Ομιλία της Υπουργού Εξωτερικών δρος Ερατούς Κοζάκου-Μαρκουλλή με θέμα «Η Κύπρος του χθες και του σήμερα: Η πρόκληση της Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ», στον Ιατρικό Σύλλογο Λεμεσού - 24/3/2012
26/03/2012
Με ιδιαίτερη χαρά αποδέχθηκα την πρόσκληση του Ιατρικού Συλλόγου Λεμεσού να μιλήσω για την «Κύπρο του χθες και του σήμερα: Η πρόκληση της Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ». Η χαρά μου είναι πραγματικά μοναδική γιατί, όπως ξέρετε, όχι μόνο η καταγωγή μου είναι από τη Λεμεσό, για την οποία είμαι πάντα περήφανη, αλλά γιατί ο πατέρας μου, ο αείμνηστος Γεώργιος Κοζάκος, ήταν μέλος σας για αρκετές δεκαετίες και εργάστηκε σε δύσκολους καιρούς μαζί με άλλους συναδέλφους του στα πρώτα εκείνα δύσκολα χρόνια της ιατρικής στην Κύπρο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και αργότερα μετά την ανεξαρτησία, για να θέσουν τα θεμέλια μιας επιστημονικής και σύγχρονης ιατρικής στην Κύπρο.
Μεγάλωσα ακούοντας τις ιστορίες που μας διηγείτο, ιστορίες γεμάτες πόνο και προσπάθεια, απογοητεύσεις και επιτυχίες, ικανοποίηση αλλά και πικρίες, έναν αγώνα επιβίωσης και οικοδόμησης ενός καλύτερου αύριο για τις επόμενες γενιές, τη δική σας γενιά. Τον έπεισα, λίγα χρόνια πριν μας αφήσει για πάντα, να γράψει την αυτοβιογραφία του. Τα κατάφερε σε ηλικία 86 χρόνων να γράψει το βιβλίο «Με τον Ιπποκράτη στα δύσκολα χρόνια» το οποίο χαρακτηρίζει ο ίδιος στον πρόλογο του ως «ένα πόνημα που περιγράφει τη ζωή, τις δυσκολίες, τα προβλήματα και τους προβληματισμούς ενός Κύπριου γιατρού, που ασφαλώς δεν διεκδικεί λογοτεχνικές δάφνες. Απλά ας θεωρηθεί μια προσπάθεια καταγραφής μέρους της ιστορίας της κυπριακής ιατρικής κατά τα 60 τελευταία χρόνια του 20ού αιώνα».
Με την παρουσία μου σήμερα εδώ τιμώ τόσο τη δική του μνήμη όσο και όλων των άλλων πρωτεργατών της ιατρικής στην Κύπρο, η οποία σήμερα είναι μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, ενταγμένη στην ευρωπαϊκή οικογένεια, πλήρες μέλος της ΕΕ και στο κατώφλι να αναλάβει για πρώτη φορά την Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ.
Η σχέση της Κύπρου με την Ευρώπη είναι μακραίωνη, αποτελώντας αναπόσπαστο κομμάτι της ευρωπαϊκής ιστορίας, πολιτισμού και κουλτούρας. Η θετική γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 1993 στην αίτηση της Κύπρου να καταστεί μέλος της ΕΕ καταδείκνυε με γλαφυρό τρόπο αυτή την ιστορικά οργανική σχέση της Κύπρου με την Ευρώπη: «[…] Η γεωγραφική θέση της Κύπρου, οι στενοί δεσμοί που εδώ και περισσότερο από δύο χιλιετίες συνδέουν τη νήσο με τις ίδιες πηγές της ευρωπαϊκής παιδείας και πολιτισμού, η ένταση της ευρωπαϊκής επίδρασης τόσο όσον αφορά τις κοινές αξίες του κυπριακού λαού όσο και την οργάνωση της πολιτιστικής, πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής των πολιτών της, η σημασία πάσης φύσης συναλλαγών που έχει αναπτύξει με την Κοινότητα, προσδίδουν αναμφισβήτητα ευρωπαϊκό χαρακτήρα και ταυτότητα στην Κύπρο και επιβεβαιώνουν τον προορισμό της να αποτελέσει μέρος της Κοινότητας».
Πρωτεργάτης της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης της Κύπρου με την ευρωπαϊκή κοινότητα υπήρξε ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, ο οποίος προώθησε την υπογραφή Συμφωνίας Σύνδεσης με την ΕΟΚ στις 19 Δεκεμβρίου 1972, μια συμφωνία που τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουνίου 1973.
