αρχίσει ο διάλογος στη βάση των παραμέτρων Γενικού Γραμματέα, των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, στη βάση και στις αρχές που διέπουν όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Αν υπάρξει καλή βούληση και ειλικρινής διάθεση από πλευράς Τουρκίας μπορεί να πετύχουμε μόνιμη και διαρκή ειρήνη επ’ ωφελεία και των σχέσεων με την Τουρκία και για επικράτηση της ειρήνης και σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή».