Ο Υπουργός Εσωτερικών κ. Σωκράτης Χάσικος
επιθυμεί να δηλώσει τα ακόλουθα αναφορικά με ανακοίνωση του Οργανισμού
Διεθνής Αμνηστία, ημερ. 18 Μαρτίου 2014, η οποία εμπεριέχει ανακρίβειες
και γενικόλογες αναφορές για θέματα μετανάστευσης και παροχής διεθνούς
προστασίας στην Κυπριακή Δημοκρατία:
«Το περιεχόμενο της ανακοίνωσης της Διεθνούς Αμνηστίας βασίζεται κατ΄επιλογήν των εκπροσώπων της σχεδόν αποκλειστικά στις πληροφορίες που οι εν λόγω εκπρόσωποι συνέλεξαν κατά την εδώ επίσκεψη τους από καταγγελίες Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ), αγνοώντας τις εξηγήσεις που δόθηκαν από κυβερνητικής πλευράς, και ως εκ τούτου τη θεωρούμε μονομερή και μη τεκμηριωμένη.
Δεν είναι αποδεκτό π.χ. ότι οι Αρχές κρατούν ως θέμα ρουτίνας για σκοπούς απέλασης εκατοντάδες μετανάστες και αιτητές ασύλου για παρατεταμένα χρονικά διαστήματα, εκμεταλλευόμενες μάλιστα το κοινοτικό δίκαιο με το να επιβάλλουν αυτόματη κράτηση χωρίς να εφαρμόσουν άλλα μέτρα, ή ότι κατά την επίσκεψη τους στη Μεννόγεια διαπίστωσαν ότι κρατούντο εννέα Σύριοι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες, ή ότι διαπίστωσαν παραβίαση του κοινοτικού δικαίου λόγω κράτησης μετανάστη για 22 μήνες.
Μόνο σε σχέση με τις ανωτέρω διαπιστώσεις, το Υπουργείο Εσωτερικών,
α) απορρίπτει κατηγορηματικά ότι κρατούνται για σκοπούς απέλασης αναγνωρισμένοι πρόσφυγες. Παρά το γεγονός ότι ο σχετικός νόμος επιτρέπει την απέλαση αναγνωρισμένου πρόσφυγα σε εξαιρετικές περιπτώσεις και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, από την έναρξη ισχύος του νόμου μόνο σε μία περίπτωση, πριν αρκετό διάστημα, επιδιώχθηκε τέτοια απέλαση. Προφανώς, οι εκπρόσωποι της Διεθνούς Αμνηστίας εξέλαβαν τους Σύριους κρατούμενους στη Μεννόγεια, των οποίων η απέλαση είναι παρεπόμενο καταδίκης σε φυλάκιση για ποινικό αδίκημα και για τους οποίους διερευνάται το ενδεχόμενο απομάκρυνσης τους σε χώρα άλλη από τη Συρία (λόγω της εκεί έκρυθμης κατάστασης), όπου βρίσκονται άλλα μέλη της οικογένειας τους για σκοπούς οικογενειακής επανένωσης, ως αναγνωρισμένοι πρόσφυγες.
