Χαιρετισμός του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Νίκου Αναστασιάδη στο Συνέδριο με τίτλο «Μονόδρομος η Αναπτυξιακή Μεταρρύθμιση»
Παρασκευή, 4 Ιουλίου 2014
Dear Ambassadors,
Πρόεδρε του Δημοκρατικού Συναγερμού,
εκπρόσωποι κομμάτων,
Κυρίες και Κύριοι,
Με ιδιαίτερη χαρά σας καλωσορίζω στο Συνέδριο, με θέμα την ανάπτυξη. Η επιλογή του χώρου για την πραγματοποίηση αυτού του συνεδρίου δεν είναι τυχαία.
Είναι η έμπρακτη έκφραση των προτεραιοτήτων της Κυβέρνησης.
Είναι η εκδήλωση της πολιτικής μας βούλησης, και της αποφασιστικότητας να εφαρμόσουμε ως κυβέρνηση τομές για να αλλάξουμε τη χώρα μας προς το καλύτερο.
Ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης, αλλά και των χρόνιων διαρθρωτικών προβλημάτων της κυπριακής οικονομίας, για πρώτη φορά από την τουρκική εισβολή η χώρα μας βίωσε τόσο επώδυνα τις συνέπειες της ύφεσης, της αρνητικής ανάπτυξης.
Της μείωσης δηλαδή των εισοδημάτων του λαού μας, της υψηλής ανεργίας, και της κοινωνικής δυστυχίας που αυτά συνεπάγονται. Η όσον το δυνατόν πιο γρήγορη επιστροφή στην ανάπτυξη, κατέστη έτσι ένας ακόμη συλλογικός, εθνικός στόχος.
Είναι σε όλους σας γνωστές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες αναλάβαμε τη διακυβέρνηση, όταν η χώρα βρισκόταν στα πρόθυρα συνολικής κατάρρευσης. Για πολλούς, η χρεοκοπία θεωρείτο δεδομένη και η έξοδος από το ευρώ αναπόφευκτη.
Όμως με σκληρή δουλειά, αποφασιστικότητα και συνέπεια σταθεροποιήσαμε την κατάσταση και αρχίζουμε να κτίζουμε από τα συντρίμμια την κυπριακή οικονομία.
Σε αντίθεση με αυτό που πολλοί προεξοφλούσαν, η Κύπρος στάθηκε στα πόδια της. Σε συνθήκες βαθύτατης κρίσης, χωρίς καθόλου πόρους στα κρατικά ταμεία, με σκληρή δουλειά και συνέπεια σταθεροποιήσαμε την κατάσταση.
Δώσαμε πολεοδομικά, φορολογικά κίνητρα για νέες αναπτύξεις.
Διεκδικήσαμε και καταφέραμε σημαντική αύξηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων.
Αξιοποιήσαμε τα διαθέσιμα ευρωπαϊκά κονδύλια, δημιουργώντας νέα προγράμματα, για την προσωρινή, έστω, ανακούφιση των ανέργων, των νέων και των νοικοκυριών.
Κινηθήκαμε τάχιστα στον Τουρισμό, συνάπτοντας συμφωνίες που αύξησαν το τουριστικό ρεύμα στην Κύπρο.
Συνάψαμε συμφωνίες για να αποκτήσουμε πρόσθετα εργαλεία ρευστότητας από φορείς, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, με σκοπό να δώσουμε μια ανάσα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Κάναμε όλα τα αναγκαία βήματα για τη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Καταργήθηκαν γρηγορότερα απ’ ό,τι αναμενόταν οι εσωτερικοί περιορισμοί και το τραπεζικό σύστημα επανακτά και αυτό τη διεθνή του αξιοπιστία.
Πετύχαμε τέσσερις διαδοχικές θετικές αξιολογήσεις από την Τρόικα, αναβαθμίσεις από τους Οίκους Αξιολόγησης και την επιστροφή μας στις αγορές, τον πλέον αυστηρό κριτή, σε συντομότερο χρόνο από οποιοδήποτε άλλο κράτος που μπήκε σε πρόγραμμα.
Για ποια ανάπτυξη και ποια προοπτική ανάκαμψης θα μπορούσαμε να μιλούμε χωρίς να εξυγιάνουμε το χρηματοπιστωτικό μας σύστημα;
Αν με κάθε αξιολόγηση της Τρόικας επιβάλλονταν νέα σκληρά μέτρα λιτότητας, περικοπών και φορολογίες πώς θα μπορούσαμε να βγούμε στις αγορές για να δώσουμε μια ένεση ρευστότητας στην αγορά;
Σας διαβεβαιώνω ότι δεν προσπαθώ να δώσω μια ιδεατή εικόνα. Έχουμε επίγνωση των μεγάλων προβλημάτων που συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν οι συμπολίτες μας.
Η ανεργία παραμένει ψηλή. Σταθεροποιήθηκε, όμως, με κάποιες πτωτικές τάσεις, με την ελπίδα την καθοδική τάση.
Οι δημοσιονομικές επιδόσεις του κράτους ξεπέρασαν τις προβλέψεις της τρόικα. Τα δημοσιονομικά μας αποθέματα μας επιτρέπουν τώρα να επιχορηγήσουμε ένα σύγχρονο κράτος πρόνοιας και το Εγγυημένο Ελάχιστο Εισόδημα.
Αντισταθήκαμε στην επιβολή φόρου για τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και διατηρήσαμε ένα ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους πολίτες και για όσους επιλέγουν την Κύπρο για επενδύσεις.
Πριν ένα χρόνο κάποιοι προδίκαζαν το τέλος της Κύπρου ως κέντρο παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η Κύπρος εξέπληξε θετικά και αυτό είναι που αναγνωρίζει σήμερα ο διεθνής παράγοντας και ο ξένος τύπος. Η οικονομία άρχισε να δείχνει τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης.
Αυτά είναι κάποια μόνο από τα στοχευμένα μέτρα, ή τις σημαντικές πολιτικές, που οδήγησαν τη συγκράτηση της ύφεσης σε σημαντικά μικρότερο επίπεδο απ’ ό,τι όλοι προέβλεπαν.
Πολύ περισσότερο, ήταν αυτές οι πολιτικές που επέφεραν τη σταθερότητα. Και είναι αυτή η σταθερότητα που σήμερα δημιουργεί τα εχέγγυα για την αυριανή ανάπτυξη.
Κτίσαμε, σε αυτό τον ενάμιση χρόνο, τα αναγκαία θεμέλια στα οποία μπορούμε να στηρίξουμε τη νέα αναπτυξιακή μας πολιτική.
Αναγνωρίζουμε, όμως, ότι η ανάπτυξη, για να έχει διάρκεια, θα πρέπει να στηριχθεί σε πιο στέρεες και πιο υγιής βάσης απ’ ό,τι σήμερα.
Αν δεν κτίσουμε αυτές τις βάσεις και σε επίπεδο μικροοικονομίας τότε το τι επιτύχαμε σήμερα δεν θα έχει το αντίστοιχο αποτέλεσμα.
Περνούμε λοιπόν σήμερα, στο δεύτερο, αλλά αναγκαίο στάδιο.
Όταν στις προεκλογικές εξαγγελίες μας θέσαμε ψηλά στις προτεραιότητες μας τη μεταρρύθμιση της οικονομίας, ο στόχος μας ήταν να τα αντιμετωπίσουμε τα δομικά της προβλήματα με τον καλύτερο τρόπο.
Όταν θέσαμε την αναγκαιότητα δημιουργίας Υφυπουργείου Ανάπτυξης, σκοπός μας ήταν να προβούμε σε μια διαρθρωτική μεταρρύθμιση που θα άλλαζε τον αναπτυξιακό χαρακτήρα της Κύπρου. Να θέσουμε όλες τις αρμοδιότητες των κυβερνητικών τμημάτων που έχουν σχέση με την ανάπτυξη κάτω από ένα κεντρικό φορέα για να γίνουμε πιο αποτελεσματικοί.
