Με
ψυχική ανάταση και εθνική περηφάνια γιορτάζουμε και πάλι, οι όπου γης
Έλληνες, τις εθνικές μας επετείους της 25ης Μαρτίου 1821 και της 1ης
Απριλίου 1955.
Μαζευτήκαμε και φέτος εδώ, πολλά χρόνια μετά από την
ιστορική εκείνη μέρα που σημάδεψε ανεξίτηλα έναν ολόκληρο λαό, για να
τιμήσουμε για άλλη μια φορά αυτούς που με τη θυσία τους δόξασαν τον Θεό
που λάτρευσαν, αυτούς που κατάμουτρα έφτυσαν τον Χάρο, έκαναν περήφανη
τη μάνα που τους γέννησε, τίμησαν το ομορφότερο ιδανικό της λευτεριάς
και ερωτεύτηκαν με έναν έρωτα μεγάλο - αληθινό την ωραιότερη μάνα του
κόσμου, τη μάνα που τόσο πολύ λάτρεψαν, την Ελλάδα μας.
Μαζευτήκαμε σήμερα εδώ για να αποτίσουμε ελάχιστο φόρο
τιμής σ’ εκείνους που τίμησαν την πατρίδα με το αίμα τους. Στη γενιά που
σήκωσε το λάβαρο της επανάστασης στην Αγία Λαύρα. Στη γενιά που χόρεψε
το χορό του Ζαλόγγου. Στη γενιά που περήφανα ανέβηκε τα σκαλιά της
αγχόνης για να χαρίσει στην Κύπρο μας τη λευτεριά της.
Σήμερα, οι ιερές σκιές των εθνομαρτύρων υπερίπτανται σε
αυτό το προσκλητήριο της μνήμης για να παραστούν και να μας
ενδυναμώσουν. Παρά τους αγώνες και τις θυσίες επώνυμων και ανώνυμων
ηρώων της Ελλάδας και της Κύπρου που έδωσαν τη ζωή τους αγωνιζόμενοι για
την ελευθερία ή θυσιαζόμενοι στον βωμό του καθήκοντος, η πατρίδα μας
βρίσκεται και σήμερα σε έναν δύσκολο αγώνα.
Τιμούμε αυτές τις μέρες την 25η Μαρτίου και την 1η
Απριλίου, τον αγώνα των ελεύθερων Ελλήνων κατά της Τουρκοκρατίας, τον
αγώνα της ΕΟΚΑ κατά των Άγγλων αποικιοκρατών, τους πλουσιότερους αγώνες
των απανταχού Ελλήνων. Πλουσιότεροι γιατί ο πλούτος ενός αγώνα κρίνεται
από τις ιδέες που τον εμπνέουν. Και τους αγώνες αυτούς τους ενέπνευσαν
μεγάλα ιδανικά και μεγάλες μορφές. Ο Κολοκοτρώνης, ο Ρήγας Φεραίος, ο
Μιαούλης, η Μπουμπουλίνα, ο Αυξεντίου, ο Μάτσης, ο Καραολής. Τους
ενέπνευσαν το αθάνατο κρασί του ’21 και η μεγάλη αθάνατη Ελλάδα.
Στα μαρμαρένια αλώνια της τιμής και της εθνικής
αξιοπρέπειας, τον χάρο, τα παλικάρια της επανάστασης του ‘21 και της
ΕΟΚΑ, δεν τον πολεμούν μόνοι τους. Από τις Θερμοπύλες, μαζί τους είναι
οι 300 Σπαρτιάτες του Λεωνίδα. Από την πύλη του Αγίου Ρωμανού, στο
πλευρό τους πολεμά το ακέφαλο κορμί του Κωνσταντίνου. Μαζί τους, σ’
αυτόν τον άνισο αγώνα, η Παναγιά. Όλη η ελληνική ιστορία, με τη δόξα
της, με το πάθος της, είναι εδώ, στα ίδια αλώνια, μαζί με τους τσολιάδες
και την ΕΟΚΑ.
Το 1821 ήταν μια εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση. Έτσι
λοιπόν το κήρυγμα του Ρήγα «καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα
χρόνια σκλαβιά και φυλακή» βρήκε τελικά έκφραση και δικαίωση εκείνη την
άνοιξη του 1821. Κι εκεί που πριν ήταν όλα «σιωπηλά, γιατί τα ‘σκιαζε η
φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά», του λυτρωμού η φλόγα εθέριεψε κι
απλώθηκε σε Ρούμελη και σε Μοριά, σε θάλασσα και σε στεριά, σ’ όλη τη
σκλαβωμένη Ελλάδα. Το ποτήρι είχε πια ξεχειλίσει. Κι έφτασε η ώρα, όπως
λέει και ο ποιητής, για να «λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση». Οι εξαθλιωμένοι
ραγιάδες, ο απλός και ταπεινός λαός, που υπέφερε τα πάνδεινα στα χρόνια
της σκλαβιάς, σμίγει με τους αρματολούς και κλέφτες που ήταν «η μαγιά
της λευτεριάς» κατά τον Μακρυγιάννη.
Συμπατριώτισσες και συμπατριώτες,
Όπως τίποτα δεν έρχεται από το πουθενά, το ίδιο ισχύει
και για τον μεγάλο ξεσηκωμό του 1821 που σίγουρα δεν ήταν ένα τυχαίο
γεγονός. Ήταν το ξέσπασμα του λαού που προετοιμάστηκε, εμπνεύσθηκε και
κινητοποιήθηκε από τους Έλληνες διαφωτιστές, τους δασκάλους του Γένους,
τον Ρήγα, τον Αδαμάντιο Κοραή, τους Φιλικούς και άλλους φωτισμένους
Έλληνες που τους θέρμαιναν την ψυχή το φιλελεύθερο ευρωπαϊκό πνεύμα της
εποχής και τα μηνύματα της Γαλλικής Επανάστασης για ελευθερία, ισότητα
και αδερφοσύνη.
Και δεν ήταν βέβαια αυτός ο αγώνας ένα εύκολο εγχείρημα.
Μόνοι και αβοήθητοι οι εξαθλιωμένοι ραγιάδες ανέλαβαν τον απελευθερωτικό
αγώνα χωρίς καμιά ξένη βοήθεια, με μόνες φωτεινές εξαιρέσεις τους
γνωστούς ξένους φιλέλληνες που βοήθησαν όσο μπορούσαν την ελληνική
εθνεγερσία.
Με φάρο τους ήρωες του ‘21 έσυραν και οι νέοι της Κύπρου
εκεί που τους καλούσε η ΕΟΚΑ και η φυσική τους μάνα, η Ελλάδα. Και
ξαφνικά, αυτή η ανήσυχη ηρεμία σπάζει, ξημερώματα της 1ης Απριλίου 1955.
Η ΕΟΚΑ άρχισε να γράφει ιστορία.
Δεν έχουν όπλα. Μοιράζονται τα λιγοστά που μυστικά
έφθασαν στην Κύπρο. Δεν ξέρουν από πυρίτιδα. Σκοτώνονται σαν φτιάχνουν
τις αυτοσχέδιες βόμβες τους. Περπατάνε νύκτα στα βουνά. Σκάβουν
κρησφύγετα και κατοικούν. Βασανίζονται, κρυώνουν, πεινούν. Πεθαίνουν από
τα τραύματά τους. Μα ζουν. Ζουν και πολεμούν. Πολεμούν για τον Θεό
τους, πολεμούν για την οικογένεια και την Κύπρο τους, πολεμούν για το
έθνος και την Ελλάδα τους. Πολεμούν και νικούν.
Και από την άλλη: 40.000 εκπαιδευμένος στρατός, ανάμεσά
τους και οι «Κόκκινοι Διάβολοι», αυτοί που διέλυσαν την επανάσταση στην
Κένυα. Ενισχυμένοι με χιλιάδες αστυνομικούς και τους Τούρκους
επικουρικούς. Με τα απεριόριστα μέσα, τα σύγχρονα όπλα, τις οργανωμένες,
μυστικές και μη υπηρεσίες τους, τα ελικόπτερα και τα άρματα, τους
ανιχνευτικούς σκύλους, ακόμα και τους προδότες, σύγχρονους Εφιάλτες,
«σκυλιά» στην ίδια τους την πατρίδα. Με τα δικαστήρια, τις φυλακές, τις
αγχόνες. Έτοιμοι να συνθλίψουν με κάθε τρόπο αυτούς τους θρασείς,
σύγχρονους Γραικούς που αγνόησαν τη Βασίλισσα, αυτούς που νόμιζαν πως
μπορούσαν να ντροπιάσουν, έτσι απλά, τον ανίκητο βασιλικό στρατό της
Μεγάλης Βρετανίας.
