Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δέχθηκε αντιπροσωπείες των συντεχνιών ΠΑΣΥΚΙ, ΠΑΣΥΔΥ και ΣΕΣΙΚ
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης δέχθηκε σήμερα, στο Προεδρικό Μέγαρο, αντιπροσωπείες των συντεχνιών ΠΑΣΥΚΙ, ΠΑΣΥΔΥ και ΣΕΣΙΚ, στην παρουσία του Υπουργού Υγείας κ. Γιώργου Παμπορίδη και του Υφυπουργού παρά τω Προέδρω κ. Κωνσταντίνου Πετρίδη.
Μετά από τη συνάντηση, ο Υπουργός Υγείας δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι «ολοκληρώθηκε η σύσκεψη που συγκάλεσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, στο πλαίσιο των επαφών του με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, ενόψει της κυοφορούμενης μεταρρύθμισης στον χώρο της Υγείας.
Σήμερα ήταν σειρά των ιατρών του δημοσίου να εκθέσουν τους προβληματισμούς και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, ενόψει της μεταρρύθμισης, στον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Έγινε μια εποικοδομητική ανταλλαγή απόψεων και πρέπει να χαιρετίσω την πρόθεση που επέδειξαν όλες οι πλευρές για να επιδείξουν ένα πνεύμα συναίνεσης και συνεργασίας.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ξεκαθάρισε ότι κύριο μέλημα της Κυβέρνησης είναι η επίσπευση όλων των διαδικασιών για τη μεταρρύθμιση της Υγείας, με απώτερο στόχο την εισαγωγή του ΓεΣΥ προς όφελος πρωτίστως των ασθενών.
Κύριο μέλημα του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι οι ασθενείς. Στο πλαίσιο αυτό ζητά να λάβει «από πρώτο χέρι» πληροφόρηση από όλους τους ενδιαφερόμενους προκειμένου εκεί και όπου η γνώση και η εμπειρία των ενδιαφερομένων μπορεί να βοηθήσει στη διαμόρφωση του τελικού πλαισίου ώστε να αρθούν όλα τα εμπόδια που προβάλλονται για την άμεση εισαγωγή των μεταρρυθμίσεων, αυτό να επιτευχθεί.
Ο Πρόεδρος έχει δώσει με σαφείς οδηγίες, ένα πλαίσιο εντός του οποίου πρέπει να κινηθούμε τις αμέσως επόμενες μέρες προκειμένου να επανέλθουμε σε νέα συνάντηση υπό τη δική του προεδρία ελπίζοντας ότι θα έχουμε ένα συμπεφωνημένο πλαίσιο εντός του οποίου θα κινηθούμε».
Ερωτηθείς εάν στις 5 Απριλίου θα υπάρχει τελική πρόταση με την οποία θα πάρουν οι ιατροί τις μισθολογικές τους αυξήσεις, ο κ. Υπουργός είπε ότι «δεν είναι μονοδιάστατη προσέγγιση, δεν αφορά οικονομικά αιτήματα. Πρώτα από όλα για να γίνει απόλυτα ξεκάθαρο, είναι αποδεκτό από πλευράς Κυβέρνησης ότι οι απολαβές των ιατρών, ειδικά των ιατρών του δημοσίου, χρήζουν αναθεώρησης και αναπροσαρμογής. Είναι αποδεκτό ότι πρέπει να δοθούν περαιτέρω κίνητρα στους ιατρούς και δη στους άριστους ιατρούς οι οποίοι υπηρετούν, να παραμείνουν στο δημόσιο και να προσελκυστούν ακόμη περισσότεροι για να υπηρετήσουν τις δομές του δημοσίου.
Ως εκ τούτου, ενόψει της αυτονόμησης και των διαρθρωτικών αλλαγών που έχουν αναγνωριστεί ως αναγκαίες, απόλυτα αναγκαίες για τη βελτίωση των υπηρεσιών που λαμβάνει ο Κύπριος πολίτης, θα πρέπει να συγκεραστούν αφενός, οι προσαρμογές στα μισθολογικά αιτήματα των ιατρών με τις πρακτικές οι οποίες θα υιοθετηθούν στο πλαίσιο της αυτονόμησης για να αυξηθεί η παραγωγικότητα και αφετέρου, να αυξηθεί ποιοτικά το προϊόν που απολαμβάνει ο Κύπριος πολίτης από τις Υπηρεσίες Υγείας τις οποίες προσφέρει η Πολιτεία».