β) απορρίπτει κατηγορηματικά ότι κρατούνται για σκοπούς απέλασης ως θέμα ρουτίνας αιτητές ασύλου. Τέτοια κράτηση, που με βάση και τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι νομικά επιτρεπτή, εφαρμόζεται μόνο σε μικρό αριθμό περιπτώσεων όπου οι αλλοδαποί έχουν ήδη καταστεί απαγορευμένοι μετανάστες, συνήθως κατόπιν καταδίκης τους σε φυλάκιση για ποινικά αδικήματα, και ενώ εκτίουν την ποινή τους ή μόλις εκδοθούν εναντίον τους διατάγματα απέλασης/κράτησης, υποβάλλουν αιτήσεις για διεθνή προστασία (οι οποίες κρίθηκαν ειρήσθω εν παρόδω στις πλείστες των περιπτώσεων, ως προδήλως αβάσιμες). Όμως κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί ότι η εξέταση τέτοιων αιτήσεων άρχισε να γίνεται και συνεχίζεται κατά προτεραιότητα και ταχύρυθμα από την Υπηρεσία Ασύλου. Σε περίπτωση που η αίτηση είναι βάσιμη και δοθεί στον αιτητή διεθνής προστασία ή παραμονή για ανθρωπιστικούς λόγους, τότε η κράτηση του τερματίζεται και ταυτοχρόνως του παραχωρούνται όλα τα δικαιώματα που αναγνωρίζει ο νόμος στους δικαιούχους διεθνούς προστασίας. Επιπρόσθετα, καθίσταται σαφές ότι υπάρχει συνεχής επικοινωνία μεταξύ Υπηρεσίας Ασύλου και Τμήματος Αρχείου και Πληθυσμού και Μετανάστευσης για να διαπιστωθεί αν η κράτηση οποιουδήποτε αλλοδαπού ο οποίος αιτήθηκε διεθνούς προστασίας, είναι νομικά επιτρεπτή. Αν διαπιστωθεί ότι δεν είναι, τότε αποφασίζεται η απόλυση του αιτητή από την κράτηση.
γ) απορρίπτει κατηγορηματικά ότι επιβάλλεται αυτόματη κράτηση χωρίς την εφαρμογή άλλων μέτρων, δεδομένου ότι προηγείται απόφαση επιστροφής πριν την έκδοση διαταγμάτων απέλασης/ κράτησης, και όχι μόνο μία φορά, με την οποίαν οι αλλοδαποί σπάνια συμμορφώνονται, και μόνο όταν εντοπισθούν τυχαία συλλαμβάνονται και κρατούνται πλέον για να καταστεί δυνατή η απομάκρυνση τους.
δ) απορρίπτει κατηγορηματικά τη διαπίστωση παραβίασης του κοινοτικού δικαίου λόγω κράτησης για 22 μήνες για σκοπούς απέλασης, δεδομένου ότι η κράτηση περιορίζεται από το κοινοτικό δίκαιο στους 18 μήνες στις περιπτώσεις των αλλοδαπών που εισέρχονται ή παραμένουν παράνομα σε κράτος μέλος. Εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της σχετικής Οδηγίας για Επιστροφές οι αλλοδαποί των οποίων η απέλαση είναι συνέπεια ποινικής καταδίκης. Προφανώς, κράτηση πέραν των 18 μηνών πρέπει να αφορούσε σε καταδικασθέντα και μάλιστα για σοβαρό ποινικό αδίκημα, για να διατηρηθεί τέτοιο διάστημα μέχρι να καταστεί δυνατή η απέλαση.
Για το θέμα της κράτησης μητέρων το Υπουργείο Εσωτερικών έχει κατ’ επανάληψη εκφράσει δημόσια τις θέσεις του, ακόμα και πολύ πρόσφατα, και δεν θεωρεί αναγκαίο να τις επαναλάβει εκ νέου. Να επαναλάβουμε, όμως, για πολλοστή φορά, ότι σε καμία περίπτωση δεν θα επιχειρείται σύλληψη και των δύο γονιών. Στην περίπτωση, όμως, που επιβάλλεται να συλληφθούν και οι δύο, θα πρέπει προηγουμένως να διασφαλιστεί το βέλτιστο συμφέρον του ανήλικου τέκνου, με τη συνδρομή των κοινωνικών υπηρεσιών του Κράτους. Προς διασφάλιση των πιο πάνω, συνήλθε προσφάτως Διυπουργική Επιτροπή, αποτελούμενη από τους Υπουργούς Εσωτερικών κ. Σωκράτη Χάσικο, Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης κ. Ιωνά Νικολάου και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κα Ζέτα Αιμιλιανίδου και λήφθηκαν και σχετικές αποφάσεις.
Τέλος, αναφέρουμε ότι, γενικά, το Υπουργείο Εσωτερικών επιφυλάσσεται να τοποθετηθεί επισταμένα επί του θέματος, όταν θα έχει την πλήρη έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας».