Ο Υπουργός Συγκοινωνιών και Έργων κ. Τάσος
Μητσόπουλος είχε σήμερα στο γραφείο του συνάντηση με αντιπροσωπεία της
ΣΗΔΗΚΕΚ – ΠΕΟ με τη συμμετοχή και υπηρεσιακών παραγόντων.
Μιλώντας στους δημοσιογράφους μετά τη συνάντηση ο κ. Υπουργός είπε τα εξής: «Με τους φίλους από την ΣΗΔΗΚΕΚ – ΠΕΟ είχαμε μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα και γόνιμη ανταλλαγή απόψεων. Επικεντρωθήκαμε σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με την ανάπτυξη της λιμενικής βιομηχανίας και των λιμενικών υποδομών στον τόπο και έχουμε καταγράψει τους προβληματισμούς αναφορικά με το ζήτημα της ιδιωτικοποίησης.
Έχουμε επεξηγήσει ότι η διαδικασία αυτή θα πρέπει να γίνει με διαφάνεια, με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων στη λιμενική βιομηχανία φορέων και, εν πάση περιπτώσει, στόχος πάντοτε μέσα από αυτή τη διαδικασία της έρευνας και της μελέτης είναι να υιοθετήσουμε εκείνα τα μοντέλα τα οποία θα βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα των κυπριακών λιμανιών και θα αυξήσουν τα έσοδα για το κυπριακό κράτος. Όσον αφορά το λιμάνι της Λάρνακας έχω επεξηγήσει για ποιους λόγους κρίθηκε αναγκαίο να δοθεί μια τελευταία παράταση στην ισχύ των προσφορών προκειμένου ακριβώς το διάστημα των επόμενων τριών μηνών να μελετηθούν οι εναλλακτικές επιλογές που το κράτος έχει μπροστά του.
Όσον αφορά τον τομέα των τηλεπικοινωνιών έγινε μια πολύ καλή συζήτηση με την παρουσία εκπροσώπων από τον Ρυθμιστή Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, έχοντας πάντα κατά νου πώς θα διαφυλάξουμε τα καλώς νοούμενα συμφέροντα του Κύπριου πολίτη, του Κύπριου καταναλωτή, μέσα βεβαίως από τη στήριξη της ευρωστίας των ημικρατικών οργανισμών».
Σε ερώτηση δημοσιογράφου για την παράταση που δόθηκε στο συμβόλαιο για το λιμάνι της Λάρνακας, ο κ. Μητσόπουλος απάντησε: «Μέχρι στιγμής, όπως γνωρίζετε, υπήρξε μια αδυναμία εκ μέρους της αναδόχου εταιρείας να εξεύρει χρηματοδότη για την έναρξη των κατασκευαστικών έργων. Από πλευράς της εταιρείας έχει ειπωθεί ότι γίνονται κάποιες συντονισμένες προσπάθειες για την εξεύρεση χρηματοδότησης από επενδυτικά ταμεία του εξωτερικού και για τον λόγο αυτό έχει ζητηθεί η παράταση στην ισχύ των προσφορών.
Από τη δική μας πλευρά, αναμένουμε η εταιρεία να έλθει με ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα δράσης και με ένα συγκεκριμένο και δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των υποχρεώσεων της. Ταυτόχρονα, ωστόσο, διερευνούμε τα εναλλακτικά σενάρια τα οποία θα πρέπει να υλοποιήσουμε ή να επιλέξουμε στην περίπτωση κατά την οποία η επιτυχούσα κοινοπραξία δεν θα μπορέσει να εξεύρει χρηματοδότη. Αν η εταιρεία μας πει ότι αδυνατεί να εξεύρει χρηματοδότη θα χάσει το συμβόλαιο».
Ο Γενικός Γραμματέας της ΣΗΔΗΚΕΚ – ΠΕΟ κ. Αντώνης Νεοφύτου δήλωσε τα εξής: «Είχαμε ζητήσει τη συνάντηση με τον κ. Υπουργό για να θέσουμε κάποια «καυτά» θέματα. Είχε την καλοσύνη να μας δεχθεί και είχαμε έναν πολύ εποικοδομητικό διάλογο. Το πρώτο θέμα που θέσαμε είναι εκείνο των ιδιωτικοποιήσεων. Εν όψει οικονομικής κρίσης και μνημονίου, σαν ΣΗΔΗΚΕΚ – ΠΕΟ θεωρούμε ότι είναι η χειρότερη στιγμή για να ιδιωτικοποιήσουμε ημικρατικούς οργανισμούς στρατηγικής σημασίας, γι’ αυτό θα πρέπει να αποφευχθεί το δόσιμο του πλούτου που έχει συσσωρευθεί για τον λαό μας στον οποιονδήποτε ιδιώτη. Η οποιαδήποτε προσπάθεια θα πρέπει να γίνει με διάλογο. Θεωρούμε ότι θα πρέπει να προστατεύσουμε τον δημόσιο πλούτο, θα πρέπει να προστατεύσουμε τους οργανισμούς οι οποίοι είναι μοχλοί ανάπτυξης, ιδιαίτερα σ’ αυτή τη δύσκολη περίοδο. Ένα άλλο θέμα που θέσαμε στον κ. Υπουργό είναι εκείνο του λιμανιού και της μαρίνας της Λάρνακας. Φαίνεται ότι ο ιδιώτης επενδυτής ο οποίος έχει αναλάβει την προσφορά αδυνατεί να προχωρήσει στην ανάπτυξη του λιμανιού της Λάρνακας με τον τρόπο που έχει συμφωνηθεί. Έχει δοθεί μια νέα παράταση τριών μηνών. Εμείς θεωρούμε ότι αυτόν τον ρόλο στις σημερινές συνθήκες για την ανάπτυξη του λιμανιού της Λάρνακας, μπορεί και θα πρέπει να τον αναλάβει η Αρχή Λιμένων Κύπρου. Επίσης συζητήσαμε τα θέματα ρύθμισης τηλεπικοινωνιών. Έχουμε αναπτύξει ένα διάλογο και έχουμε θέσει τις απόψεις μας ως προς τον τρόπο που ρυθμίζονται οι τηλεπικοινωνίες ώστε να μη λειτουργεί σε βάρος της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου και να μην δίνει πλεονεκτήματα στον ιδιωτικό τομέα. Πιστεύουμε ότι η ρύθμιση θα πρέπει να γίνει με τρόπο που θα συμβάλλει στην ανάπτυξη του τόπου και στην εισαγωγή υπηρεσιών και τεχνολογιών που θα λειτουργήσουν προς όφελος της κοινωνίας και των καταναλωτών.