Ερωτηθείς εάν μπορεί να αντέξει η κυπριακή οικονομία αυτές τις αυξήσεις, ο κ. Υπουργός είπε ότι «η προσπάθεια είναι για αναβάθμιση των υπηρεσιών που παρέχονται στους πολίτες. Για την αναβάθμιση που θα πληρώσει η Πολιτεία, διότι ακριβώς το αντάλλαγμα που θα λάβει, το ποιοτικό αντάλλαγμα που θα νιώσει ο ασθενής στην καθημερινότητα του στα δημόσια νοσηλευτήρια, αξίζει τον κόπο για να επενδύσει η Πολιτεία πάνω του».
Σε ερώτηση εάν η 5η Απριλίου είναι ημερομηνία ορόσημο για το ΓεΣΥ, ο κ. Υπουργός είπε ότι «πιστεύω ότι είναι ακόμη ένας σταθμός. Δεν είναι ημερομηνία ορόσημο. Και σιγά-σιγά πλησιάζουμε στον τελικό προορισμό».
Κληθείς να απαντήσει σε επικρίσεις κατά της Κυβέρνησης, είπε ότι όσοι παρακολουθούν τις θέσεις της Κυβέρνησης διαχρονικά, «αυτά που σας είπα σήμερα θα τα βρουν διατυπωμένα από πέρσι τουλάχιστον, όπου τέθηκε επί τάπητος ότι χρήζει αναθεώρησης τόσο το σύστημα λειτουργίας όσο και οι μισθολογικές απολαβές των γιατρών. Ειδικά επί τούτου, το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εγκρίνει σειρά μέτρων για την αναχαίτιση του κύματος φυγής των γιατρών κατόπιν απόφασης και της σύσκεψης των πολιτικών αρχηγών στις 21 Ιουλίου 2016.
Η σύσκεψη είχε ζητήσει από την Κυβέρνηση να εισαχθούν μέτρα που θα αναχαιτίσουν τη φυγή των γιατρών και ανταποκρινόμενη η Κυβέρνηση σε αυτή την έκκληση των πολιτικών αρχηγών αλλά και στην ανάγκη την οποίαν αναγνωρίζουμε, έδωσε ένα πρώτο πακέτο τον περασμένο Δεκέμβριο με την παραχώρηση μιας προσαύξησης στους ιατρούς, την έγκριση 50 νέων θέσεων γιατρών στο δημόσιο, την έγκριση ειδικού επιδόματος ευθύνης όσων εκτελούν χρέη διεύθυνσης κλινικών στα νοσοκομεία μας, καθώς και την παραχώρηση κινήτρων για τη συμμετοχή σε εκπαιδευτικά συνέδρια και σεμινάρια τόσο στην ημεδαπή όσο και στο εξωτερικό, όπως ήταν απαίτηση των γιατρών.
Πρόσφατα περάσαμε την απόφαση για τη λειτουργία πιλοτικών προγραμμάτων υπερωριακής απασχόλησης τις απογευματινές ώρες, για άμβλυνση των λιστών αναμονής, σε συνεννόηση πάντα με τις συντεχνίες, ενώ παράλληλα μελετούνται και δύο τρία άλλα μέτρα που στοχεύουν για παράδειγμα, στα τμήματα Πρώτων Βοηθειών για να δοθούν αντίστοιχα κίνητρα ακριβώς επί της πορείας που μας έχει τάξει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και οι πολιτικοί αρχηγοί».
Ερωτηθείς τί θα γίνει στην περίπτωση όπου και άλλοι επαγγελματικοί κλάδοι έχουν αιτήματα, ο κ. Υπουργός είπε ότι «στο θέμα των νοσηλευτών η Κυβέρνηση είχε να αντιμετωπίσει ένα θέμα που έλαβε ουσιαστικά τις διαστάσεις του το 2009 και δικαιώνοντας ένα αίτημα που χρονίζει ενήργησε με τον τρόπο που ενήργησε. Στο θέμα των γιατρών ήταν διακηρυγμένη η πολιτική της Κυβέρνησης για την ανάγκη της αναπροσαρμογής των αμοιβών των γιατρών, ώστε να αναχαιτιστεί το κύμα φυγής. Σε αυτά τα δύο ενεργήσαμε και τυχόν άλλα αιτήματα που θα προκύψουν, είναι θέματα που θα αντιμετωπίσει η Κυβέρνηση και ο αρμόδιος Υπουργός».