Κείμενο του Νουρί Σιλάϊ
Αντιρρησίας Συνείδησης
Αναλαμβάνοντας πλήρως τις ευθύνες όλων των αποφάσεων που
πήρα μέχρι σήμερα ως ένας 32χρονος ενήλικας, γράφω αυτό το κείμενο γιατί θέλω
να μοιραστώ μαζί σας ένα νέο συνειδησιακό καθήκον το οποίο μου ανέθεσε η ίδια η
ζωή.
Θα ήθελα να αρχίσω επισημαίνοντας την ντροπή που νιώθω
γιατί εν έτη 2016 σε αυτά τα χώματα, ακόμα δεν έχουν διασφαλιστεί πλήρως βασικά
ανθρώπινα δικαιώματα όπως το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης και πίστης, το
δικαίωμα του να ζει κάποιος όπως επιθυμεί τη ζωή του.
Γεννήθηκα στις 21 Μάιου του 1983 στο Βαρώσι/Maraş. Όταν γεννήθηκα ακόμα δεν υπήρχε η Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου
(ΤΔΒΚ). Στο πιστοποιητικό γέννησης μου καταγράφηκα ως πολίτης του
Τουρκοκυπριακού Ομόσπονδου Κράτους. Πέρασαν 9 χρόνια από το 1974 και όμως ήταν
ακόμα όλα νωπά. Εγώ ουσιαστικά άνοιξα τα μάτια μου στον κόσμο, σε ένα σπίτι που
δεν μας ανήκε.
Δεν ήμασταν οι μόνοι. Στην περιοχή που ζούσαμε άλλωστε
κανένας δεν ανήκε στο χώρο. Όχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά και οι πολυθρόνες, οι
καρέκλες που καθόμασταν, τα ποτήρια που πίναμε νερό, τα πιάτα του φαγητού, τα
παιχνίδια των παιδιών, τα ποδήλατα, οι καρποί των δέντρων… τίποτε απολύτως
τίποτε δε βρισκόταν στον πραγματικό του ιδιοκτήτη.
Τι μπορεί να καταλάβει ένα παιδί από φυλή, πόλεμο και
πλιάτσικο…
Όμως δεν είχαμε καμιά επιλογή να μην καταλάβουμε, αφού
μπροστά μας, πίσω μας, δεξιά και αριστερά μας, όλα φώναζαν την πικρή αλήθεια. Δεν
ήταν δυνατό να μην συνειδητοποιήσουμε την παράξενη κατάσταση μέσα στην οποία
ζούσαμε. Τελικά η ίδια η μνήμη αλλά και η ίδια η ζωή μέσα στην πραγματικότητά
της σχηματοποίησαν και την αντιμετώπιση της αλήθειας από εμένα.
Ένας χώρος που σου απαγόρευε να πας στη δίπλα γειτονιά,
περικυκλωμένος από συρματοπλέγματα, σπίτια εγκαταλελειμμένα και άλλα που στους
τοίχους ήταν ακόμα οι φωτογραφίες των πραγματικών τους ιδιοκτητών. Από την
άλλη, στο σκοτάδι της νύχτας να βλέπεις τα φώτα από τα οποία τελικά να
μαθαίνεις ότι πρόκειται για το νότιο κομμάτι της πατρίδας σου, στο οποίο
απαγορεύεται να πας.
Για αυτό ακριβώς το λόγο δεν είχες επιλογή, η αλήθεια
ολόγυμνη στεκόταν μπροστά σου.
Όπως θα έχετε καταλάβει είμαι και εγώ ένα παιδί
οικογένειας προσφύγων. Η οικογένεια μου ήρθε αντιμέτωπη πολλές φορές με την
τραγική και πικρή πραγματικότητα του πολέμου. Προσφυγοποιήθηκε όχι μια, αλλά
τρεις φορές. Μέλη της οικογένειας μου υπήρξαν αιχμάλωτοι, έχασαν τις περιουσίες
τους, έχασαν ουσιαστικά τα πάντα και αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στα βόρεια
της Κύπρου χωρίς καν να αποχαιρετήσουν τους ανθρώπους με τους οποίους έζησαν μαζί
για τόσα χρόνια.
Μεγάλωσα λοιπόν σε μια τέτοια οικογένεια. Από τα παιδικά
μου χρόνια έμαθα τι σημαίνει πόλεμος, ανέπτυξα την προσωπικότητά μου βλέποντας
για χρόνια τους δικούς μου να προσπαθούν να ξαναχτίσουν τη ζωή που τους
έκλεψαν.
