Δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών αναφορικά με την αποκατάσταση των μισθών στον Δημόσιο Τομέα
Ο Υπουργός Οικονομικών κ. Χάρης Γεωργιάδης απάντησε
σήμερα σε ερωτήσεις, στο πλαίσιο της εκπομπής «Πρωινό Δρομολόγιο» του
Τρίτου Προγράμματος του ΡΙΚ, σχετικά με τη σταδιακή αποκατάσταση των
μισθών στον Δημόσιο Τομέα, τον περιορισμό της ζημιάς των κουρεμένων
καταθέσεων μέσω του σχεδίου του Ταμείου Αλληλεγγύης, τη μεταρρύθμιση
και τις επενδύσεις στον Δημόσιο Τομέα.
Το πλήρες κείμενο των ερωτοαπαντήσεων έχει ως ακολούθως:
«Ερώτηση: Ό,τι αποφασιστεί με την ΣΕΚ και την ΠΕΟ ισχύει και για το Δημόσιο;
Απάντηση: Αυτή είναι η πρόθεση. Βάσει των όσων λέγονται όμως το τελευταίο διάστημα, αναδεικνύονται δυο ακραίες προσεγγίσεις. Κάποιοι λένε ότι δεν μπορεί να γίνει καμία κίνηση αποκατάστασης των μισθών στον Δημόσιο Τομέα. Αυτή είναι η μία ακραία προσέγγιση. Είπε κανείς ότι δεν θα αποδοθεί ποτέ ξανά αύξηση στον Δημόσιο Τομέα; Αν το ίδιο ποσοστό αποδιδόταν ως αύξηση αντί ως μείωση της αποκοπής θα ήταν εντάξει; Θα ήταν ακριβώς το ίδιο πράγμα. Συνεπώς δεν βγάζει νόημα η μία ακραία προσέγγιση που λέει: ‘ποτέ ξανά μεταβολή των μισθών στον Δημόσιο Τομέα’. Εξίσου παράλογη όμως είναι και η άλλη προσέγγιση, αυτή της ΠΑΣΥΔΥ, που ζητά πλήρη αποκατάσταση των μισθών τώρα, δια μιας, είτε μέσω δικαστικών αποφάσεων είτε μέσω πολιτικών αποφάσεων.
Δεν είναι σωστή ούτε η μια προσέγγιση ούτε η άλλη. Ασφαλώς θα ερχόταν κάποια στιγμή που θα ξεκινούσαν και πάλι να αποδίδονται κάποιες αυξήσεις. Σας θυμίζω ότι με την επίβλεψη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) καταρτίστηκε μηχανισμός υπολογισμού και απόδοσης των αυξήσεων. Επιχειρήσαμε αυτό τον μηχανισμό υπολογισμού και απόδοσης των αυξήσεων να τον περάσουμε με νομοθετική ρύθμιση. Το απέρριψε όμως η Βουλή και γι’ αυτό συμφωνήσαμε να εφαρμόσουμε αυτό τον μηχανισμό με συλλογική σύμβαση – όχι με νόμο, που θα ήταν το καλύτερο. Συνεπώς ήταν ασφαλώς λογικό και με την καθοδήγηση του ΔΝΤ καθιερώθηκε και ο σχετικός μηχανισμός απόδοσης λελογισμένων αυξήσεων για να μην πάμε ξανά στα παλιά, που δίνονταν αλόγιστα και με μη βιώσιμο τρόπο αυξήσεις και γίνονταν προσλήψεις και γίνονταν πράγματα που οδήγησαν στον εκτροχιασμό. Θεωρώντας λοιπόν ορθότερο, καθώς αίρονται και κάποιες στρεβλώσεις, αντί για αυξήσεις έχουμε προτείνει – και έχει γίνει αποδεκτό από κάποιες τουλάχιστον συντεχνίες – το ετήσιο ποσοστό που θα είναι εντός των ορίων και των αντοχών της οικονομίας μας να αποδίδεται με μείωση της αποκοπής. Συνεπώς, κάθε χρόνο αντί να παίρνουν αύξηση, θα μειώνεται η αποκοπή με αποτέλεσμα το 2023, όταν θα έχει μεσολαβήσει μια μακρά περίοδος μειωμένων μισθών, να επανέλθουν τα επίπεδα της μισθοδοσίας στα επίπεδα του 2011, όχι του 2012 ούτε του 2013 καθώς οι πρώτες αποκοπές έγιναν το καλοκαίρι 2011. Ως Υπουργείο Οικονομικών υιοθετούμε αυτή την προσέγγιση. Θα την προτείνω στην Κυβέρνηση για να υιοθετηθεί ως κυβερνητική πολιτική, να πάρει τη μορφή νομοσχεδίου για να πάει στη Βουλή. Αν η νομοθετική εξουσία επίσης συμφωνεί μ’ αυτή τη σταδιακή αποκατάσταση των αποκοπών αντί των αυξήσεων τότε θα έχουμε με νόμο αυτή τη ρύθμιση, η οποία θα μας βοηθήσει ίσως ν’ αντιμετωπίσουμε και τις αμφιβολίες και τις αμφισβητήσεις, τις νομικές και τις δικαστικές, καθώς και να διασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών επειδή δεν θα κάνουμε απότομες και βεβιασμένες κινήσεις εκτός ορίων. Θα γίνονται σταδιακά και προσεκτικά βήματα, όπως είναι όλα τα βήματα της οικονομικής μας πολιτικής τα τελευταία χρόνια. Δεν υπάρχει οικονομική δυνατότητα και δεν είναι εφικτό, ακόμη κι αν το θέλαμε, να αποδοθούν πίσω δια μιας αυτές οι αυξήσεις.