Και όμως, αυτοί οι τρελοί και ονειροπόλοι Έλληνες
τολμούσαν. Αυτοί οι μικροί Βαγορήδες, οι αμούστακοι Καραολήδες θα
αποτελούσαν τον ασυγκράτητο στρατό του Διγενή. Τι κι αν δεν έβγαλαν
σχολείο; Οι περισσότεροι φοίτησαν μόνο στο δημοτικό. Μερικοί δε, μόνο
στις πρώτες τάξεις. Έμαθαν όμως τόσα γράμματα όσα χρειάζονταν για να
γράφουν τη λέξη «Ελευθερία». Ήταν φτωχοί, γεωργοί, βοσκοί, εργάτες,
παιδιά του μόχθου και του ποδαριού. Οικοδόμοι, ξυλουργοί. Γνώριζαν όμως
για την αρχαία Ελλάδα, το Βυζάντιο, το ’21. Μέσα στα λιγοστά πράγματά
τους κουβαλούσαν την Αγία Γραφή, παντοτινή σύντροφό τους, και ένα βιβλίο
με την ιστορία της κόρης για την οποία θα θυσιάζονταν, την Ελλάδα. Τι
κι αν δεν έβγαλαν στρατιωτικές σχολές; Τι κι αν δεν πέρασαν από Κέντρα
Εκπαιδεύσεως; Τι κι αν δεν είχαν σύγχρονα όπλα; Σχολειό τους το
Ευαγγέλιο. Εκπαίδευσή τους τα βουνά και τα λαγκάδια. Όπλα τους η πίστη
στον Θεό. Δύναμή τους ο Σταυρός. Συντροφιά τους η γλυκιά Παναγιά. Όραμά
τους η ένωση με τη «Μητέρα Ελλάδα».
Δεν υπάρχουν σήμερα λόγια με τα οποία κάποιος να μπορεί
να περιγράψει το μεγαλείο εκείνου του αγώνα και των αγωνιστών της
θρυλικής ΕΟΚΑ. Ας αφήσουμε σήμερα για λίγο τη σκέψη να διασχίσει τις
σελίδες της χρυσής εκείνης εποχής και ας σταθούμε απλώς και εμείς λιτοί
προσκυνητές της μεγάλης τους θυσίας. Ας σκύψουμε νοερά και ας
αναπολήσουμε τους καθαγιασμένους χώρους της θυσίας τους. Και πάλι, η
ταπεινή, η μικρή μας ζωή, θα αποδειχθεί πολύ μικρή για να είναι επαρκής
στην προσπάθειά μας για μια νοερή επίσκεψη σ’ όλους αυτούς τους χώρους.
Ας στρέψουμε λοιπόν για λίγο σήμερα το βλέμμα κι ας αφήσουμε τη μνήμη να
κυλήσει εκεί που η μοίρα θέλησε να σμίξει τα άγια κορμιά της Λευτεριάς,
από τις τέσσερις γωνιές της πατρώας γης: Τον Πενταδάκτυλο, τον Μαχαιρά,
το Τρόοδος και την Πάφο.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει τα λόγια του Βαγορή από την Τσάδα της Πάφου.
«Θα πάρω μια ανηφοριά, θα πάρω μονοπάτια,
να βρώ τα σκαλοπάτια που πάν στην Λευτεριά»
Κι ο Βαγορής βρήκε τα σκαλοπάτια της Λευτεριάς, βρήκε το
παλάτι το απατηλό, και μέσα σ` αυτό, βρήκε τη βασίλισσά του που τον
οδήγησε σε ύψη ουρανοφόρα. Και τον Βαγορή τον ακολούθησαν, όχι ένας, όχι
δυο, μα χίλιοι δυο νέοι, κι ας μην ήτανε ποτέ συμμαθητές του.
Φοιτήσανε, όμως, στο ίδιο σχολειό, στο σχολειό που δίδασκε μονάχα
Ιστορία του Έθνους. Κι απ’ αυτό αποφοίτησαν όλοι τους αριστούχοι.
Και αν ο αρχικός στόχος δεν επιτεύχθηκε, και τελικώς
εδόθη μια κουτσουρεμένη λευτεριά, αυτό δεν έγινε στα λημέρια της ΕΟΚΑ
του ‘55-‘59 μα σε άλλη γη, σε άλλα μέρη. Εκεί που δεν μιλούσε η καρδιά
μα η διπλωματία. Εκεί που δεν μιλούσε η λεβεντιά μα το χαρτί και η πένα.
Εκεί που δεν μιλούσε η ψυχή μα το συμφέρον. Εκείνος ο υπέροχος αγώνας
που έγινε στο βασανισμένο νησί μας την περήφανη εκείνη τετραετία σε
καμιά περίπτωση δεν απέτυχε. Η ΕΟΚΑ του ‘55-‘59 νίκησε. Όλα τα υπόλοιπα
περιττεύουν.