Αυτή η συνειδητοποίηση με συνέδεσε με την αριστερή
ιδεολογία ήδη από τα χρόνια της λυκειακής μου εκπαίδευσης. Ως ένας προοδευτικός
και πατριώτης άνθρωπος έλαβα μέρος σε πολλές δραστηριότητες με στόχο την
επανένωση της μητέρας πατρίδας μου, της Κύπρου. Προσπάθησα να γνωριστώ με τους
ανθρώπους που ζούσαν στο νότιο μέρος της Κύπρου, αυτούς που η πλειοψηφία έβλεπε
ως «άλλους». Προσπάθησα να τους κατανοήσω και να ζήσω μαζί τους, να καλλιεργήσω
τη συμπόνια.
Οι αντιλήψεις μου που σχηματοποιήθηκαν στα χρόνια που
ήμουν μαθητής λυκείου, αναπτύχθηκαν περαιτέρω στα χρόνια του Πανεπιστημίου και
στην ένταξη μου σε πολιτικό κόμμα. Από τα 19 μου χρόνια ανέλαβα διάφορα
καθήκοντα στο Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα. Στα 20 μου χρόνια ανέλαβα
πρόεδρος της οργάνωσης νεολαίας του κόμματος. Οι εμπειρίες που έζησα και οι
γνώσεις που απέκτησα σε αυτό το πλαίσιο, με βοήθησαν να αναπτύξω περαιτέρω την
ιδεολογική μου στάση. Πέραν από τις κομματικές δραστηριότητες συμμετείχα και σε
άλλες δράσεις εθελοντικών οργανώσεων. Ως ένα άτομο που απέκτησα σημαντική
εμπειρία τόσο πριν όσο και μετά το δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανναν με στόχο την
επανένωση της Κύπρου, της μητέρας πατρίδας μας, κατανόησα ότι το Κυπριακό
πρόβλημα δεν μπορεί να επιλυθεί μόνο στο τραπέζι των συνομιλιών.
Απελευθερωμένοι από την επιρροή του δηλητήριου των
επίσημων ιδεολογιών των δύο πλευρών, πιστεύω ότι πρέπει να αντιμετωπίσουμε το
γεμάτο πόνο παρελθόν μας, να ζητήσουμε συγγνώμη εκ μέρους των κοινοτήτων μας,
να ζορίσουμε τα όρια του διαχωρισμού που μας επέβαλαν και να οικοδομήσουμε την
κοινή μας ζωή χωρίς να περιμένουμε τη «λύση». Εφόσον η σημαντικότερη μας
κληρονομιά, αυτή που μπορεί να μας κρατήσει μαζί, είναι η κοινή ζωή και
κουλτούρα των κοινοτήτων που έζησαν για αιώνες στην Κύπρο, τότε δε θα πρέπει να
επιτρέψουμε στα εθνικιστικά και μιλιταριστικά δόγματα να συνεχίσουν το διχασμό
μας.
Οι άνθρωποι που μιλούν ελληνικά ή τουρκικά, όπως και οι
άνθρωποι που μιλούν άλλες γλώσσες ή διαλέκτους στην Κύπρο, είναι συμπατριώτες
μας. Ίσως για μερικούς οι άνθρωποι αυτοί να είναι ο έρωτάς τους, για άλλους ο
επαγγελματικός τους συνέταιρος και για άλλους ο φίλος. Συναποτελούμε επομένως
ισότιμα άτομα με κοινό παρελθόν που οδεύουν προς το μέλλον. Η πιο σημαντική
απάντηση για το ποια είναι η Κύπρος στην οποία θέλω να ζήσω προς όλους αυτούς
που προσπάθησαν να παρουσιάσουν τους ανθρώπους της νότιας πλευράς της Κύπρου ως
«άλλους», είναι η κοινή ζωή που δημιούργησα εδώ και πάρα πολλή καιρό μαζί τους.
Κανένα άτομο δεν είναι υποχρεωμένο να υιοθετήσει την
ιδεολογία που επιβάλλει ένα κράτος. Δεν μπορεί να είναι αποδεκτό το ότι χωρίς
επιλογή μας υποχρεώνουν να αποδεχτούμε την ιδεολογία που συντηρεί το καθεστώς
στο βορρά. Δεν μπορεί να είναι αποδεκτό το ότι δεν αναγνωρίζουν ούτε το
δικαίωμα στη ζωή σε αυτούς που διαφωνούν με τη συγκεκριμένη ιδεολογία.