Ερώτηση: Και αν τα δικαστήρια αποφασίσουν αλλιώς;
Απάντηση: Τότε, θα είναι μια καταστροφική απόφαση που ως κράτος θα είμαστε υποχρεωμένοι να την αντιμετωπίσουμε. Δεν επιθυμώ να σχολιάσω τις προηγούμενες αποφάσεις των δικαστών, αλλά μια Κυβέρνηση που οφείλει να βλέπει τα πράγματα σφαιρικά πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλα τα δεδομένα και τις πτυχές και αυτό είναι και μια επιπρόσθετη απάντηση προς όσους πιστεύουν ότι οι δικές τους απόλυτες προσεγγίσεις μπορούν εύκολα να εφαρμοστούν σε έναν κρατικό τομέα που διέπεται και από νομοθεσίες που μπορούν να αμφισβητηθούν στο δικαστήριο. Γι’ αυτό προτιμούμε, αντί να αποδίδονται αυξήσεις, όπως θα μπορούσαν να αποδοθούν στη βάση και του μηχανισμού που καταρτίστηκε με το ΔΝΤ, ν’ αρχίσουμε σταδιακά με έναν τρόπο δίκαιο και διαχειρίσιμο να καταργούμε αυτές τις αποκοπές για να υπάρξει πλήρης ομαλοποίηση της κατάστασης αντιμετωπίζοντας και νομικούς κινδύνους για τη δημοκρατία, αλλά και τη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών. Δεν υπάρχει όμως τρόπος δια μιας είτε με απόφαση δικαστηρίου είτε με άλλο τρόπο. Θα είναι μια καταστροφική εξέλιξη. Τα πράγματα σήμερα είναι καλύτερα ακριβώς επειδή λάβαμε κάποιες αποφάσεις, εφαρμόσαμε κάποια μέτρα πολιτικής, καταργήσαμε και αλλάξαμε κακές πρακτικές του παρελθόντος. Πρέπει να συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο να πραγματοποιούμε προσεκτικά βήματα στον βαθμό που πρέπει και την ώρα που πρέπει. Θεωρώ ότι και αυτό το ζήτημα εντάσσεται σ’ αυτή την προσεκτική πολιτική που έχει πράγματι αλλάξει τα πράγματα και έχει φέρει αποτελέσματα. Είναι όμως εκπληκτικό να αναμένει κάποιος ότι έτσι απλά με τον έναν ή τον άλλον τρόπο μπορούν να εξευρεθούν εκατοντάδες εκατομμύρια σήμερα για να αρθούν δια μιας χωρίς υπομονή, χωρίς κάποιο σχέδιο και χωρίς δημοσιονομικό προγραμματισμό αυτές οι αποκοπές.