Η παράνομη τουρκική εισβολή και κατοχή του 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1974, με όλες τις τραγικές συνέπειές της για τον τόπο και τον πληθυσμό, δεν σταμάτησε την πορεία μας προς την ΕΕ και την αποφασιστικότητά μας όχι μόνο να επιβιώσουμε από το δολοφονικό και καταστροφικό χτύπημα της Τουρκίας, αλλά και να ξεπεράσουμε τα επίπεδα της προ της εισβολής περιόδου. Το 1977 Κύπρος και ΕΟΚ υπέγραψαν τέσσερα πρωτόκολλα για οικονομική και τεχνική συνεργασία προετοιμάζοντας το έδαφος για την ενσωμάτωση της Κύπρου στην Κοινότητα, ενώ στις 4 Ιουλίου 1990 η Κυπριακή Δημοκρατία υπέβαλε επίσημα αίτηση για να καταστεί πλήρες μέλος. Το οικονομικό θαύμα ήταν ήδη σε εξέλιξη και η Κύπρος είχε ξαναμπεί δυναμικά στον χάρτη του ευρωπαϊκού και διεθνούς γίγνεσθαι.
Στις 24 Ιουνίου 1994, στην Κέρκυρα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σημείωσε ότι η επόμενη φάση διεύρυνσης της Ένωσης θα περιελάμβανε την Κύπρο, ενώ στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Λουξεμβούργου τον Δεκέμβριο του 1997 αποφασίστηκε η έναρξη νέας διαδικασίας διεύρυνσης με υποψήφιες χώρες από την κεντρική και ανατολική Ευρώπη και την Κύπρο. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις άρχισαν στις 31 Μαρτίου 1998.
Το κυπριακό πρόβλημα, όμως, παρέμενε άλυτο και κρεμόταν συνεχώς ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από το ευρωπαϊκό μέλλον της Κύπρου, απειλώντας την με εγκλωβισμό στη μόνιμη και αυξανόμενη αδιαλλαξία της κατοχικής δύναμης που δεν επέτρεπε την όποια πρόοδο. Όμως, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ελσίνκι στις 11 Δεκεμβρίου του 1999, το οποίο αποδείχθηκε μεγάλης πολιτικής σημασίας για την Κυπριακή Δημοκρατία, έκανε ξεκάθαρο για πρώτη και καθοριστική φορά ότι η επίλυση του κυπριακού προβλήματος δεν αποτελεί προϋπόθεση για την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η μακρά και επίπονη διαδικασία των ενταξιακών μας διαπραγματεύσεων ολοκληρώθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κοπεγχάγης τον Δεκέμβριο του 2002, όπου λήφθηκε η ιστορική απόφαση να γίνουν δεκτές η Κύπρος και οι άλλες εννέα υποψήφιες χώρες ως πλήρη μέλη της Ένωσης, από την 1η Μαΐου 2004.
Η 16η Απριλίου 2003 αποτέλεσε το ιστορικό επιστέγασμα αυτής της μακρόχρονης προσπάθειας όταν ο αείμνηστος τέως Πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος υπέγραψε τη Συνθήκη Προσχώρησης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε δήλωσή του κατά την υπογραφή της Συνθήκης Προσχώρησης ο Πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος είχε αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Η υπογραφή της Συνθήκης Προσχώρησης αποτελεί μεγάλη και ιστορική στιγμή που σφραγίζει ανεξίτηλα τη μελλοντική πορεία της Κύπρου. Αποτελεί ταυτόχρονα το επιστέγασμα τιτάνιας προσπάθειας της κυπριακής κοινωνίας και αποτελεί το ορόσημο της αποδοχής της από μια οικογένεια, στην οποία ανήκει γεωγραφικά, ιστορικά, πολιτιστικά, οικονομικά και πολιτικά. Το ιστορικό αυτό επίτευγμα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία αν εξεταστεί μέσα από το πρίσμα των ειδικών συνθηκών της Κύπρου, την τραγωδία της εισβολής και τη συνεχιζόμενη τουρκική κατοχή μέρους της χώρας μας και τις σοβαρές συνέπειές της».
Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ την 1η Μαΐου 2004 αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία του τόπου και το επιστέγασμα μιας μεγάλης και μακρόχρονης πορείας. Αποτέλεσε, όμως, και την απαρχή της άμεσης και αποτελεσματικής συμμετοχής της Κύπρου στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Στην ΕΕ δεν είμαστε απλοί θεατές. Συμμετέχουμε ενεργά με στόχο τη δημιουργική μας συμβολή στη διαμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών σε όλους τους τομείς.