Είναι κωμικοτραγικό να ζητείται από εμένα να προετοιμαστώ
για πόλεμο ενάντια στους ανθρώπους με τους οποίους μοιράζομαι την ίδια ζωή.
Είναι την ίδια στιγμή μια ιδεολογική διεκδίκηση και εγώ δεν ανήκω σε αυτή την
ιδεολογία.
Η Κύπρος αποτελεί μια γεωγραφία, η οποία πλήρωσε πολύ
ακριβά τις συνέπειες του εθνικισμού και του μιλιταρισμού. Ακόμα και σήμερα
γίνονται έρευνες για να ανευρεθούν τα οστά των ανθρώπων μας που χάθηκαν πριν 40
και πριν 50 χρόνια. Η γεωγραφία στην οποία ζούμε, τα χώματα που πατούμε, κάθε γωνιά
αυτού του τόπου, έχει το κορμί κάποιου συμπατριώτη μας, είτε μιλούσε ελληνικά
είτε τουρκικά. Υπάρχουν ακόμα συνάνθρωποι μας που περιμένουν έστω και για ένα
τάφο για τα παιδιά και τους συζύγους τους. Μόλις πρόσφατα ανευρέθηκαν τα οστά
του Αντρέα, βρέφος 6 μηνών. Ανάμεσα μας υπάρχουν οι γυναίκες μας που έζησαν τη
φρίκη του βιασμού από τον μιλιταρισμό. Ακόμα μέχρι και σήμερα δε ζητήθηκε μια
συγγνώμη από τους συνανθρώπους μας που έχασαν τη ζωή τους και την αξιοπρέπεια
τους. Δεν είναι λοιπόν επιλογή να ζήσουμε μια ζωή θάβοντας όλες αυτές τις
αλήθειες στις συνειδήσεις μας. Δεν είναι επιλογή να ζήσουμε μια ζωή παραιτημένη έτσι όπως μας δίδαξαν.
Η ευθύνη για όσα ζήσαμε ανήκει στον εθνικισμό και στο
μεγαλύτερο του όπλο που είναι ο μιλιταρισμός. Ως άτομο, αυτό είναι κάτι που
ούτε μπορώ να το αποδεχτώ, αλλά ούτε και η συνείδησή μου επιτρέπει να το
εγκρίνω. Ως ένα άτομο μιας γενιάς που γεννήθηκε και μεγάλωσε με το Κυπριακό
πρόβλημα, πιστεύω ότι στη βάση όλων όσων ζήσαμε, όπως ακριβώς συμβαίνει και σε
άλλες περιοχές του κόσμου μας, υπάρχουν οι ανταγωνισμοί εξουσίας που
διαχωρίζουν τους ανθρώπους σε φυλές, σε γλώσσες, σε θρησκείες, σε φύλα και
σεξουαλικούς προσανατολισμούς, με στόχο την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων
πολιτικών.
Σε αυτό το παιχνίδι των όπλων και του πολέμου που στήνουν
όσοι έχουν την πολιτική ισχύ, στο σημερινό μας κόσμο που οι άνθρωποι μετρούνται
με στατιστικές και δείκτες και που μετατρέπονται σε ασήμαντες υπάρξεις, θεωρώ
ότι όσοι υιοθετούν τις αξίες της Αριστεράς θα πρέπει να δώσουν ιδιαίτερη
σημασία στη συγκρότηση του αντιμιλιταρισμού.
Διότι μια ιδέα από τη στιγμή που συναντιέται με το κράτος
και το όπλο, αποτελεί κίνδυνο για την ανθρωπότητα. Είναι απειλή ενάντια στη
ζωή. Δεν πιστεύω ότι τα όπλα μπορούν να επιλύσουν προβλήματα είτε σε μια
κοινωνία, είτε μεταξύ κοινωνιών.
Όπου υπάρχει πόλεμος, αλλά και όπου υπάρχει προετοιμασία
για πόλεμο και συνεπώς οι στρατιωτικοί θεσμοί και η δραστηριότητά τους, εκεί
υπάρχει ταυτόχρονα μια αντίληψη που δεν υπολογίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και
τις ελευθερίες. Εκεί υπάρχει βία και ανισότητα.