Ερώτηση: Πώς σχολιάζετε τα διάφορα που ακούγονται ότι το κράτος πήρε λεφτά από το κούρεμα των καταθέσεων;
Απάντηση: Το κούρεμα στη Λαϊκή Τράπεζα δεν ήταν για να σωθεί το κράτος. Το κράτος δεν πήρε ούτε ένα ευρώ από το κούρεμα καταθέσεων στη Λαϊκή Τράπεζα ή στην Τράπεζα Κύπρου. Το κράτος είχε στηρίξει τη Λαϊκή με 1,8 δισεκατομμύρια και δεν ήταν σε θέση να τη στηρίξει περαιτέρω. Η τράπεζα εν τέλει έκλεισε αφήνοντας πίσω μια ζημιά που δεν μπορούσε να καλυφθεί. Δεν είναι το κράτος που διασώθηκε με το κούρεμα. Το κράτος δεν μπόρεσε να διασώσει τους καταθέτες, οι οποίοι πλήρωσαν βαρύτατο τίμημα. Σήμερα όμως, που τα πράγματα είναι καλύτερα, είναι γνωστό ότι έχουμε ξεκινήσει και εφαρμόζουμε σχέδιο που καλύπτει τη μεγάλη μερίδα των Κυπρίων πολιτών που έχουν επηρεαστεί. Καταρτίσαμε σχέδιο για 60 περίπου χιλιάδες μέλη των Ταμείων Προνοίας, το οποίο περιορίζει αισθητά τη ζημιά και είναι σε εφαρμογή ενώ, παράλληλα, ετοιμαζόμαστε και για το δεύτερο σκέλος αυτού του σχεδίου, δηλαδή το Ταμείο Αλληλεγγύης για τους υπόλοιπους 15 χιλιάδες Κύπριους καταθέτες για να δούμε πώς θα περιορίσουμε και γι’ αυτούς τη ζημιά. Υπενθυμίζω πάντως ότι όταν ανακοινώνονταν αυτά τα μέτρα και για το Ταμείο Αλληλεγγύης πάλι ακούγαμε ως Κυβέρνηση αντιδράσεις και ενστάσεις όπως «γιατί πρέπει το κράτος – ο φορολογούμενος – να καλύψει τη ζημιά αυτών που πλήγηκαν από το κούρεμα;» Η πολιτική θέση είναι ότι στο μέτρο των δυνατοτήτων του κράτους και στο πλαίσιο μιας ευρύτερης ιεράρχησης προτεραιοτήτων θα γίνει και αυτό. Ξεκίνησε με τη μεγαλύτερη ομάδα και θα ακολουθήσουν και άλλα βήματα στο μέτρο του δυνατού.
Όσον αφορά στη μεταρρύθμιση και τις επενδύσεις στον Δημόσιο Τομέα: το πλαίσιο μεταρρύθμισης προτάθηκε από την Κυβέρνηση, απορρίφθηκε από τη Βουλή, το ξανασχεδιάζουμε και θα επανέλθουμε εντός του 2018 στα μέτρα που είχαν απορριφθεί αρχικά από τη Βουλή, για την αξιολόγηση και για τη διαδικασία ανέλιξης. Αυτές οι πτυχές εντός του έτους θα πάνε ξανά στη Βουλή.
Όσον αφορά στις επενδύσεις, μόλις πριν δυο εβδομάδες και χωρίς να ξεφεύγουμε από τα όρια του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, αλλά κάνοντας ακριβώς μια όσο το δυνατόν καλύτερη διαχείριση των οικονομικών μας δυνατοτήτων καταρτίσαμε και δημοσιεύσαμε τον τριετή σχεδιασμό ο οποίος περιλαμβάνει έργα άνω του ενός δισεκατομμυρίου, οδικά και έργα υποδομής. Aκόμη πιο σημαντικό όμως κατά την άποψή μου είναι ότι θα διατεθούν άνω των 250 εκατομμυρίων για τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, για να έχουμε μέσω της τεχνολογίας μια πολύ πιο σύγχρονη και αποδοτική Δημόσια Υπηρεσία. Σε όλα τα επίπεδα – κοινωνικής, πολιτικής και μισθολογίου – γίνονται κινήσεις για σωστό σχεδιασμό στο μέτρο των δυνατοτήτων μας και αυτό ακριβώς επιθυμούμε να συνεχίσουμε διότι εκ των πραγμάτων αυτή η πολιτική έχει οδηγήσει την οικονομία μας από την ύφεση στην ανάπτυξη.