Οι αγώνες του λαού μας και οι θυσίες των παιδιών μας για
την ελευθερία θα δικαιωθούν πλήρως, αν αυτούς τους αγώνες και τις
προσπάθειες τις συνεχίσουμε για να λύσουμε το πρόβλημα που ταλανίζει την
πατρίδα και τον λαό μας εδώ και 39 χρόνια.
Κανένας δεν επιθυμεί περισσότερο από εμάς μια ειρηνική
και βιώσιμη λύση του κυπριακού προβλήματος που θα τερματίζει τα
τετελεσμένα της εισβολής και κατοχής και θα ανοίγει τον δρόμο της
ειρηνικής συνύπαρξης μέσα σε μια ενωμένη ευρωπαϊκή Κύπρο. Μια λύση
βασισμένη στα ψηφίσματα και τις αρχές των Ηνωμένων Εθνών.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και η νέα Κυβέρνηση θα
εργαστούν και θα αγωνιστούν προς κάθε κατεύθυνση για να ανατρέψουν τα
δεδομένα της εισβολής και της κατοχής και να επανενώσουν την πατρίδα
μας.
Διανύουμε τις πιο κρίσιμες μέρες και ώρες μετά το 1974.
Βρισκόμαστε σε μια πολύ δύσκολη θέση ως αποτέλεσμα των διλημμάτων που
έθεσαν ενώπιόν μας κάποιοι από τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτές τις κρίσιμες ώρες, πρέπει όλοι μαζί να ενώσουμε
δυνάμεις και με μια γροθιά, με μια φωνή, να βρούμε τον τρόπο να
διαχειριστούμε το αύριο. Πρέπει ως κράτος να σταθούμε στον αντίποδα μιας
Ευρώπης της αδικίας, της κοινωνικής αναλγησίας, της φτώχειας και του
κοινωνικού αποκλεισμού και να δείξουμε στους συμπολίτες μας που βγήκαν
περισσότερο λαβωμένοι από αυτή την κρίση, αλληλεγγύη, σεβασμό και
συμπαράσταση. Μαζί ενωμένοι πρέπει να δώσουμε μόνιμο τέλος στην
αβεβαιότητα και να ανοίξουμε τον δρόμο για την ανάκαμψη της οικονομίας
μας. Πρέπει να είμαστε ψύχραιμοι, πρέπει να συμπορευθούμε και με δικές
μας δυνάμεις τις οποίες σίγουρα διαθέτουμε, και να στραφούμε προς την
ορθή κατεύθυνση χωρίς εσωτερικές αντιπαραθέσεις και διαξιφισμούς.
Απαιτείται εθνική ενότητα, εθνική συνεννόηση, σκληρή δουλειά και μια
κοινή εθνική προσπάθεια.
Δίνουμε τη μάχη για το σήμερα αλλά και το αύριο, για τα
παιδιά και τα εγγόνια μας. Αρχίζουμε όλοι μαζί την προσπάθεια
ανοικοδόμησης. Η πατρίδα μας πέρασε και χειρότερα. Ο κυπριακός λαός με
το πείσμα, τη φιλοπατρία, την εργατικότητα και την υπευθυνότητα που τον
διακρίνει θα ανατρέψει τα αρνητικά δεδομένα και θα μπει ξανά στον δρόμο
της δημιουργίας. Ας μετατρέψουμε την κρίση σε ευκαιρία κάνοντας μια νέα
αρχή για να κτίσουμε το μέλλον σε πιο στέρεες και υγιείς βάσεις.
Ο κυπριακός Ελληνισμός απέδειξε όλα αυτά τα χρόνια ότι
στα δύσκολα ανασυντάσσεται και δίνει τη μάχη και προχωρεί μπροστά. Αυτά
είναι που πρέπει να αποφασίσουμε όλοι μαζί για να ξαναφτιάξουμε την
Κύπρο που μας αξίζει, την Κύπρο που θα παραδώσουμε στις επόμενες γενιές.
Ενωμένοι μπορούμε, φτάνει να το θελήσουμε και να το πιστέψουμε.
Οι θυσίες των ηρώων του 1821 και του 1955 και οι θυσίες
και τα δάκρυα της γενιάς του 1974 μας δείχνουν το χρέος που επωμιζόμαστε
όλοι οι σημερινοί Έλληνες. Το χρέος αυτό είναι κοινό για όλους
ανεξάρτητα. Μας το οριοθετούν η 25η Μαρτίου του 1821 και η 1η Απριλίου
του 1955 που σήμερα τιμούμε.
Έχουμε καθήκον να το πράξουμε, είναι χρέος ανεκπλήρωτο στους τιμημένους ήρωές μας και υποχρέωση προς τα παιδιά και εγγόνια μας.