Από την 1η Ιανουαρίου 2008 η Κύπρος εντάχθηκε στη ζώνη του ευρώ και υιοθέτησε το ευρώ ως το εθνικό της νόμισμα, ενώ την 1η Ιουλίου 2012 η Κύπρος αναλαμβάνει την Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για έξι μήνες, για πρώτη φορά μετά την ένταξή της.
Η ανάληψη της Προεδρίας αποτελεί μια ιστορική στιγμή για την Κύπρο, ίσως μια από τις σημαντικότερες στη μετά την ανεξαρτησία εποχή, αλλά και μια τεράστια ιστορική πρόκληση. Ως σχετικά νέο κράτος μέλος –και ένα από τα μικρότερα κράτη μέλη της ΕΕ– καλούμαστε να αναλάβουμε ένα τεράστιο έργο συντονισμού και προώθησης της ευρωπαϊκής πολιτικής στους διάφορους τομείς αρμοδιότητας της ΕΕ.
Η Κυπριακή Προεδρία θα προωθήσει ζητήματα που έχουν να κάνουν κυρίως με την ποιότητα ζωής των Ευρωπαίων πολιτών. Η τρέχουσα οικονομική κρίση ανέδειξε, μεταξύ άλλων, την ανεπάρκεια της αρχιτεκτονικής της οικονομικής πολιτικής της ΕΕ και της Ευρωζώνης.
Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη οικονομία χωρίς οικονομική ανάπτυξη και, κατ’ επέκταση, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Γι’ αυτό και μια από τις κύριες προτεραιότητές μας θα είναι η ενδυνάμωση της οικονομικής ανάπτυξης, η οποία θα οδηγεί στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, ειδικά για τους νέους που αντιμετωπίζουν και το μεγαλύτερο πρόβλημα, σε όλες σχεδόν τις χώρες μέλη.
Η κοινωνική προστασία και η κοινωνική δικαιοσύνη αποτελούν μέγιστη έγνοια και προτεραιότητά μας. Η ΕΕ θα πρέπει να καταστεί μια ένωση όλων των Ευρωπαίων πολιτών, χωρίς περιορισμούς και διαχωρισμούς. Αυτό θα είναι ένα από τα βασικότερα μηνύματα που θα προωθήσουμε έμπρακτα κατά τη διάρκεια της Προεδρίας μας.
Τη στιγμή που η ΕΕ βρίσκεται στη μέση μιας βαθύτατης κρίσης με αρνητικές συνέπειες στην οικονομία και την κοινωνία, η Κυπριακή Προεδρία θα κληθεί να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις για το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ), το οποίο αποτελεί ένα σημαντικό σταθμό για το μέλλον της Ένωσης. Γι’ αυτό και θεωρούμε ότι το νέο ΠΔΠ θα πρέπει να παρέχει την απαραίτητη ώθηση στις επενδύσεις και στην οικονομική ανάπτυξη.
Στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων του ΠΔΠ φιλοδοξούμε ότι θα προωθηθούν πολιτικές που θα παρέχουν στους νέους, αλλά και στις επόμενες γενιές, τις απαραίτητες δεξιότητες για παραγωγική συμμετοχή στη σύγχρονη οικονομία.
Η ΕΕ έχει ανάγκη και καθήκον να μεταδώσει πνεύμα σιγουριάς, ασφάλειας και αισιοδοξίας για το μέλλον. Μόνο έτσι θα καταφέρει να φέρει πιο κοντά την Ευρώπη στους πολίτες της, επαναφέροντας το αίσθημα εμπιστοσύνης των πολιτών της προς αυτήν. Πιο συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της προτεραιότητας αυτής για μια κοινωνική Ευρώπη θα προωθήσουμε θέματα που αφορούν την απασχόληση.
Επίσης, η καταπολέμηση της φτώχειας και η αντιμετώπιση της επισιτιστικής κρίσης θα αποτελέσει μια πτυχή της κοινωνικής πολιτικής, στην οποία η Κυπριακή Προεδρία θα δώσει ιδιαίτερη έμφαση. Επιπλέον, στα θέματα μετανάστευσης και ασύλου βασική επιδίωξη της Κυπριακής Προεδρίας είναι η ολοκλήρωση του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου μέχρι το τέλος του 2012, στο πλαίσιο της αλληλεγγύης και της αρχής της ισότιμης κατανομής βαρών, καθώς και η προώθηση ένταξης των νομίμως διαμενόντων μεταναστών. Όσον αφορά στην υγεία, θα δοθεί έμφαση στην Υγιή Γήρανση, στην παροχή αναβαθμισμένης φροντίδας μέσω καινοτόμων ανθρωποκεντρικών προσεγγίσεων και στον ρόλο της Ανοικτής Καινοτομίας.