Ερώτηση: Πού βρισκόμαστε τώρα με τον Συνεργατισμό;
Απάντηση: Η διαδικασία παραμένει σε εξέλιξη. Είναι δύσκολη και περίπλοκη με πολλές πτυχές και πολλούς εμπλεκόμενους εντός και εκτός Κύπρου. Η διαδικασία όμως προχωρεί και ελπίζουμε σύντομα να υπάρξουν οι πρώτες συμφωνίες/αποφάσεις. Δεν μπορώ να ξέρω πότε θα έχουμε αποφάσεις, ευελπιστούμε όμως σύντομα. Λαμβάνονται υπόψη οι εκθέσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, αλλά δεν θέλω να σχολιάσω.»
Το πλήρες κείμενο των ερωτοαπαντήσεων έχει ως ακολούθως:
«Ερώτηση: Ό,τι αποφασιστεί με την ΣΕΚ και την ΠΕΟ ισχύει και για το Δημόσιο;
Απάντηση: Αυτή είναι η πρόθεση. Βάσει των όσων λέγονται όμως το τελευταίο διάστημα, αναδεικνύονται δυο ακραίες προσεγγίσεις. Κάποιοι λένε ότι δεν μπορεί να γίνει καμία κίνηση αποκατάστασης των μισθών στον Δημόσιο Τομέα. Αυτή είναι η μία ακραία προσέγγιση. Είπε κανείς ότι δεν θα αποδοθεί ποτέ ξανά αύξηση στον Δημόσιο Τομέα; Αν το ίδιο ποσοστό αποδιδόταν ως αύξηση αντί ως μείωση της αποκοπής θα ήταν εντάξει; Θα ήταν ακριβώς το ίδιο πράγμα. Συνεπώς δεν βγάζει νόημα η μία ακραία προσέγγιση που λέει: ‘ποτέ ξανά μεταβολή των μισθών στον Δημόσιο Τομέα’. Εξίσου παράλογη όμως είναι και η άλλη προσέγγιση, αυτή της ΠΑΣΥΔΥ, που ζητά πλήρη αποκατάσταση των μισθών τώρα, δια μιας, είτε μέσω δικαστικών αποφάσεων είτε μέσω πολιτικών αποφάσεων.
Δεν είναι σωστή ούτε η μια προσέγγιση ούτε η άλλη. Ασφαλώς θα ερχόταν κάποια στιγμή που θα ξεκινούσαν και πάλι να αποδίδονται κάποιες αυξήσεις. Σας θυμίζω ότι με την επίβλεψη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) καταρτίστηκε μηχανισμός υπολογισμού και απόδοσης των αυξήσεων. Επιχειρήσαμε αυτό τον μηχανισμό υπολογισμού και απόδοσης των αυξήσεων να τον περάσουμε με νομοθετική ρύθμιση. Το απέρριψε όμως η Βουλή και γι’ αυτό συμφωνήσαμε να εφαρμόσουμε αυτό τον μηχανισμό με συλλογική σύμβαση – όχι με νόμο, που θα ήταν το καλύτερο. Συνεπώς ήταν ασφαλώς λογικό και με την καθοδήγηση του ΔΝΤ καθιερώθηκε και ο σχετικός μηχανισμός απόδοσης λελογισμένων αυξήσεων για να μην πάμε ξανά στα παλιά, που δίνονταν αλόγιστα και με μη βιώσιμο τρόπο αυξήσεις και γίνονταν προσλήψεις και γίνονταν πράγματα που οδήγησαν στον εκτροχιασμό. Θεωρώντας λοιπόν ορθότερο, καθώς αίρονται και κάποιες στρεβλώσεις, αντί για αυξήσεις έχουμε προτείνει – και έχει γίνει αποδεκτό από κάποιες τουλάχιστον συντεχνίες – το ετήσιο ποσοστό που θα είναι εντός των ορίων και των αντοχών της οικονομίας μας να αποδίδεται με μείωση της αποκοπής. Συνεπώς, κάθε χρόνο αντί να παίρνουν αύξηση, θα μειώνεται η αποκοπή με αποτέλεσμα το 2023, όταν θα έχει μεσολαβήσει μια μακρά περίοδος μειωμένων μισθών, να επανέλθουν τα επίπεδα της μισθοδοσίας στα επίπεδα του 2011, όχι του 2012 ούτε του 2013 καθώς οι πρώτες αποκοπές έγιναν το καλοκαίρι 2011. Ως Υπουργείο Οικονομικών υιοθετούμε αυτή την προσέγγιση. Θα την προτείνω στην Κυβέρνηση για να υιοθετηθεί ως κυβερνητική πολιτική, να πάρει τη μορφή νομοσχεδίου για να πάει στη Βουλή. Αν η νομοθετική εξουσία επίσης συμφωνεί μ’ αυτή τη σταδιακή αποκατάσταση των αποκοπών αντί των αυξήσεων τότε θα έχουμε με νόμο αυτή τη ρύθμιση, η οποία θα μας βοηθήσει ίσως ν’ αντιμετωπίσουμε και τις αμφιβολίες και τις αμφισβητήσεις, τις νομικές και τις δικαστικές, καθώς και να διασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών επειδή δεν θα κάνουμε απότομες και βεβιασμένες κινήσεις εκτός ορίων. Θα γίνονται σταδιακά και προσεκτικά βήματα, όπως είναι όλα τα βήματα της οικονομικής μας πολιτικής τα τελευταία χρόνια. Δεν υπάρχει οικονομική δυνατότητα και δεν είναι εφικτό, ακόμη κι αν το θέλαμε, να αποδοθούν πίσω δια μιας αυτές οι αυξήσεις.
