28/3/17

Χαιρετισμός του Προέδρου της Δημοκρατίας στην εκδήλωση για τις εθνικές επετείους της 25ης Μαρτίου και της 1ης Απριλίου

Χαιρετισμός του Προέδρου της Δημοκρατίας στην εκδήλωση για τις εθνικές επετείους της 25ης Μαρτίου και της 1ης Απριλίου





Αποτελεί πράγματι ευτυχή συγκυρία το γεγονός πως σήμερα γιορτάζουμε δυο επετείους που σημάδεψαν την ιστορική πορεία του Ελληνισμού, δύο επετείους που αποτέλεσαν τον θεμέλιο λίθο του ελληνικού κράτους και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δύο επετείους που με την εδώ παρουσία σας λαμπρύνονται όντως φίλε Υπουργέ, φίλε Νίκο Κοτζιά, και δημιουργούν τους απαραίτητους προβληματισμούς, διότι είναι συνδεδεμένες με σημαντικά ιστορικά στιγμές, την 25η Μαρτίου και την 1η Απριλίου 1955.

Είναι επέτειοι που υποβάλλουν όσο ποτέ προηγούμενα να προβληματιστούμε, να αναστοχαστούμε και να συμβάλουμε με αυτόν τον τρόπο στη διαρκή πορεία αναζήτησης των εθνικών μας επιλογών.

Γιατί εκείνο που μας κάνει καλύτερους είναι η μελέτη της πορείας που ακολουθήσαμε, των σφαλμάτων που πράξαμε, των εμπειριών και αργότερα των εκτιμήσεων πως δεν πετύχαμε εκείνα που προσδοκούσαμε.

Για την επέτειο της 25ης Μαρτίου έχει καθιερωθεί ο όρος της παλιγγενεσίας.

Το 1830 με την ίδρυση του ελληνικού κράτους, έστω και αν αυτό περιοριζόταν ασφυκτικά σε μη αντιπροσωπευτικά σύνορα, οι Έλληνες ανέκτησαν την ταυτότητά τους, την εθνική τους αυτοπεποίθηση και άρχισαν να ορίζουν τις νέες παραμέτρους των εθνικών στόχων.

Ο αλυτρωτισμός των σκλαβωμένων ακόμη περιοχών όριζε σε μεγάλο βαθμό τους στόχους και εν πολλοίς την πορεία που ακολούθησε η Ελλάδα μέχρι ακόμη και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Υπάρχουν αναλογίες με την Κύπρο, αλλά φυσικά οι ιστορικές συνθήκες δεν είναι ίδιες.

Δεν θα προβώ σε ιστορική αναδρομή, αλλά ως παλιγγενεσία των Κυπρίων μπορεί να οριστεί η ημέρα της 1ης Απρίλη του 1955 και αργότερα ο Φεβρουάριος του ‘59 που η χώρα μας απέκτησε την ανεξαρτησία της, ως αποτέλεσμα εκείνου του επικού έστω και άνισου αγώνα σε κάθε επίπεδο.

Ωστόσο, αυτός ο αγώνας του ‘55-‘59 οδήγησε για πρώτη φορά στην Ιστορία μας στο να αποκτήσουμε τη δική μας αυτόνομη κρατική οντότητα –έστω και αν δεν ήταν ο στόχος των ηρωικών αγωνιστών του ’55-’59-, να αποκτήσουμε τη δική μας κρατική ταυτότητα, που μας διέκρινε και μας νομιμοποιούσε στη διεθνή πραγματικότητα.

Αυτή η τεράστια ιστορική εξέλιξη για τον τόπο μας, τότε και από πολλούς ακόμη και σήμερα δεν εκτιμάται δεόντως και αξιολογείται ως ένας συνήθης ιστορικός σταθμός.

Οι Έλληνες της Κύπρου μέχρι τότε δεν είχαμε σκεφτεί τη θέση μας στον κόσμο ως ανεξάρτητο κράτος.

Για αυτό και στη συνέχεια σχοινοβατούσαμε ανάμεσα στην επιθυμία και την πραγματικότητα, το ευκταίο και το εφικτό, αποφεύγοντας να δημιουργήσουμε όλες εκείνες τις γέφυρες που θα μας επέτρεπαν να αξιοποιήσουμε το νέο μας καθεστώς στη διεθνή κοινότητα.

Σήμερα, ως ηγεσία συλλογικά, έχουμε κατακτήσει την ωριμότητα και τη γενναιότητα να αναγνωρίσουμε τα σφάλματα που διαπράξαμε και να αναστοχαστούμε στην πορεία που πρέπει να ακολουθήσουμε.

Θεωρώ πως έχουμε πια συνειδητοποιήσει πως η Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί την ασπίδα μας απέναντι στις προσπάθειες διχοτόμησης της πατρίδας μας, συνιστά την άμυνά μας σε κάθε διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της δικής μας ταυτότητας.

Είμαστε οι Έλληνες πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας και από το 2004 με την ένταξη μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην ταυτότητά μας προστέθηκε και η έννοια του Ευρωπαίου πολίτη. Δεν αρνούμαστε και δεν αρνηθήκαμε ποτέ πως το αυτό δικαίωμα συνύπαρξης έχουν και οι Τουρκοκύπριοι συμπατριώτες μας, αρκεί μέσα από τον διάλογο να γίνει επιτέλους κατορθωτό να πετύχουμε μια λύση που με τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας θα επιτρέπει τη δημιουργία ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους, απόλυτα λειτουργικού και, ιδιαίτερα, βιώσιμου, μέσα από τις εμπειρίες του παρελθόντος και τις ενδεχόμενες δοκιμασίες που θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε.