Δυστυχώς όμως, μας πρόλαβαν τα γεγονότα, η ολική αποσταθεροποίηση της οικονομίας, η κρίση. Μια κρίση που ανέδειξε παράλληλα, και με τον πιο έντονο τρόπο, τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα, τις παθογένειες του ίδιου του συστήματος που παρεμποδίζουν τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Αναγνωρίζω ότι υπάρχει κάποιο αίσθημα δυσπιστίας, ίσως και καχυποψίας ότι θα μείνουμε τάχα στις εξαγγελίες. Η ίδια καχυποψία υπήρχε και πριν ένα χρόνο, ότι θα αποτυγχάναμε στην εφαρμογή του προγράμματος και θα οδηγούμασταν σε δεύτερο και τρίτο μνημόνιο. Θα δουλέψουμε με την ίδια μεθοδικότητα και την ίδια αποφασιστικότητα και πείσμα για να επιτύχουμε και σε αυτή την προσπάθεια.
Τώρα, όμως, είμαστε πια σε θέση να αλλάξουμε την ατζέντα. Να συζητήσουμε για το αύριο. Να θέσουμε ως στόχο να αλλάξουμε όλο το πλαίσιο που διέπει την ανάπτυξη. Αυτό δεν θα είναι μια μηχανική διαδικασία. Θα είναι το αποτέλεσμα μιας κοπιώδους προσπάθειας για να καταστεί η χώρα μας ελκυστική στις επενδύσεις, ξένες και ντόπιες.
Η φιλοσοφία της πολιτικής μας είναι η απενοχοποίηση της επιχειρηματικότητας και των επενδύσεων. Αν δεν έλθουν, ή αν δεν μείνουν οι επιχειρήσεις και οι επενδύσεις στην Κύπρο θα πάνε αλλού μαζί με τις θέσεις εργασίας που προσφέρουν.
Είναι η δημιουργία ενός ελκυστικού προς τη διεθνή και εγχώρια επιχειρηματική κοινότητα περιβάλλοντος.
Μπορεί οι επενδύσεις να εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, όπως το σταθερό χρηματοπιστωτικό σύστημα, το φορολογικό καθεστώς, το ικανό ανθρώπινο δυναμικό, τη γεωγραφική θέση της χώρας, το σύστημα επικοινωνιών, τις συνθήκες ζωής και άλλα. Όλα αυτά είναι συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχει η Κύπρος έναντι άλλων ανταγωνιστικών κρατών.
Για να επιτύχουμε, όμως, πέρα από τα πλεονεκτήματα, πρέπει να διαγνώσουμε, να αναγνωρίσουμε και να επιλύσουμε και τα προβλήματα. Όπως καταδεικνύουν μελέτες, η Κύπρος μειονεκτεί σε ό,τι αφορά το δομικό και θεσμικό πλαίσιο που διέπει το φάσμα της ανάπτυξης. Υστερεί σε σημαντικούς δείκτες που αφορούν την ανταγωνιστικότητα και την ‘ευκολίαν του επιχειρείν’.
Επιβάλλεται μια ριζική μεταρρύθμιση που όχι μόνο θα διορθώσει τα εν λόγω προβλήματα αλλά θα τα μετατρέψει και αυτά, σε θεσμικά πλεονεκτήματα για τη χώρα.
Μια μεταρρύθμιση που θα αφορά το σχεδιασμό, τους νόμους και τους κανονισμούς που άπτονται της υλοποίησης αναπτύξεων και της δημιουργίας και λειτουργίας των επιχειρήσεων.
Τόσο για ξένους όσο και για Κυπρίους επενδυτές. Τόσο για τις μεγάλες αναπτύξεις όσο και για τις Μικρές και Μεσαίες επιχειρήσεις που όντως αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της Κυπριακής οικονομίας. Που παρέχουν τις καλύτερες προοπτικές για αύξηση στην απασχόληση και στο εισόδημα.