Ερώτηση: Και αν τα δικαστήρια αποφασίσουν αλλιώς;
Απάντηση: Τότε, θα είναι μια καταστροφική απόφαση που ως κράτος θα είμαστε υποχρεωμένοι να την αντιμετωπίσουμε. Δεν επιθυμώ να σχολιάσω τις προηγούμενες αποφάσεις των δικαστών, αλλά μια Κυβέρνηση που οφείλει να βλέπει τα πράγματα σφαιρικά πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλα τα δεδομένα και τις πτυχές και αυτό είναι και μια επιπρόσθετη απάντηση προς όσους πιστεύουν ότι οι δικές τους απόλυτες προσεγγίσεις μπορούν εύκολα να εφαρμοστούν σε έναν κρατικό τομέα που διέπεται και από νομοθεσίες που μπορούν να αμφισβητηθούν στο δικαστήριο. Γι’ αυτό προτιμούμε, αντί να αποδίδονται αυξήσεις, όπως θα μπορούσαν να αποδοθούν στη βάση και του μηχανισμού που καταρτίστηκε με το ΔΝΤ, ν’ αρχίσουμε σταδιακά με έναν τρόπο δίκαιο και διαχειρίσιμο να καταργούμε αυτές τις αποκοπές για να υπάρξει πλήρης ομαλοποίηση της κατάστασης αντιμετωπίζοντας και νομικούς κινδύνους για τη δημοκρατία, αλλά και τη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών. Δεν υπάρχει όμως τρόπος δια μιας είτε με απόφαση δικαστηρίου είτε με άλλο τρόπο. Θα είναι μια καταστροφική εξέλιξη. Τα πράγματα σήμερα είναι καλύτερα ακριβώς επειδή λάβαμε κάποιες αποφάσεις, εφαρμόσαμε κάποια μέτρα πολιτικής, καταργήσαμε και αλλάξαμε κακές πρακτικές του παρελθόντος. Πρέπει να συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο να πραγματοποιούμε προσεκτικά βήματα στον βαθμό που πρέπει και την ώρα που πρέπει. Θεωρώ ότι και αυτό το ζήτημα εντάσσεται σ’ αυτή την προσεκτική πολιτική που έχει πράγματι αλλάξει τα πράγματα και έχει φέρει αποτελέσματα. Είναι όμως εκπληκτικό να αναμένει κάποιος ότι έτσι απλά με τον έναν ή τον άλλον τρόπο μπορούν να εξευρεθούν εκατοντάδες εκατομμύρια σήμερα για να αρθούν δια μιας χωρίς υπομονή, χωρίς κάποιο σχέδιο και χωρίς δημοσιονομικό προγραμματισμό αυτές οι αποκοπές.