Για αυτό και απαιτείται να επικεντρώσουμε την προσοχή μας στην ουσία και όχι σε όσα λέγονται ή ακούγονται. Είναι καλά γνωστό πως ύστερα από την απόφαση μέσα από κανονισμούς της Βουλής των Αντιπροσώπων –με όλο το θάρρος το λέω, μια αχρείαστη απόφαση, γιατί απλώς γιορτάζουμε την 1η Απριλίου που ήταν η έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα, που στόχο είχε την ένωση, έστω και αν κατέληξε στην ανεξαρτησία- δεν νοείται να παρατηρείται μια τέτοια ενόχληση από πλευράς του Τουρκοκύπριου ηγέτη.

Προκλήθηκε μια κρίση, προσπαθούμε να την ξεπεράσουμε και την ερχόμενη Κυριακή θα έχουμε την ευκαιρία σε ένα κοινωνικό δείπνο, όπως απεκλήθη, να αποφασίσουμε για το πώς προχωρούμε παραπέρα.

Θέλω να κάνω ξεκάθαρο πως εάν ο στόχος ή ο σκοπός θα είναι για να συζητήσουμε μετρά οικοδόμησης εμπιστοσύνης, θεωρώ πως είναι καταδικασμένη η προσπάθεια εκείνων που δημιουργούν τις προϋποθέσεις επιτέλους να ξαναρχίσει ένας γόνιμος διάλογος. Να συζητήσουμε μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, όπως παραδείγματος χάρη, τη Navtex που εκδίδει κάθε μέρα η Τουρκία; Να συζητήσουμε μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, όπως ο εορτασμός της 20ης Ιουλίου που εισέβαλαν στην Κύπρο; Ή της 15ης Νοεμβρίου 1983; Θα πρέπει επιτέλους να εκτιμηθεί ο τρόπος διαχείρισης της κρίσης από πλευράς μας, με ψυχραιμία, με σύνεση, με κατανόηση. Αλλά την ίδια ώρα, όπως έχω πει και στον Τουρκοκύπριο ηγέτη, θα πρέπει και ο ίδιος να συνειδητοποιήσει ότι ανάλογες ευαισθησίες, και πιο έντονες, έχουν αυτοί που υπήρξαν και κατά τη δική του ομολογία, θύματα της τουρκικής εισβολής.

Συνεπώς, δεν είναι δυνατόν να θεωρείται σημείο κρίσης μια απλή αναφορά σε ένα ιστορικό γεγονός που επισυνέβη 67 χρόνια πριν, αλλά να αγνοούνται οι δικές τους ενέργειες που προκαλούν κυριολεκτικά όσους έχασαν τις πατρογονικές τους εστίες, όσους έχασαν το βιός τους, όσους έχασαν τη ζωή τους, όσους ακόμα αγνοούνται.

Θέλω να σας διαβεβαιώσω, Μακαριότατε, κυρίες και κύριοι, ότι η προσπάθεια που καταβάλλουμε είναι, ναι, να εξευρεθεί μια ειρηνική λύση στο Κυπριακό που να διασφαλίζει τις ανησυχίες και των δύο κοινοτήτων, που να δημιουργεί τις προοπτικές για μια προκοπή για το μέλλον, που να δημιουργεί τις συνθήκες, έτσι ώστε να νιώθουμε και εμείς και οι Τουρκοκύπριοι πραγματικά Ευρωπαίοι πολίτες. Αλλά όχι με παραβιάσεις του ευρωπαϊκού κεκτημένου, όχι με κατ’ εξαίρεση αποδοχή όρων, οι οποίοι δεν θα δημιουργούν τη βιωσιμότητα, όπως π.χ. η απαίτηση για κάθε απόφαση να υπάρχει και η θετική ψήφος Τουρκοκύπριου συμπατριώτη μας. Δεν νομίζω να υπάρχει ανάλογο προηγούμενο σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του διεθνούς Οργανισμού που είναι αναγνωρισμένο κράτος, ευνομούμενο κράτος, κράτος μέλος της ΕΕ. Για αυτό και είναι ορισμένα εκ των θεμάτων που συζητούνται που δεν θα πρέπει να αφήνουν σε κανενός το μυαλό αμφιβολία ότι γνωρίζουμε τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει αποδεκτό ο Κυπριακός Ελληνισμός και τι είναι αυτό που πρέπει να απορρίψουμε.

Είμαστε έτοιμοι με απλωμένο το χέρι για την ειρήνη, για τη συνύπαρξη, τη δημιουργία, επαναλαμβάνω, ενός κράτους που να μην είναι υβρίδιο, αλλά να ανταποκρίνεται στις αρχές και αξίες της ΕΕ, στις αρχές και αξίες του διεθνούς δικαίου.

Με αυτά λέγοντας σας καλωσορίζω φίλε Υπουργέ και εύχομαι ό,τι καλύτερο. Η στενή μας συνεργασία, οι απόλυτα συντονισμένες ενέργειες είμαι βέβαιος ότι θα αποδώσουν καρπούς.
________________