Τίποτα μεγάλο και σημαντικό δεν μπορεί να επιτευχθεί εάν προωθούμε αποσπασματικές και αστόχευτες δράσεις ή μέτρα.
Χρειαζόμαστε ένα ολοκληρωμένο σχεδιασμό. Χρειαζόμαστε μια Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική. Σύγχρονη, μακροχρόνια και ολοκληρωμένη. Μια Στρατηγική που θα καθορίζει τι πρέπει να γίνει και πώς και τι θα αποδώσει τα επόμενα χρόνια.
Που θα στοχεύει στην απελευθέρωση της επιχειρηματικότητας από τα δεσμά της γραφειοκρατίας μέσα από την απλούστευση της δαιδαλώδους διαδικασίας εξασφάλισης αδειών, την κατάργηση αχρείαστων και αναχρονιστικών κανονισμών, και την απλοποίηση του κανονιστικού πλαισίου.
Που θα ενσωματώνει την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, και θα περιλαμβάνει ένα φορέα, που θα εξυπηρετεί τάχιστα και αποτελεσματικά τόσο τους Κύπριους όσο και τους ξένους επενδυτές.
Που θα περιλαμβάνει όμως και, κάτι για το οποίο κανένας μέχρι σήμερα δεν έχει αναφερθεί. Ένα σύγχρονο και ολοκληρωμένο Στρατηγικό Σχέδιο Ανάπτυξης.
Ένα επιστημονικό Σχέδιο που θα αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας, και θα λαμβάνει υπόψη τις εξελίξεις που συμβαίνουν τόσο σε διεθνές επίπεδο, αλλά ειδικότερα σε ό,τι αφορά χώρες που θεωρούνται ανταγωνιστικές.
Που θα αποτυπώνει το πού θέλουμε να βρίσκεται η χώρα μας σε μερικά χρόνια. Ποιοι τομείς της οικονομίας μπορούν να προσφέρουν θέσεις εργασίας και πόσες. Ποιοι κλάδοι μπορούν να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Κύπρο του αύριο και πιο σημαντικά, πώς.
Γνωρίζουμε ότι το όλο εγχείρημα είναι δύσκολο και χρειάζεται πολλή δουλειά. Το σημερινό συνέδριο μας αποτελεί το εναρκτήριο λάκτισμα αυτής της μεγάλης προσπάθειας. Μιας προσπάθειας τον σχεδιασμό της οποίας, μέχρι το Σεπτέμβριο ανέλαβε η ίδια η Προεδρία, με τον Υφυπουργό παρά τω Προέδρω κ. Κωνσταντίνο Πετρίδη και τους συνεργάτες του, σε συνεργασία πάντα με όλους τους αρμόδιους κρατικούς φορείς.
Βεβαίως, η προσπάθεια δεν αφορά μόνο την Κυβέρνηση και δεν μπορεί να ολοκληρωθεί χωρίς τη συνεργασία όλων μας. Καλωσορίζω τους εκπροσώπους των κομμάτων, τους εκπροσώπους της επιχειρηματικής κοινότητας, και τα στελέχη του δημόσιου τομέα.
Προσδοκώ ότι θα έχουμε τη θετική συνεισφορά όλων σας. Η επίτευξη του στόχου της βιώσιμης ανάπτυξης, είναι μια συνεχής διαδικασία. Προϋποθέτει συνεργασία και συναντίληψη.
Κλείνοντας, θα ήθελα να εκφράσω τις ιδιαίτερες ευχαριστίες μου στη Βρετανική Ύπατη Αρμοστεία με την οποία συνδιοργανώνουμε το Συνέδριο αυτό. Ευχαριστώ επίσης, τους συμμετέχοντες ομιλητές από το Ηνωμένο Βασίλειο, την Παγκόσμια Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Κύπρο.