Ερώτηση: Πώς σχολιάζετε τα διάφορα που ακούγονται ότι το κράτος πήρε λεφτά από το κούρεμα των καταθέσεων;
Απάντηση: Το κούρεμα στη Λαϊκή Τράπεζα δεν ήταν για να σωθεί το κράτος. Το κράτος δεν πήρε ούτε ένα ευρώ από το κούρεμα καταθέσεων στη Λαϊκή Τράπεζα ή στην Τράπεζα Κύπρου. Το κράτος είχε στηρίξει τη Λαϊκή με 1,8 δισεκατομμύρια και δεν ήταν σε θέση να τη στηρίξει περαιτέρω. Η τράπεζα εν τέλει έκλεισε αφήνοντας πίσω μια ζημιά που δεν μπορούσε να καλυφθεί. Δεν είναι το κράτος που διασώθηκε με το κούρεμα. Το κράτος δεν μπόρεσε να διασώσει τους καταθέτες, οι οποίοι πλήρωσαν βαρύτατο τίμημα. Σήμερα όμως, που τα πράγματα είναι καλύτερα, είναι γνωστό ότι έχουμε ξεκινήσει και εφαρμόζουμε σχέδιο που καλύπτει τη μεγάλη μερίδα των Κυπρίων πολιτών που έχουν επηρεαστεί. Καταρτίσαμε σχέδιο για 60 περίπου χιλιάδες μέλη των Ταμείων Προνοίας, το οποίο περιορίζει αισθητά τη ζημιά και είναι σε εφαρμογή ενώ, παράλληλα, ετοιμαζόμαστε και για το δεύτερο σκέλος αυτού του σχεδίου, δηλαδή το Ταμείο Αλληλεγγύης για τους υπόλοιπους 15 χιλιάδες Κύπριους καταθέτες για να δούμε πώς θα περιορίσουμε και γι’ αυτούς τη ζημιά. Υπενθυμίζω πάντως ότι όταν ανακοινώνονταν αυτά τα μέτρα και για το Ταμείο Αλληλεγγύης πάλι ακούγαμε ως Κυβέρνηση αντιδράσεις και ενστάσεις όπως «γιατί πρέπει το κράτος – ο φορολογούμενος – να καλύψει τη ζημιά αυτών που πλήγηκαν από το κούρεμα;» Η πολιτική θέση είναι ότι στο μέτρο των δυνατοτήτων του κράτους και στο πλαίσιο μιας ευρύτερης ιεράρχησης προτεραιοτήτων θα γίνει και αυτό. Ξεκίνησε με τη μεγαλύτερη ομάδα και θα ακολουθήσουν και άλλα βήματα στο μέτρο του δυνατού.
Όσον αφορά στη μεταρρύθμιση και τις επενδύσεις στον Δημόσιο Τομέα: το πλαίσιο μεταρρύθμισης προτάθηκε από την Κυβέρνηση, απορρίφθηκε από τη Βουλή, το ξανασχεδιάζουμε και θα επανέλθουμε εντός του 2018 στα μέτρα που είχαν απορριφθεί αρχικά από τη Βουλή, για την αξιολόγηση και για τη διαδικασία ανέλιξης. Αυτές οι πτυχές εντός του έτους θα πάνε ξανά στη Βουλή.
Όσον αφορά στις επενδύσεις, μόλις πριν δυο εβδομάδες και χωρίς να ξεφεύγουμε από τα όρια του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, αλλά κάνοντας ακριβώς μια όσο το δυνατόν καλύτερη διαχείριση των οικονομικών μας δυνατοτήτων καταρτίσαμε και δημοσιεύσαμε τον τριετή σχεδιασμό ο οποίος περιλαμβάνει έργα άνω του ενός δισεκατομμυρίου, οδικά και έργα υποδομής. Aκόμη πιο σημαντικό όμως κατά την άποψή μου είναι ότι θα διατεθούν άνω των 250 εκατομμυρίων για τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, για να έχουμε μέσω της τεχνολογίας μια πολύ πιο σύγχρονη και αποδοτική Δημόσια Υπηρεσία. Σε όλα τα επίπεδα – κοινωνικής, πολιτικής και μισθολογίου – γίνονται κινήσεις για σωστό σχεδιασμό στο μέτρο των δυνατοτήτων μας και αυτό ακριβώς επιθυμούμε να συνεχίσουμε διότι εκ των πραγμάτων αυτή η πολιτική έχει οδηγήσει την οικονομία μας από την ύφεση στην ανάπτυξη.
Ερώτηση: Πού βρισκόμαστε τώρα με τον Συνεργατισμό;
Απάντηση: Η διαδικασία παραμένει σε εξέλιξη. Είναι δύσκολη και περίπλοκη με πολλές πτυχές και πολλούς εμπλεκόμενους εντός και εκτός Κύπρου. Η διαδικασία όμως προχωρεί και ελπίζουμε σύντομα να υπάρξουν οι πρώτες συμφωνίες/αποφάσεις. Δεν μπορώ να ξέρω πότε θα έχουμε αποφάσεις, ευελπιστούμε όμως σύντομα. Λαμβάνονται υπόψη οι εκθέσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, αλλά δεν θέλω να σχολιάσω.»