Στον άξονα παιδεία – πολιτισμός – νεολαία – αθλητισμός, πρωταρχικός στόχος θα είναι η ανάδειξη της κοινωνικής τους πτυχής, μέσω, μεταξύ άλλων, του εκσυγχρονισμού των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης, της συμμετοχής των νέων στη δημοκρατική ζωή της Ευρώπης και του εκσυγχρονισμού του συστήματος πολιτιστικής διακυβέρνησης. Παράλληλα, η ενεργός συμμετοχή των πολιτών θα υλοποιηθεί αφενός με την ενδυνάμωση των συμμετοχικών διαδικασιών των κοινωνικών εταίρων, των τοπικών αρχών και των Μη Κυβερνητικών Οργανισμών (ΜΚΟ) στην υλοποίηση του στόχου της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020».
Η Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ αποτελεί για εμάς –πέρα από πρόκληση– και μια ιστορική ευκαιρία για να συμβάλουμε ακόμη πιο άμεσα στην επίτευξη των οραμάτων και στόχων της ΕΕ. Φιλοδοξία μας ως Προεδρεύουσα χώρα είναι να συμβάλουμε ώστε η ΕΕ να λειτουργεί ως δύναμη ειρήνης και σταθερότητας. Κατ’ επέκταση και στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, η οποία εμπίπτει στη Νότια Διάσταση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας.
Η περιοχή μας βρίσκεται σε ένα μεταβατικό στάδιο συνεχών εξελίξεων και ανατροπών. Η ένταση και η δυναμική των κινημάτων της Αραβικής Άνοιξης όχι μόνο επηρέασαν τις κοινωνίες των χωρών αυτών, αλλά δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για μια διαδικασία πολιτικής μετάβασης μέσω δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων.
Η Κύπρος θα συνεχίσει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο λόγω της γεωγραφικής της θέσης, αλλά και των παραδοσιακών σχέσεων στενής συνεργασίας μας με τις χώρες της περιοχής, στοχεύοντας στην ουσιαστική συμβολή μας στην σταθερότητα και ευημερία των χωρών αυτών. Στόχος μας κατά τη διάρκεια της Κυπριακής Προεδρίας είναι –σε στενή πάντοτε συνεργασία με την Ύπατη Εκπρόσωπο κα Ashton που έχει την πρωτοκαθεδρία σε αυτό το ζήτημα– η ανάδειξη των σχέσεων της ΕΕ με τους εταίρους μας της Νότιας Γειτονίας και τις χώρες του Αραβικού Κόλπου με σκοπό την από κοινού χάραξη πολιτικών και προγραμμάτων, κάτι που αποτελεί εξάλλου και κορυφαία προτεραιότητα της ΕΕ.
Όσον αφορά στη διεύρυνση, η οποία θεωρείται μια από τις πιο επιτυχημένες πολιτικές που αναδεικνύουν την ΕΕ ως παράγοντα ενδυνάμωσης της ειρήνης, της δημοκρατίας και της σταθερότητας στην Ευρώπη, είμαστε αποφασισμένοι ως Κυπριακή Προεδρία να την προωθήσουμε στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό.
Η ολοκλήρωση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Κροατία αποδεικνύει ότι όταν τηρούνται τα απαιτούμενα κριτήρια και προϋποθέσεις η ΕΕ ανταποκρίνεται. Σε αυτό το πλαίσιο τονίζω ότι η περαιτέρω προώθηση της ευρωπαϊκής προοπτικής των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων θα αποτελέσει προτεραιότητα της Κυπριακής Προεδρίας.
Είναι σημαντικό, επίσης, να τονιστεί ότι θα καταβάλουμε κάθε προσπάθεια για να δοθεί όσο το δυνατό μεγαλύτερη ώθηση στην ενταξιακή πορεία της Ισλανδίας, δίνοντας έμφαση σε κεφάλαια τα οποία μπορούν να χαρακτηρισθούν ως «δύσκολα».