Για αυτούς ακριβώς τους λόγους πιστεύω ότι η υποστήριξη
της ειρήνης, η εναντίωση στον μιλιταρισμό και στα απάνθρωπα αποτελέσματα που
προκαλεί, είναι πάνω από όλα ένα καθήκον για την ανθρωπότητα.
Είμαστε άλλωστε ζωντανοί μάρτυρες της καταστροφής που
προκαλούν οι πόλεμοι, ειδικά στην Κύπρο και στη Μέση Ανατολή, αλλά και
γενικότερα σε κάθε μέρος του πλανήτη. Ενώ η κατάσταση είναι αυτή, η μη αποδοχή
εκ μέρους μου να συμμετέχω σε ένα στρατό που υπηρετεί ή και προετοιμάζεται για
πόλεμο, που διδάσκει πώς να σκοτώνεις ένα άνθρωπο, δεν αποτελεί «προδοσία»
ενάντια στην πατρίδα. Είναι υπηρεσία υπέρ της ανθρωπότητας.
Όπως θα έχετε καταλάβει, ενώ η στρατιωτική θητεία
παρουσιάζεται σε μένα ως «καθήκον», εγώ θεωρώ «καθήκον» μου να εναντιωθώ στο
μιλιταρισμό. Η Διοίκηση των Δυνάμεων Ασφαλείας, όπως και όλοι οι στρατοί στον
κόσμο, είναι ένας θεσμός που προετοιμάζεται για πόλεμο με τη δικαιολογία της
ασφάλειας ή/και της άμυνας. Όμως εγώ είναι υπέρ την προετοιμασιών για την ειρήνη, τόσο στην πατρίδα μου, όσο και σε
όλο τον κόσμο.
Οι στρατιωτικοί θεσμοί τόσο στα βόρεια, όσο και στα νότια
της Κύπρου αξιολογούν τους ανθρώπους που ζουν στην άλλη πλευρά ως προοπτικά
«εχθρούς» και προετοιμάζονται εναντίον τους. Εγώ όμως είμαι ένα άτομο που ζω με
αυτούς τους ανθρώπους, που δουλεύω μαζί τους, που αγωνίζομαι μαζί τους τόσο για
την κοινή μας πατρίδα, όσο και για ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Οι στρατιωτικοί θεσμοί εξυψώνουν το έθνος τους με τους
κώδικες του αντρισμού, όμως εγώ πιστεύω στην αδελφοσύνη όλων των ανθρώπων χωρίς
να τους διαχωρίζω με βάση τη φυλή, τη γλώσσα που μιλούν, τη θρησκεία στην οποία
πιστεύουν.
Εν συντομία, όπως θα έχετε καταλάβει, είναι ξεκάθαρες οι
ιδεολογικές, πνευματικές και συνειδησιακές μου διαφωνίες ειδικά με τις Δυνάμεις
Ασφαλείας της Τουρκοκυπριακής κοινότητας και γενικά με τον μιλιταρισμό.
Απορρίπτω την προετοιμασία για πόλεμο εναντίον του
οποιουδήποτε ανθρώπου. Απορρίπτω τη συμμετοχή σε ένα στρατό που καλλιεργεί την
κουλτούρα της βίας, που δημιουργεί ένα καθεστώς ανισότητας. Απορρίπτω το
ενδεχόμενο να γίνω μέρος του πολέμου που αφαιρεί ζωές, που εξαναγκάζει τους
ανθρώπους στην προσφυγιά και τη μετανάστευση, που προκαλεί τόσα πολλά
προβλήματα στο περιβάλλον μας. Επαναλαμβάνω αυτό που είχαμε δηλώσει το
Δεκέμβριο του 2007 όταν δημιουργήσαμε την «Πρωτοβουλία Αντίρρησης Συνείδησης
στην Κύπρο»: Εναντιώνομαι στην παρουσίαση, στην επιβολή και την υιοθέτηση της
βίας ως μεθόδου επίλυσης προβλημάτων. Απορρίπτω ιδεολογικά και συνειδησιακά την
υποχρεωτική στρατιωτική θητεία που μου έχει επιβληθεί.
Θα ήθελα τέλος να ευχαριστήσω όλους τους φίλους μου, τους
συντρόφους, τους ακτιβιστές και τις οργανώσεις που ήταν, αλλά και που θα είναι αλληλέγγυοι
μαζί μου σε αυτό το δρόμο που ξεκίνησα λόγω του δικαιώματος να ακούσω τη φωνή της
συνείδησής μου.
Νουρί Σιλάϊ
Ιανουάριος, 2016