Στο πλαίσιο της Προεδρίας μας, η προσέγγισή μας έναντι της Τουρκίας θα συνεχίσει να βασίζεται στις καθιερωμένες πρακτικές και διαδικασίες της ΕΕ όσον αφορά όλες τις υποψήφιες χώρες. Ο στόχος της πλήρους ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ αποτελεί την πάγια θέση μας, τηρουμένων βεβαίως εκ μέρους της υποψήφιας χώρας όλων των υποχρεώσεων που ανέλαβε έναντι της ΕΕ και των κρατών μελών της.
Παρά τις συνεχιζόμενες απειλές της Τουρκίας περί παγώματος των σχέσεων με την Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ το δεύτερο εξάμηνο του 2012, οι οποίες έχουν ενταθεί τον τελευταίο καιρό με προκλητικές δηλώσεις που συνοδεύονται και με απειλές περί διακοπής των διακοινοτικών συνομιλιών και προώθησης σχεδίου Β΄, το οποίο, όπως δηλώνεται, περιλαμβάνει και την επιλογή της προσάρτησης των κατεχομένων, η Κύπρος δεν πέφτει στο επίπεδο της Τουρκίας. Θα συνεχίσουμε κατά τη διάρκεια της Προεδρίας μας την παρακολούθηση της πορείας των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας, ευελπιστώντας ότι η υποψήφια γείτονα χώρα θα εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της προς την ΕΕ και θα συμπεριφερθεί ως μια ευρωπαϊκή χώρα, τερματίζοντας τις απειλές και τις προκλήσεις. Θα πρέπει, επιτέλους, η Τουρκία να αντιληφθεί ότι με τη συνεχιζόμενη κατοχή ευρωπαϊκού εδάφους δεν μπορεί να προχωρήσει προς μια ευρωπαϊκή πορεία που επιβάλλει συγκεκριμένες συμπεριφορές που πρέπει να στηρίζονται στο διεθνές δίκαιο και όχι στο δίκαιο του ισχυρού.
Όσον αφορά στο Κυπριακό, έχουμε κάνει ξεκάθαρο προς κάθε κατεύθυνση ότι η Κυπριακή Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ δεν θα μας μετακινήσει από τον αμετάκλητο στόχο για επίτευξη μιας βιώσιμης λύσης που να επανενώνει την Κύπρο. Ελπίδα και όραμά μας παραμένει να εξευρεθεί λύση το συντομότερο δυνατόν και η πατρίδα και ο λαός μας να επανενωθούν.
Δυστυχώς, τον τελευταίο ενάμιση χρόνο βρισκόμαστε μπροστά σε ένα τείχος αδιαλλαξίας, αλαζονείας και προκλητικότητας εκ μέρους της Τουρκίας και της ηγεσίας των Τουρκοκυπρίων. Προσπάθειά τους είναι η παρεμπόδιση της όποιας προόδου και η επισφράγιση ενός αδιεξόδου το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από τουρκικής πλευράς για προώθηση των διχοτομικών επιδιώξεων και επεκτατικών στόχων της Τουρκίας. Εμείς όμως θα επιμείνουμε με την ακούραστη υπομονή που μας κρατά χωρίς να λυγίσουμε όλα αυτά τα χρόνια. Θα συνεχίσουμε να πορευόμαστε τον δύσκολο και άνισο αγώνα των διακοινοτικών διαπραγματεύσεων, μιας και απέναντί μας στην ουσία έχουμε την κατοχική Τουρκία και όχι την Τουρκοκυπριακή ηγεσία, μέχρι να κάμψουμε την αδιαλλαξία της και να ανοίξει έτσι ο δρόμος της επανένωσης της Κύπρου μας και να ανατείλει η ευλογημένη μέρα της ειρηνικής συμβίωσης όλων των κοινοτήτων του τόπου μας στην κοινή τους πατρίδα.
Καταληκτικά θα ήθελα να αναφέρω ότι η Προεδρία είναι ένας κρίσιμος στόχος που για να μπορέσουμε να τον φέρουμε επιτυχώς εις πέρας θα πρέπει να επιδιώξουμε την ευρύτερη συνεργασία όλων των φορέων, δημόσιων και ιδιωτικών, των κοινωνικών εταίρων, καθώς και της κοινωνίας των πολιτών. Μια επιτυχής Προεδρία αποτελεί στόχο όλων μας, ανεξαρτήτως πολιτικών και κομματικών προσεγγίσεων, αφού θα αναδείξει και θα αναβαθμίσει την Κύπρο όχι μόνο στον ευρωπαϊκό αλλά και στον διεθνή χώρο.